Πώς ο νέος νόμος θα αυξήσει τις τιμές των φαρμάκων

Δημήτρης Λιντζέρης 18 Μαρ 2019

Από το 2010 έως 2014 κατεβλήθη συστηματική προσπάθεια προκειμένου η ετήσια δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, από 5,5 δισ. ευρώ, να μειωθεί στα 2 δισ. Αυτό συνέβη χωρίς να παρουσιαστεί κάποια έλλειψη φαρμάκων. Για να γίνει αυτό χρειάστηκαν δομικές παρεμβάσεις σε πολλούς τομείς στην πολιτική του φαρμάκου.

Ο εξορθολογισμός και η εξυγίανση στο ζήτημα της τιμολόγησης στηρίχθηκαν εκτός των άλλων σε τέσσερις παραδοχές, οι οποίες εφαρμόστηκαν με απόλυτα διαφανή και εύκολα ελέγξιμο τρόπο από τον Ελληνικό Οργανισμό Φαρμάκων: Πρώτον, η τιμή στα φάρμακα που τελούν υπό καθεστώς προστασίας (on patent) καθοριζόταν από τον μέσο όρο των τριών χαμηλότερων τιμών των 28 χωρών-μελών της Ε.Ε. Το ίδιο ίσχυε και για όλα τα φάρμακα αναφοράς (αυτά με τα οποία συνδέονται τα γενόσημα που κυκλοφορούν). Δεύτερον, όταν σ’ ένα φάρμακο έληγε η περίοδος προστασίας (off patent) η τιμή του έπεφτε στο 50% της αρχικής. Τρίτον, η τιμή των γενοσήμων καθοριζόταν στο 65% της τιμής των off patent. Τέλος, απαγορεύονταν κατηγορηματικά οι αυξήσεις. Μάλιστα, στο σύστημα τιμολόγησης του ΕΟΦ υπήρχε κόφτης ώστε η νέα τιμή να είναι μικρότερη ή ίση με την προηγούμενη.

Ετσι, η τιμή πρωτοτύπου που κόστιζε 20 ευρώ μειωνόταν στα 10 ευρώ όταν έληγε η περίοδος προστασίας του. Τα δε γενόσημα που ακολουθούσαν κόστιζαν το ανώτατο 6,5 ευρώ. Με τον νέο νόμο του κ. Ξανθού, αλλάζουν και οι τέσσερις αυτές παραδοχές. Τα πρωτότυπα λαμβάνουν τιμή όχι από τις 28 χώρες-μέλη της Ε.Ε. αλλά από τις 18 της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με διάταξη του νόμου, η τιμή κανενός φαρμάκου δεν μπορεί να μειωθεί περισσότερο από 10% σε σχέση με την προηγούμενη τιμή του (καταργείται το 50%). Τα γενόσημα πλέον είναι δυνατόν να κοστίζουν στο 75% του φαρμάκου αναφοράς (καταργείται το όριο 65%). Τέλος, επιτρέπονται αυξήσεις στα φάρμακα μέχρι 10%.

Ετσι, οι τιμές στο προηγούμενο παράδειγμα θα διαμορφωθούν ως εξής: Η τιμή του πρωτοτύπου που κοστίζει σήμερα 20 ευρώ είναι σίγουρο ότι θα αυξηθεί (αφού λαμβάνονται υπόψη μόνο τα κράτη της Ευρωζώνης). Η τιμή του off patent θα διαμορφωθεί το λιγότερο στα 18 ευρώ (μείωση μόνο 10%) και των γενοσήμων που ακολουθούν στα 13,5 ευρώ (75% του φαρμάκου αναφοράς) ή στην καλύτερη περίπτωση 11,7 ευρώ.

Αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι τιμές στο σύνολο σχεδόν των κυκλοφορούντων εν Ελλάδι φαρμάκων θα αυξηθούν. Από αυτές τις ρυθμίσεις ουδόλως εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον ή οι Ελληνες ασθενείς. Ο μόνος που κερδίζει είναι οι πολυεθνικές εταιρείες των φαρμάκων, που θα αυξήσουν τα κέρδη τους στην εγχώρια αγορά, αλλά και διεθνώς, αφού η χώρα μας αποτελεί σημείο αναφοράς καθορισμού τιμής σε πολλές άλλες χώρες. Το κέρδος της ντόπιας φαρμακοβιομηχανίας θα αποδειχθεί απατηλό, αφού ναι μεν θα αυξηθεί η τιμή αρκετών γενοσήμων, όμως η μικρή διαφορά τιμής από τα πρωτότυπα θα μειώσει ακόμα περισσότερο τη χρήση τους.

Η ετήσια δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, που πέρυσι ανήλθε σε 2,8 δισ. ευρώ προ claw-back και rebate, θα αυξηθεί κατά πολύ. Η μορφή αυτή συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης είναι μέτρο άδικο, οριζόντιο και αδιέξοδο, και πρέπει να αλλάξει. Και ναι μεν η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη θα παραμείνει στα 2 δισ. ευρώ, όμως η ιδιωτική δαπάνη θα αυξηθεί δραματικά, όπως επίσης και η συμμετοχή των ασθενών στα φάρμακα που προμηθεύονται μέσω ΕΟΠΥΥ (αποτελεί ποσοστό της τιμής του φαρμάκου).

Τον προηγούμενο χρόνο, οι πωλήσεις των φαρμάκων στη χώρα μας προσέγγισαν τα 5 δισ. ευρώ (στοιχεία από το site του ΕΟΦ). Η εκτίμησή μου είναι ότι με βάση τον νόμο Ξανθού θα υπάρξει αύξηση τουλάχιστον κατά 7%. Αυτό το επιπλέον ποσό θα επιβαρύνει την τσέπη των Ελλήνων ασθενών.

Οι ρυθμίσεις αυτές επιβεβαιώνουν την αποτυχία της φαρμακευτικής πολιτικής την τελευταία τετραετία. Ομως, εκτός από την ανικανότητα, αποκαλύπτεται η διαπλοκή και ενδεχομένως η συναλλαγή των κυβερνώντων με μεγάλα ξένα και εγχώρια οικονομικά συμφέροντα, η οποία γίνεται με τρόπο κυνικό και εξόφθαλμο.