Πώς προκύπτουν τα χρήματα του κοινωνικού μερίσματος;

Σπύρος Βλέτσας 18 Νοε 2017

Σύμφωνα με τα στοιχεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού για τους δέκα πρώτους μήνες του 2017 τα έσοδα του κράτους παρουσιάζουν υστέρηση ύψους 2,8 δισ. ευρώ σε σχέση με το στόχο που είχε τεθεί. Παρά τη μεγάλη αύξηση των φόρων τα έσοδα δεν είναι εκείνα που είχαν προβλεφθεί, γιατί πολλοί φορολογούμενοι σταμάτησαν να πληρώνουν τους φόρους τους.
Πώς γίνεται όμως με μειωμένα, σε σχέση με το στόχο έσοδα, να υπάρχει τόσο μεγάλο πλεόνασμα; Πώς γίνεται να περισσεύουν χρήματα και η κυβέρνηση να αποφασίζει να τα μοιράσει;
Η απάντηση που έδωσε ο πρωθυπουργός είναι ότι το πλεόνασμα οφείλεται στην ανάκαμψη της οικονομίας. Όμως ο προϋπολογισμός έγινε με βάση την πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,7 % για το 2017. Με τις σημερινές εκτιμήσεις η ανάπτυξη θα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μια μονάδα κάτω από τις προβλέψεις. Η μικρότερη ανάπτυξη φέρνει λιγότερα έσοδα και δεν δικαιολογεί το μεγάλο πλεόνασμα.
Η εξήγηση για την προέλευση του πλεονάσματος είναι η περικοπή των δημοσίων επενδύσεων. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή», βασισμένο στα προσωρινά στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) είναι μειωμένο κατά 1,087 δισ. ευρώ, καθώς θα έπρεπε ήδη να έχουν πραγματοποιηθεί δαπάνες ύψους 3,06 δισ. ευρώ, ενώ έχουν γίνει 1,97 δισ.
Στο ίδιο δημοσίευμα σημειώνεται ότι «Αν και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού αναφέρεται ότι ο στόχος στο τέλος του έτους θα επιτευχθεί, ωστόσο, το ίδιο είχαν ισχυρισθεί και τον προηγούμενο χρόνο και τελικά το ΠΔΕ θυσιάστηκε για τη διανομή μερίσματος ύψους 615 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τα απολογιστικά στοιχεία, το προηγούμενο έτος το ΠΔΕ ήταν μειωμένο κατά 460 εκατ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με τα 2/3 του κοινωνικού μερίσματος του 2016». Εκτός από τις δημόσιες επενδύσεις έχουν περικοπεί και άλλες δαπάνες, όπως οι επιχορηγήσεις των νοσοκομείων που ήταν μικρότερες από τις προβλεπόμενες κατά 101 εκατ. ευρώ.
Οι δημόσιες επενδύσεις είναι οι δαπάνες που κάνει το κράτος για να βελτιωθούν οι υποδομές της χώρας και έχουν διπλό αναπτυξιακό όφελος. Την ώρα που πραγματοποιούνται δημιουργούν θέσεις εργασίας και εισοδήματα και όταν ολοκληρωθούν οι νέες υποδομές (όπως ένα καινούριο λιμάνι) δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων. Έτσι μπορούν να φέρουν πολλαπλάσια ανάπτυξη που θα έχει διάρκεια.
Οι δημόσιες επενδύσεις –που μειώθηκαν σε όλη την περίοδο της ελληνικής κρίσης– δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις ιδιωτικές επενδύσεις, αλλά μπορούν να τις υποστηρίξουν. Δεν είναι καμιά νεοφιλελεύθερης έμπνευσης πρακτική, καθώς αποτελούν παρέμβαση του κράτους στην παραγωγική οικονομία και θεωρητικά θα έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να θέλει να τις προωθήσει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν ενδιαφέρεται για την παραγωγή και τις επενδύσεις. Με τη φορολογία και τα εμπόδια που βάζει διώχνει τις ιδιωτικές επενδύσεις και με πολιτικές αποφάσεις περιορίζει τις δημόσιες. Δεν τον ενδιαφέρει να βρουν δουλειά οι άνεργοι και να παραχθεί πλούτος.
Αυτό που ενδιαφέρει τη σημερινή κυβέρνηση είναι να είναι ευχαριστημένοι οι εργαζόμενοι στο δημόσιο και να διορίζει όπου μπορεί. Γι αυτό οι δαπάνες του προϋπολογισμού για τους μισθούς του κράτους ήταν αυξημένες το 2017 κατά 256 εκατομμύρια.
Παράλληλα θέλει να μοιράζει επιδόματα σε φτωχούς και ανέργους που, σε ένα βαθμό, η πολιτική της τους κρατάει στη φτώχεια και την ανεργία. Βεβαίως και χρειάζονται ενίσχυση τα στρώματα που ζουν σε συνθήκες ανέχειας. Όμως υπάρχουν δαπάνες του αντιπαραγωγικού κράτους που θα μπορούσαν να περικοπούν για να βοηθηθούν τα στρώματα αυτά, αντί να κόβονται οι δαπάνες εκείνες που μπορούν καταπολεμήσουν την φτώχεια και την ανεργία με παραγωγικό και βιώσιμο τρόπο.
Η κυβέρνηση απέναντι στη φτώχεια καταφεύγει στο «να σε κάψω Γιάννη, να σ’ άλείψω μέλι για να γιάνει».