Πως έζησα την μεταπολίτευση

Γιώργος Λιγνός 24 Ιουλ 2024

Στις 24  Ιουλίου 1974 ήμουνα  19 ετών.   Παρακολουθούσα όπως όλοι τις  εξελίξεις. Τα νέα  κυκλοφορούσαν  στόμα με στόμα.  Είχε γίνει πια  αντιληπτό ότι το καθεστώς των συνταγματαρχών κατέρρεε  κάτω από τις συνέπειες  του προδοτικού πραξικοπήματος  του Σαμψών  στην Κύπρο το οποίο οργάνωσαν  και  την τραγική τους αδυναμία να υπερασπιστούν  την ακεραιότητα  του νησιού.  Ακούγαμε  για κυβέρνηση πολιτικών όπως  ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ο  Ευάγγελος Αβέρωφ  ο Γεώργιος Μαύρος  και άλλοι πολλοί. Αν θυμάμαι καλά  κατά τις 10 το βράδυ μάθαμε ότι θα ερχόταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής  από το Παρίσι. Τα  πράγματα είχαν πάρει το δρόμο τους.

Κι  εμείς που είχαμε βγάλει όλη τη δικτατορία  κάτω από μια χούντα, είμασταν 6η Δημοτικου όταν έγινε,  βρεθήκαμε να  ψηλαφούμε την έννοια της Δημοκρατίας. Όλα αυτά τα χρόνια  η πραγματικότητα της  δικτατορίας  γινόταν πιο αντιληπτή  ακούγοντας για συλλήψεις  μαθητών ή φοιτητών μεγαλύτερων από εμάς ή γονιών φίλων  μας.  Δεν ήταν μόνο τα μεγάλα  γεγονότα  όπως η εξέγερση της Νομικής  ή το Πολυτεχνείο, αλλά αντιστασιακές κινήσεις  που περνούσαν μεν στα ψιλά των εφημερίδων εξ αιτίας της  λογοκρισίας  αλλά τις μαθαίναμε λόγω φιλίας με τα παιδιά   ακέραιων  ανθρώπων που υπακούοντας  στη συνείδησή τους  εναντιωνόντουσαν στο καθεστώς.  Ήσαν άνθρωποι που έδρασαν με ελεύθερη βούληση και  που μετέπειτα  δεν εξαργύρωσαν την έντιμη στάση τους. Κι όσοι από αυτούς  προσπάθησαν να επιβιώσουν μέσα στους κομματικούς μηχανισμούς ανακάλυψαν ότι οι μηχανισμοί σου ζητάνε υπακοή και αναπαραγωγή  ενός στερεότυπου μηνύματος.

Έτσι περάσαμε στην Δημοκρατία με  απόψεις  του τύπου «τι μπρόκολα, τι λάχανα» ή ακούγοντας  για αλλαγή Νατοϊκής φρουράς.   Χρονιάρα μέρα δεν αναφέρω ονόματα. Είναι περίπου οι ίδιοι  που έλεγαν αργότερα  ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο,   για να  καταλάβουν ότι η ΕΟΚ  και αργότερα η Ε.Ε ήταν ότι καλύτερο  μπορούσε να μας συμβεί άσχετα αν δεν το παραδέχτηκαν.   Γιατί τίποτα δεν ήταν δεδομένο. Τα πάντα  κερδήθηκαν και ευτυχώς  η  Δημοκρατία  εγκαθιδρύθηκε αναίμακτα.   

Η δυσπιστία  απέναντι στους καινούργιους θεσμούς   μπορεί να στηριζόταν σε εμπειρίες του παρελθόντος και  ως εκ τούτου η στάση αυτή   να ήταν εξηγήσιμη. Όμως  η αμφισβήτηση του γεγονότος  ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τη βοήθεια  σημαντικών συνεργατών πέτυχε να  στερεώσει την κοινοβουλευτική δημοκρατία στην Ελλάδα   είναι στενόκαρδη και άδικη.

Έτσι μπορώ να  πω πόσο άδικο είχε ο φίλος μου ο Χάρης  που με περιμάζεψε  με το αυτοκίνητο του αστού αντιστασιακού  πατέρα του για να  κατεβούμε στο κέντρο της Αθήνας και κορνάροντας φώναζε από το παράθυρο το εξής αντιφατικό σύνθημα που ακόμα με στοιχειώνει.

Ήλθε ο καλός φασίστας, ήλθε ο καλός  φασίστας.

Το σύνθημα αυτό έκρυβε μέσα του όλη την παθογένεια  της  δήθεν συνεπούς και αδιαπραγμάτευτης  στάσης των αυτοαποκαλούμενων δημοκρατικών δυνάμεων, που αδυνατούσαν να αντιληφθούν ότι οι αστικές δυνάμεις  μπορούν να είναι αταλάντευτα  εχθρικές απέναντι σε μία δικτατορία.  Η άρνηση της δημοκρατικότητας  των δυνάμεων αυτών είναι ένα  μικρόβιο που ακόμα σήμερα  υπάρχει και κυκλοφορεί και αποτελεί την βάση του  πολιτικού ετεροπροσδιορισμού.

Το μήνυμα σύμφωνα με αυτή τη λογική είναι απλό. Ο  Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία  είναι καθεστώς  και μόνο  εμείς ευαγγελιζόμαστε την αληθινή δημοκρατία. Για αυτούς  δεν υπάρχει  υπερκείμενο δημοκρατικό παιχνίδι. Η δημοκρατία  αρχίζει πέρα από αυτό το αυθαίρετο όριο που εκείνοι ορίζουν α λα καρτ.

Ευτυχώς  όμως  η Δημοκρατία και οι θεσμοί της είναι κάτι ευρύτερο μας εμπεριέχει όλους   και απορροφά τις στρεβλώσεις  που προκαλούνται από τέτοια απλοϊκά σχήματα.

Κι όσο για τον φίλο μου τον Χάρη   50 χρόνια μετά  εξακολουθεί και σκέφτεται ετσι.

Σχόλιο στην εκπομπή «Καθρέφτης» του Χρήστου Μιχαηλίδη στo Α΄Πρόγραμμα της ΕΡΤ