Η συζήτηση για την αποτυχία της συγκέντρωσης των «Παραιτηθείτε» στο Σύνταγμα είναι (περισσότερο) φιλολογική παρά πολιτική. Όχι γι’ αυτήν καθεαυτήν την αποτυχία. Αυτή ήταν αναμενόμενη και λόγω των γενικότερων συνθηκών και, κυρίως, επειδή κανένα κόμμα –και πρωτίστως η ΝΔ- δεν την υποστήριξε οργανωτικά.
Αλλά και επιτυχημένη να ήταν, δηλαδή αν μαζεύονταν 20 ή και 50 χιλιάδες διαδηλωτές, δεν θα είχε κανένα πολιτικό αποτέλεσμα. Τα κόμματα το ήξεραν και έμειναν απέξω. Διότι οι κυβερνήσεις πέφτουν για συγκεκριμένους λόγους και τέτοιοι δεν υπάρχουν σήμερα.
Η πρώτη μνημονιακή κυβέρνηση (του Γιώργου Παπανδρέου) έπεσε το Νοέμβριο του 2011, διότι δεν μπορούσε να σηκώσει άλλο (μόνη της) το βάρος της πολιτικής που έπρεπε να εφαρμόσει. Γι’ αυτό και παρέδωσε στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, την οποία στήριξε μαζί με άλλους δύο συνεταίρους (ΝΔ και ΛΑΟΣ).
Η τρίτη στη σειρά μνημονιακή κυβέρνηση (του Αντώνη Σαμαρά) έπεσε τον Δεκέμβριο του 2014 για «τυπικό» λόγο: δεν ήταν δυνατό να συγκεντρωθεί η απαιτούμενη από το Σύνταγμα κοινοβουλευτική πλειοψηφία, προκειμένου να εκλεγεί ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ουσιαστικά έπεσε επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ και ο συνοδοιπόρος του Φώτης Κουβέλης της τότε ΔΗΜΑΡ κατέχονταν από την πρεμούρα της εξουσίας.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα μπορούσε να είχε πέσει το καλοκαίρι του 2015 (έχασε την Δεδηλωμένη), όταν αποχώρησαν πολλοί βουλευτές της αριστερής πτέρυγας. Δεν έπεσε επειδή την στήριξαν η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, για να αποφευχθεί ο κίνδυνος της χρεοκοπίας.
Σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν αντιμετωπίζει κανέναν κίνδυνο πτώσης, ούτε ουσιαστικό ούτε τυπικό. Γι’ αυτό και το σύνθημα «Παραιτηθείτε» είναι άσφαιρο, εξ ου και η αποτυχία της συγκέντρωσης (βασικός λόγος η αδυναμία ικανοποίησης κάποιας άμεσης προσδοκίας). Μετά από μήνες περιπλάνησης στον πλανήτη των υποθέσεων και των προσδοκιών («ρήξη», «ηρωϊκή έξοδος», «εκλογές»), οι πάντες έχουν αποδεχθεί ότι αυτή η κυβέρνηση θα πάει έως το τέλος, το οποίο θα επιλέξει εκείνη. Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ ψηφίζουν τα πάντα ανενδοίαστα, επομένως πώς θα πέσει η κυβέρνηση; Με έναν τρόπο: σαν το ώριμο (ή το σάπιο) φρούτο.
Κατά τούτο, έχει μεγάλη δόση αλήθειας ο ισχυρισμός του Αλέξη Τσίπρα «πήραμε ανάσα» μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας στο Eurogroup. Μόνο που η «ανάσα» είναι λιγότερο για τη χώρα και την οικονομία και πρωτίστως για την κυβέρνησή του. Πράγματι, μπορεί να πάει έως το τέλος του 2018, αν επιλέξει να κάνει εκλογές πριν αρχίσουν να εφαρμόζονται τα μέτρα που αυτή ψήφισε. Μπορεί να πάει και έως και το φθινόπωρο του 2019, αν επιλέξει να εκμεταλλευθεί τα ωφελήματα της εξουσίας, ασκώντας την έως το ακρότατο, χρονικά, σημείο.
Η σημερινή κυβέρνηση φθείρεται συνεχώς λόγω της πολιτικής που εφαρμόζει και όχι λόγω των επιδόσεων της αντιπολίτευσης. Από ένα σημείο και μετά λειτουργεί ο κανόνας που λέει «να φύγουν αυτοί κι ας έρθει όποιος να ‘ναι». Είναι ο κανόνας της αρνητικής ψήφου.
Στο πλαίσιο αυτό, ένα κομμάτι των απογοητευμένων πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ μετακινείται απευθείας προς τον διαφαινόμενο νικητή (ΝΔ), αν και η σημερινή «προσδοκία νίκης» της ΝΔ δεν φαίνεται τόσο ισχυρή όσο η αντίστοιχη του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Ενα άλλο κομμάτι ψηφοφόρων επιλέγει την αποχή και μικρότερα κόμματα. Από τους συσχετισμούς που θα διαμορφωθούν θα εξαρτηθεί το μετεκλογικό τοπίο και, πρωτίστως, αν η ΝΔ θα έχει αυτοδυναμία.
Αυτό θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ στο διάστημα που τους απομένει. Διότι, αν δεν υπάρχει αυτοδυναμία, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει παραμείνει σχετικά ισχυρός ως αξιωματική αντιπολίτευση και ίσως καταφέρει να χρησιμοποιήσει ξανά το «όπλο» του 2015, δηλαδή τους 180 βουλευτές για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας (2020).
Βεβαίως, όλα αυτά είναι μακρινά και μέχρι τότε «ποιος ζει, ποιος πεθαίνει», κατά την Ζουράρειο ρήση. Όμως, οι υπολογισμοί γίνονται από τώρα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ελπίζει στην αυτοδυναμία της ΝΔ, υπολογίζοντας ότι, όσο πιο αργά γίνουν οι εκλογές, τόσο περισσότερο θα «σαπίζει» η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Αντίθετα, ο κ. Τσίπρας ποντάρει στην ευεργετική επίδραση της «ανάσας» που θα πάρει η κυβέρνησή του μετά τη συμφωνία του Eurogroup. Μπορεί και να πιστεύει ότι κάποια «ανάσα» θα πάρει και η οικονομία. Στο τέλος θα παίξει και το χαρτί «εγώ σας έβγαλα από τα Μνημόνια», αν καταφέρει να βγει στις αγορές και να μην υπογράψει άλλο.
Πάνω απ’ όλα, όμως, ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ ποντάρουν στην αμφιθυμία τμημάτων ψηφορόρων, που δηλώνουν μεν απογοητευμένοι από τη δική τους διακυβέρνηση, αλλά δεν βλέπουν με ενθουσιασμό κάποια εναλλακτική. Και ελπίζουν να διατηρηθεί έως το τέλος αυτή η αμφιθυμία, κυρίως όπως την αποδίδει η ρήση του Κικέρωνα: «Ξέρω από ποιον να φύγω, δεν ξέρω σε ποιον να πάω».