Πόση (ποια) Αριστερά θέλουμε;

Λυκούργος Λιαρόπουλος 19 Οκτ 2012

Σε πρόσφατο άρθρο μου με τίτλο «Πόση αριστερά θέλουμε», φίλος αγαπητός παρατήρησε: «είναι “ποια” αριστερά θέλουμε». Για κάτι τέτοιο θα χρειαζόμουν ένα βιβλίο και, άλλωστε, δεν θεωρώ τον εαυτό μου κατάλληλο να το γράψει. Απλοϊκά, σκέφτομαι ότι το είδος της αριστεράς που θέλουμε προϋποθέτει επιλογή ανάμεσα σε σχεδόν άπειρες εκδοχές της σχέσης δημόσιου – ιδιωτικού, του ρόλου του Κράτους στην οικονομία και στην πολιτική οργάνωση της κοινωνίας. Το «πόση αριστερά» όμως, είναι θέμα ποσοτικό που οριοθετείται από την ελευθερία του ατόμου και τη διασφάλιση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η ιδιοκτησία και η ελευθερία του λόγου. Άρα, από τη συζήτηση περί αριστεράς αποκλείονται απολυταρχικά καθεστώτα όπως η ΕΣΣΔ, η Κίνα, η Β. Κορέα και κόμματα που σήμερα αμφισβητούν την αυταξία της ελευθερίας του ατόμου και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης. Το επιθυμητό «μέγεθος» της αριστεράς που χρειαζόμαστε, συνεπώς, μπορούμε να το οριοθετήσουμε χρησιμοποιώντας το θέμα του δημόσιου χρέους και την πολιτική αντιμετώπισή του στις διάφορες εκδοχές της αριστεράς. Θα εξετάσουμε, με άλλα λόγια, το βαθμό στον οποίο τα κόμματα της Αριστεράς στην Ελλάδα μπορούν, βάσει ιδεολογίας και διακηρυγμένων απόψεων, να έχουν στάση συνεπή με την αποπληρωμή του χρέους και κυρίως με την αποφυγή δημιουργίας νέων ελλειμμάτων

.

Ίσως η ποιο αξιόπιστη συνταγή της οικονομικής επιστήμης για σταθερή ανάπτυξη, προφανώς χωρίς χρέος, είναι του Adam Smith: «ειρήνη, χαμηλοί φόροι, ανεκτή εφαρμογή των νόμων». Η προϋπόθεση της ειρήνης είναι αυτονόητη, αλλά οι άλλες δύο είναι «γεμάτες» πολιτική σημασία και η σχέση τους με την ανάπτυξη καθόλου αυτονόητη. Το ύψος των φόρων εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο οι πολίτες, συνειδητά και σύμφωνα με το εκάστοτε αξιακό σύστημα της κοινωνίας, αναθέτουν στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα την παραγωγή κοινωνικών αγαθών όπως υγεία, ασφάλιση, δημόσια τάξη και άμυνα. Αν το εύρος των δημοκρατικών κατακτήσεων και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης δεν αμφισβητείται, το ζήτημα της οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας είναι θέμα βαθύτατα πολιτικό. Ο Adam Smith, πατέρας της φιλελεύθερης δεξιάς οικονομικής σχολής, ήθελε χαμηλούς φόρους γιατί πίστευε ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία θα κάνει τη «δουλειά» καλύτερα. Ο άρτι εκλιπών Eric Hobsbawm, συνεπής αριστερός, πίστευε το αντίθετο. Αυτές είναι  πραγματικές πολιτικές επιλογές, με επιτυχημένες εφαρμογές και στις δύο σχολές. Απαραίτητες προϋποθέσεις είναι η λειτουργούσα δημοκρατία και η ανεξάρτητη δικαιοσύνη.

.

Η εφαρμογή των νόμων, τρίτη προϋπόθεση του Adam Smith, είναι εγγυημένη μόνο σε μία δημοκρατία, όπου κόμματα και πολιτικό σύστημα αποζητούν τη δικαίωσή τους στην εμπιστοσύνη των πολιτών. Συνεπώς, είναι αδύνατο να συμπεριλάβουμε στη συζήτηση το ΚΚΕ, με δεδομένη τη δηλωθείσα «διαφωνία» του με το Σύνταγμα. Επίσης, επειδή το «χρέος» είναι έννοια οικονομική και επειδή υποθέτω ότι στην Ελλάδα η πλειοψηφία (ακόμη) υιοθετεί την οικονομική φιλοσοφία «κανονικών» χωρών, εκτός της μαρξιστικής – λενινιστικής θεώρησης, αποκλείεται η «τρελή» άποψη ότι το χρέος αντιμετωπίζεται με χρεοκοπία στη λογική τού «δεν πληρώνω τα χρέη τους». Αυτό φαίνεται να εξαιρεί μέρος, τουλάχιστον, του ΣΥΡΙΖΑ, από την αναζήτηση «αριστερής» λύσης στην αντιμετώπιση του χρέους.

.

Υποθέτω πως όλοι συμφωνούμε ότι το μείζον πρόβλημα σήμερα είναι το τεράστιο δημόσιο χρέος που έφθασε πάλι, παρά το κούρεμα, το 160% του ΑΕΠ. Μέγεθος  πολύπλοκο στη διαμόρφωσή του και τις μεθόδους αντιμετώπισής του, (βλ. Γ. Παγουλάτος 30/9 στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ), αλλά απλό στον ορισμό του. Είναι το άθροισμα λειτουργικών (ή πρωτογενών) ελλειμμάτων και κόστους εξυπηρέτησης (τόκοι – χρεολύσια). Ας υποθέσουμε ότι φέτος το ΑΕΠ είναι €100 δις και το χρέος άλλο τόσο (100% του ΑΕΠ). Σε ένα χρόνο, το ΑΕΠ θα έχει αυξηθεί με το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και το χρέος ανάλογα με τα επιτόκια. Αν το ΑΕΠ αυξηθεί 5% και το (μέσο) επιτόκιο είναι 4%, μπορούμε να μειώσουμε το χρέος κατά 1% του ΑΕΠ ή  €1δις. Το χρέος, συνεπώς, αντιμετωπίζεται εύκολα με ανάπτυξη μεγαλύτερη από το επιτόκιο που πληρώνουμε στο χρέος μας.

.

Δεν είναι, όμως, δυστυχώς, ένα απλό θέμα αριθμητικής, αλλά  θέμα πολιτικό, δηλαδή η κοινωνική επιλογή μεταξύ δεξιάς και αριστεράς . Η παραπάνω απλή συλλογιστική, θα ίσχυε, αν συνέτρεχαν παράλληλα και μόνο τα εξής: α) το φορολογικό σύστημα να είναι απολύτως προοδευτικό, δηλαδή, στην αποπληρωμή του χρέους με φόρους να συμμετέχουν όλοι, σύμφωνα με το μερίδιο του ΑΕΠ που τους αντιστοιχεί (δίκαιη φορολογία) και β) από την αύξηση του ΑΕΠ να ωφελούνται όλοι αναλογικά με τη συνεισφορά τους. Στην Ελλάδα (όπως και στην Αμερική) από την αύξηση του ΑΕΠ (με διόγκωση του χρέους) ωφελήθηκαν κυρίως οι εύποροι, λόγω έντονης εισοδηματικής ανισότητας και χαμηλής πραγματικής φορολογίας των πλουσίων. Επειδή στην αποπληρωμή συμμετέχουν όλοι και κυρίως οι φτωχοί, η προσπάθεια συγκέντρωσης των πόρων που απαιτούνται, θα φέρει κοινωνική αναταραχή. Συνεπώς, δουλειά της πολιτικής είναι να νομοθετήσει και να εφαρμόσει φορολογικούς νόμους που υπηρετούν την κοινωνική δικαιοσύνη και συμβάλλουν στην αποπληρωμή του χρέους. Όλα τα αριστερά κόμματα συμφωνούν σε αυτό και μάλιστα, στην Ελλάδα, συμφωνεί (στα λόγια) και η Δεξιά .

.

Για να δημιουργηθεί, όμως, πλούτος και φόροι που θα καλύψουν τις υποχρεώσεις, πρέπει να υπάρξει ανάπτυξη, δηλαδή επένδυση κεφαλαίου και κερδοφορία. Αν η επένδυση γίνει από δημόσια έσοδα ή/και από κεφάλαια του ιδιωτικού τομέα, είναι θέμα καθαρά πολιτικό. Η Δεξιά του Adam Smith, θα φορολογήσει λίγο, δίνοντας κίνητρα και ελπίζοντας σε υπέρ- ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και πολλά έσοδα. Λόγω, όμως, περιορισμένης φορολογικής βάσης, τα έσοδα μπορεί να μη φτάσουν για τις πληρωμές του χρέους. Μία εκδοχή αριστεράς τύπου Σουηδίας, θα φορολογήσει περισσότερο για να επενδύσει και σε δημόσια αγαθά που η κοινωνία δεν «εμπιστεύεται» στον ιδιωτικό τομέα. Θα εγγυηθεί ότι η φορολογία θα είναι δίκαιη και ότι η αποπληρωμή του χρέους θα ωφελήσει όλους. Αν πείσει, χωρίς να «σκοτώσει» την παραγωγική διαδικασία, θα έχει επιτύχει μείωση του χρέους και εξασφάλιση κοινωνικής ειρήνης.

.

Από τα παραπάνω, φαίνεται ότι οι περιπτώσεις αποτυχίας, είναι δύο. Πρώτον, η «άπληστη» δεξιά τύπου Mitt Romney, απαλλάσσει από τη φορολογία τους κερδισμένους από την αύξηση του ΑΕΠ και αυξάνει το χρέος τυπώνοντας δολάρια. Αυτό το ζήσαμε και στην Ελλάδα, με τη νόμιμη φοροαπαλλαγή των «εχόντων» και την ανοχή στην εκτεταμένη διαφθορά των φορολογικών αρχών.  Δυστυχώς, ακόμη δεν βλέπουμε μία συνετή ευρωπαϊκή δεξιά, καλό μαθητή του Adam Smith. Δεύτερη περίπτωση σίγουρης αποτυχίας, είναι η «μπρούτα» Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή δεν θα πετύχει αύξηση του ΑΕΠ, αλλά του… χρέους, αφού κανείς δεν επενδύει για να κάνει υποχρεωτικό …δώρο στο κόμμα. Και, δυστυχώς για εμάς, η Ελλάδα δεν μπορεί να τυπώσει ευρώ, παρά μόνο …δραχμές. Ιδού, λοιπόν, η απάντηση στο ερώτημα «ποια ή πόση αριστερά» θέλουμε. Όση και όποια θέλουμε, εκτός από την κομμουνιστική αριστερά.