Τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο η πορεία προς το μέλλον δεν διαμορφώνει συνεκτικές κοινωνικές συνθήκες. Και αυτό ισχύει όχι μόνο για την δυναμική, που αναπτύσσεται στο εσωτερικό των κοινωνιών, αλλά διαπερνά και τις μεταξύ τους σχέσεις, αν και η παγκοσμιοποίηση στηρίζεται στην οικοδόμηση συνεκτικών συνθηκών στο διεθνές επίπεδο, διότι σε αντίθετη περίπτωση αποτελεί προπέτασμα για την εκμετάλλευση των αδύναμων από τις ισχυρές χώρες στα διάφορα πεδία δραστηριοποίησης και δεν έχει προοπτική.
Είναι δε ανησυχητικό, ότι παγιώνονται σχέσεις εκμετάλλευσης, ενώ παράλληλα γίνεται επίκληση του κοινωνικού συμφέροντος και ανθρωπιστικών αξιών για την νομιμοποίηση αυτής της πορείας στο πολιτικό πεδίο. Η πραγματικότητα είναι αποκαλυπτική.
Σύμφωνα με στοιχεία, που παρουσιάσθηκαν από το Ίδρυμα Μποδοσάκη στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την κοινωνία πολιτών στην Ελλάδα, προκύπτει, ότι ο βαθμός εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στα διάφορα κοινωνικά μορφώματα είναι από μέτριος έως χαμηλός.
Το 44,3% των Ελλήνων εμπιστεύεται τα κοινωφελή ιδρύματα, το 42,2% την εκκλησία, το 38,9% την κυβέρνηση, το 30,8% τα κοινωνικά κινήματα, το 26,2% τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ), το 22,5% τα πολιτικά κόμματα και το 18,3% τα συνδικάτα.
Επίσης στο ερώτημα για το ποιος αντιμετωπίζει πιο αποτελεσματικά τα κοινωνικά ζητήματα το 39,4% απαντά το κράτος, το 17,5% τα κοινωφελή ιδρύματα, το 12,2% οι επιχειρήσεις και το 10,3% οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.
Σε σχέση με την κατεύθυνση της προσφοράς των ΜΚΟ της κοινωνίας πολιτών το 53,4% θεωρεί, ότι βοηθούν τους πρόσφυγες, το 44,6% ότι δραστηριοποιούνται για την καταπολέμηση των διακρίσεων, το 30,6% για το περιβάλλον και το 30,4% για πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Ως προς την εμπιστοσύνη των πολιτών στις ΜΚΟ 7 στους 10 (70,4%) πιστεύουν, ότι πίσω από τις φιλανθρωπικές δράσεις τους καλύπτουν άλλους σκοπούς (πολιτικούς, φορολογικούς, υστεροφημίας κ.λ.π.), 1 στους 4 (26,2%) τις εμπιστεύεται και 1 στους 3 (34,2%) αναφέρει, ότι γνωρίζει τις δράσεις τους.
Είναι εμφανές, ότι η κοινωνία πολιτών στην Ελλάδα δεν έχει αναπτυχθεί επαρκώς, ούτε εκφράζει το κοινωνικό συμφέρον, με αποτέλεσμα να μην συμβάλλει στην οικοδόμηση κοινωνικής συνοχής στην σύγχρονη μαζοποιημένη κοινωνία του θεάματος. Επίσης η κοινωνία δεν εμπιστεύεται επαρκώς τους θεσμούς.
Δυστυχώς η μη οικοδόμηση συνεκτικών συνθηκών όχι μόνο στο εσωτερικό των κοινωνιών αλλά και μεταξύ τους καταγράφεται γενικότερα στον πλανήτη. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών το 2025 θα χρειασθούν ανθρωπιστική βοήθεια 213 εκατομμύρια παιδιά σε 146 χώρες.
Η βοήθεια αυτή θα χρησιμοποιηθεί για την διασφάλιση της πρόσβασης στην πρωτοβάθμια υγειονομική βοήθεια, σε πόσιμο νερό και στην παιδεία, καθώς και για τον εντοπισμό του υποσιτισμού, την ψυχολογική υποστήριξη και την πρόληψη της βίας με σημείο αναφοράς το φύλο.
Οι χώρες, που αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα προβλήματα, είναι το Αφγανιστάν, το Σουδάν, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η περιοχή της Παλαιστίνης και ο Λίβανος. Επίσης το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό (UNFPA, United Nations Population Fund) απευθύνει έκκληση για δωρεές 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να βοηθήσει 45 εκατομμύρια γυναίκες και κορίτσια σε 57 χώρες.
Ο απλός ευαισθητοποιημένος πολιτικά και κοινωνικά πολίτης θα αναρωτιέται, για ποιο λόγο στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η οποία εξαρτάται από την συνεργασία των κοινωνιών, δαπανώνται τεράστια ποσά για εξοπλισμούς και δεν αξιοποιούνται για την οικοδόμηση ευημερίας και συνοχής τόσο στο κοινωνικό όσο και στο γεωπολιτικό πεδίο.
Οι ανισορροπίες σε πλανητικό επίπεδο είναι πολύ περισσότερες και σταδιακά θα οδηγήσουν στην διαμόρφωση συγκρουσιακών συνθηκών, εάν δεν αντιμετωπισθούν τα γενεσιουργά αίτια.
Κάθε έκτο παιδί, σύμφωνα με στοιχεία της UNICEF μεγαλώνει σε περιοχές πολέμου ή συγκρούσεων. Εκτιμάται, ότι 460 εκατομμύρια πλήττονται από πολεμικές ή συγκρουσιακές συνθήκες, οι οποίες βιώνονται ως κίνδυνος θανάτου, τραυματισμού, πείνας και ασθενειών.
Το 2023 σύμφωνα με τον ΟΗΕ κατεγράφησαν 32.990 σοβαροί τραυματισμοί. Επίσης γεννήθηκαν 57 εκατομμύρια παιδιά σε χώρες με πολεμικές ή συγκρουσιακές συνθήκες. Ο ΟΗΕ κάνει έκκληση για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.
Αντί να καλλιεργείται αυτή η οπτική, σύμφωνα με έκθεση της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Amnesty International (Διεθνής Αμνηστία) συντελείται γενοκτονία στην Γάζα από το Ισραήλ με περισσότερα από 42.000 θύματα, ενώ η παγκόσμια κοινότητα αδιαφορεί. Το 65% των θανάτων αφορά γυναίκες και παιδιά. Επίσης το 97% του νερού στην Γάζα έχει χαρακτηρισθεί μη πόσιμο, ενώ οι καθημερινές διακοπές ρεύματος επηρεάζουν την λειτουργία των νοσοκομείων και την παροχή βασικών υπηρεσιών.
Η διεθνής κοινότητα παραμένει αδρανής και ο ΟΗΕ περιορίζεται μόνο στις εκκλήσεις για εκεχειρία. Συγκεκριμένα μέτρα δεν λαμβάνονται. Ουσιαστικά δεν λαμβάνεται υπόψη το διεθνές δίκαιο, ενώ πολλά κράτη δίνουν όπλα στο Ισραήλ. Η υποκρισία κυριαρχεί, όπως η τοποθέτηση του αμερικανού προέδρου Joe Biden, ότι «οι δολοφονίες αθώων ανθρώπων στην Γάζα πρέπει να σταματήσουν».
Τα αίτια για την διαμόρφωση μη συνεκτικών συνθηκών στο πλαίσιο της πορείας των κοινωνιών είναι πολυδιάστατα και με υψηλό φορτίο πολυπλοκότητας, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη η αντιμετώπιση τους με εργαλείο την οπτική της διαχείρισης της παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας με μονοδιάστατα εθνικά κριτήρια, ενώ η ροή του χρόνου έχει πολύ μεγάλη ταχύτητα και απαιτεί ανάλογη αντιμετώπιση στην λήψη πολιτικών αποφάσεων. Δυστυχώς η δυναμική της εξέλιξης υπερβαίνει την δυνατότητα λειτουργικής διαχείρισης της από το πολιτικό σύστημα.
Συγκεκριμένα στο εσωτερικό των κοινωνιών δεν παράγονται ούτε καλλιεργούνται συνεκτικές κοινωνικές αξίες, όπως είναι η ενσυναίσθηση και η κοινωνική ευθύνη. Έχουν υποκατασταθεί από την οπτική της κοινωνίας του θεάματος, στο πλαίσιο της οποίας νόημα στην ζωή προσδίδει η εντύπωση, που προκαλεί το θέαμα και όχι η αξιακή αναφορά και ο προσανατολισμός των ανθρώπων.
Με αυτά τα δεδομένα διευκολύνεται η αυτοεργαλειοποίηση του ανθρώπου με τον καταναλωτισμό και τον τρόπο, που χρησιμοποιεί την ψηφιακή τεχνολογία και την τεχνητή νοημοσύνη, διότι βιώνει την πραγματικότητα στην εικονική της εκδοχή και όχι στο πλαίσιο της συμβίωσης με τους συνανθρώπους του στις τοπικές κοινωνίες.
Με αυτό τον τρόπο ζωής βέβαια δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την ανάδειξη και προώθηση του κοινωνικού συμφέροντος, αλλά διευκολύνεται η οικοδόμηση της κοινωνικής πορείας με σημείο αναφοράς τις ανάγκες του συστήματος κοινωνικής οργάνωσης και λειτουργίας και όχι των πολιτών.
Πολύ σημαντική παράμετρος για την διασφάλιση της συνοχής στην κοινωνική πορεία είναι και η ενημέρωση των πολιτών, ώστε οι επιλογές και αποφάσεις τους να στηρίζονται σε ρεαλιστικά δεδομένα και όχι στην εξιδανίκευση και στις φαντασιώσεις σε σχέση με το μέλλον, που συχνά διαψεύδονται. Αυτό σημαίνει, ότι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ασκούν μεγάλη επιρροή στην διαμόρφωση γνώμης και στάσεων στους πολίτες, δηλαδή αναλαμβάνουν κοινωνική ευθύνη σε υψηλό βαθμό. Επίδραση ασκούν επίσης και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς να είναι σίγουρη η αξιοπιστία τους ως προς την αποτύπωση της σύγχρονης πολυδιάστατης και πολύπλοκης πραγματικότητας.
Κρίσιμο ρόλο για την οικοδόμηση συνεκτικής κοινωνικής πορείας παίζει και το πολιτικό σύστημα ως προς την αποκατάσταση βιώσιμων και με φορτίο δικαιοσύνης ισορροπιών σχετικά με την ευημερία των πολιτών χωρίς ανισότητες, οι οποίες αποδυναμώνουν την κοινωνική συνοχή. Για παράδειγμα δεν συμβάλλει θετικά η ανοχή και σε πολλές περιπτώσεις η καλλιέργεια της διαφθοράς ως εργαλείου (π.χ. το «μέσον») για τον έλεγχο της κοινωνικής δυναμικής και της διαμόρφωσης πολιτικών στάσεων στους πολίτες.
Επίσης η σύγχρονη ταχύτατα εξελισσόμενη πραγματικότητα χωρίς σταθερές και λειτουργικές γεωπολιτικές ισορροπίες και οι διαρκώς διευρυνόμενες κοινωνικές ανισότητες διαμορφώνουν συνθήκες ανασφάλειας στους πολίτες και ιδιαιτέρως στους νέους σε σχέση με το μέλλον και αυτό συρρικνώνει την κοινωνική συνοχή.
Τέλος οι διακρίσεις σε βάρος κοινωνικών ομάδων, αντί να προωθείται πολιτική ενσωμάτωσης τους στην κοινωνία, αποσταθεροποιούν την κοινωνική συνοχή, όπως συμβαίνει με τους Ρομά, οι οποίοι ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης. Ανάλογα φαινόμενα καταγράφονται και σε σχέση με τους πρόσφυγες.
Είναι εφικτός ο επαναπροσανατολισμός της κατεύθυνσης της πορείας των κοινωνιών, ώστε να οικοδομηθούν συνεκτικές συνθήκες τόσο στο εσωτερικό τους όσο και στο γεωπολιτικό πεδίο; Αν ληφθεί υπόψη η κυρίαρχη οπτική διαχείρισης της πραγματικότητας τόσο στο εθνικό όσο και στο πλανητικό επίπεδο σε συνδυασμό με την αδυναμία λήψης πολιτικών αποφάσεων σε λειτουργικό χρόνο, τότε το εγχείρημα δεν είναι εύκολο.
Όμως η πολιτική και η κοινωνική ευθύνη είναι πολύ μεγάλη και πρέπει να αναληφθεί, διότι από την αντίδραση του πολιτικού συστήματος αλλά και των πολιτών εξαρτάται γενικότερα η βιωσιμότητα και η συνεκτική πορεία προς το μέλλον.