Πορεία χωρίς όραμα

Χρίστος Αλεξόπουλος 18 Αυγ 2013

Με συνεχώς αυξανόμενη ταχύτητα προχωρεί από τους ευρωπαίους πολίτες και ιδιαιτέρως από τους Έλληνες η συνειδητοποίηση της έλλειψης μιας ρεαλιστικής οραματικής στρατηγικής σε σχέση με το μέλλον. Με απλά λόγια έχουν την αίσθηση, ότι «πορεύονται με βάρκα την ελπίδα« και όχι ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ο οποίος αξιοποιεί πλήρως τις δυνατότητες της επστημονικής και τεχνολογικής γνώσης καθώς και την προοπτική ενός λειτουργικού για όλους παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας για την ευημερία και την ειρήνη σε πλανητικό επίπεδο. Ακόμη και το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης ξεφτίζει συνεχώς στη συνείδηση των ευρωπαίων πολιτών. Βλέπουν με καχυποψία την προοπτική της ενοποίησης, ενώ αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο δεν εμπιστευόνται τις πολιτικές ηγεσίες και γενικότερα το πολιτικό σύστημα σε σχέση με την διακυβέρνηση τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η οικονομική κρίση αποκάλυψε ανάγλυφα τα προβλήματα, της πολιτικής διαχείρισης της πορείας τόσο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος όσο και των επιμέρους κρατών-μελών.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι ο ευρωσκεπτικισμός αποτελεί πλέον πλειοψηφικό ρεύμα. Και η ευθύνη του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος και ιδιαιτέρως στις ισχυρές οικονομικά χώρες είναι τεράστια. Αποδεικνύεται, ότι τόσο σε επίπεδο συλλογικού μορφώματος όσο και σε επίπεδο πολιτικού προσωπικού κυριαρχεί η ανεπάρκεια και η έλλειψη σύγχρονων εργαλείων για την επεξεργασία, σχεδίαση και υλοποίηση πολτικών, οι οποίες θα μετεξελίξουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σε μια ομόσπονδη δύναμη ειρήνης και αλληλεγγύης. Μια δύναμη, η οποία εγγυάται ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για όλους τους πολίτες; Αντί για αυτό, με την ακολουθούμενη πολιτική η οικονομική κρίση απειλεί να οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε αποσύνθεση. Σε συνέντευξη του ςτη γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung ο αμερκανός οικονομολόγος και καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τέξας Τζέιμς Γκαλμπρεϊθ επισημαίνει, ότι «η Ευρώπη βρίσκεται πιο κοντά στην κατάρρευση παρά στη λύση» και συνεχίζει «η Ευρώπη θα εισέλθει σε μια νέα φάση της κρίσης. Είμαι βέβαιος γι’αυτό. Οι πολιτικοί δεν καταφέρνουν να θέσουν την κρίση υπό έλεγχο. Πολλοί πολιτικοί δεν φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει, τι πραγματικά συμβαίνει στην περιφέρεια της ευρωπαϊκής ηπείρου».

Και ενώ η κατάσταση συνεχώς χειροτερεύει και η Ευρώπη μετατρέπεται σε απλό θεατή των πλανητικών εξελίξεων, το πολιτικό σύστημα παραμένει δέσμιο των εσωτερικών του αντιφάσεων και της αδυναμίας του να μετεξελιχθεί και να ανταποκριθεί στις ανάγκες της σύγχρονης πραγματικότητας. Αδυνατεί να ισορροπήσει την ανάγκη μακροπόθεσμου σχεδιασμού, για να είναι βιώσιμος και αποτελεσματικός, με την βραχυπρόθεσμη απόδοση της εφαρμοζόμενης πολιτικής για να υπάρχει και πολιτικό όφελος. Ουσιαστικά εγκλωβίζεται στην αντίφαση του βραχυπρόθεσμου ατομικού συμφέροντος σε αντιδιαστολή με το μακροπρόθεσμο κοινωνικό συμφέρον, το οποίο επίσης ικανοποιεί ατομικές ανάγκες, στο πλαίσιο όμως της συνολικής πορείας και ανάπτυξης μιας κοινωνίας. Σε αυτή την περίπτωση δεν βρίσκει ανταπόκριση η λογική του ατομικισμού και του ανταγωνισμού προκειμένου να αυξάνεται η καταναλωτική δυνατότητα του ατόμου και να κατακτά την κοινωνική καταξίωση σύμφωνα με την οπτική θεώρησης της πραγματικότητας, την οποία επέβαλε ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός. Όσο περισσότερο μια κοινωνία διαπερνάται από αυτή τη φιλοσοφία, τόσο λιγότερο ισχύουν οι όποιοι ρυθμιστικοί κανόνες αποτελούν σημεία αναφοράς των σχέσεων και συναλλαγών των μελών της. Πού χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ελληνική περίπτωση. Η χώρα κινδυνεύει να βυθιστεί στο χάος και η φοροδιαφυγή ευδοκιμεί. Και δεν είναι μόνο αυτό. Ανθεί και η φοροαπαλλαγή ή φοροαποφυγή με την ανοχή του πολιτικού συστήματος. Και αυτό στο όνομα των θέσεων εργασίας, οι οποίες δημιουργούνται ή δεν χάνονται, μια και η οικονομία είναι παγκοσμιοποημένη και οι μετακινήσεις κεφαλαίων από χώρα σε χώρα ευδοκιμεί και διευκολύνεται στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Οπότε αυτομάτως τίθεται και ένα άλλο πρόβλημα της σύγχρονης πολιτικής, η αδυναμία να είναι αποτελεσματική στο μέτρο που εξαντλεί τα όρια της στο εθνικό επίπεδο. Σε αυτό αντλεί τη νομιμοποίηση της, όμως στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης των κεφαλαίων και της εργασίας μπορεί να είναι αποτελεσματική, όταν υπερβαίνει αυτά τα όρια. Και αυτό, στη σύγχρονη συγκυρία, μπορούν να το κάνουν μεγάλες δυνάμεις με γεωπολιτική και οικονομική ισχύ. Δεν υπάρχουν ακόμη εκείνοι οι πλανητικοί μηχανισμοί και θεσμοί, οι οποίοι θα διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για τη διεύρυνση των ορίων της πολιτικής και του πολιτικού συστήματος. Η πραγματικότητα τόσο σε υπερεθνικό όσο και σε εθνικό επίπεδο είναι τόσο πολύπλοκη και σύνθετη, που σε συνδυασμό και με τη μεγάλη ταχύτητα της εξέλιξης, διαμορφώνει ένα πολύ πυκνό σε προϋποθέσεις πλαίσιο για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, το οποίο οδηγεί σε μοιραίες καθυστερήσεις ως προς τις αναγκαίες αλλαγές και τομές στους διάφορους τομείς άσκησης κυβερνητικής ή μη πολιτικής. Το αποτέλεσμα είναι η διόγκωση των προβλημάτων και η άνοδος του βαθμού διακινδύνευσης. Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η βραδύτητα, με την οποία λειτουργούν τα διάφορα θεσμικά όργανα στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών και ιδιαιτέρως την ελληνική.

Η προοπτική για την ανάπτυξη μιας οραματικής στρατηγικής με αυτά τα δεδομένα είναι πολύ ισχνή. Εξάλλου για να υπάρξει όραμα, είναι απαραίτητη προϋπόθεση να λειτουργεί μια κοινωνία στηριζόμενη σε ένα σύστημα αξιών, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την συνοχή της και ταυτοχρόνως το σημείο αναφοράς για τη σύνθεση του οράματος με την δυναμική, που θα αναπτύξει μια οραματική στρατηγική. Οι αλλαγές και τομές που πρέπει να γίνουν, ώστε να κινηθεί με σιγουριά το καράβι της Ευρώπης και της Ελλάδας προς το μέλλον, θα δημιουγήσουν μεγάλη και επικίνδυνη ρευστότητα. Μια κοινωνία ή σύνολο κοινωνιών χωρίς τα σταθερά σημεία ενός αξιακού συστήματος θα αντιμετωπίσουν υπαρξιακό πρόβλημα σε αυτή την πορεία μετασχηματισμού σε πολλά επίπεδα. Στη σημερινή κοινωνία του θεάματος κυρίαρχη αξία είναι ο καταναλωτισμός και ό,τι τον ενισχύει σε ατομικό επίπεδο. Το άτομο, ως ανθρώπινη οντότητα, αντιμετωπίζεται ως βιολογική μηχανή, η οποία χειραγωγείται ανάλογα με τις ανάγκες ενός καταναλωτικού συστήματος. Το θέαμα δε λειτουργεί ως βασική παράμετρος οριοθέτησης της ελεύθερης βούλησης. Με αυτή την έννοια στη σύγχρονη εποχή η επίκληση της ελευθερίας του ατόμου αποτελεί φενάκη και εργαλείο για την αποξένωση του από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, οι οποίες το αφορούν. Όταν η ελεύθερη βούληση του ατόμου δεν συνδέεται με την κοινωνική ενεργοποίηση και την πολιτική λειτουργία στο πλαίσιο κοινωνικών δομών, αλλά με την επιλογή προτύπων, καταναλωτικών και άλλων στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος, τότε το άτομο υπηρετεί συτημικές ανάγκες και κοινωνικές ελίτ, που διαχειρίζονται και οριοθετούν τη δυναμική του ισχύοντoς μοντέλου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης. Αυτό το μοντέλο, το οποίο πελαγοδρομεί ανάμεσα στις εσωτερικές του αντιφάσεις και τη νέα πραγματικότητα, που διαμορφώνουν η παγκοσμιοποίηση και η μαζική αξιοποίηση της ταχύτατα εξελισόμενης επιστημονικής γνώσης στο καθημερινό γίγνεσθαι. Τώρα βέβαια έχει προστεθεί και μια άλλη παράμετρος σε αυτό το πολυεστιακό εκκρεμές της δυναμικής της ισχύουσας κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης. Και αυτή η παράμετρος δεν είναι άλλη από τις επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριοποίησης στο φυσικό περιβάλλον, είτε αυτές έχουν να κάνουν με την σταδιακή εξάντληση των φυσικών πόρων είτε έχουν να κάνουν με την ρύπανση και την κλιματική αλλαγή.

Αυτή η κατάσταση επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το δεδομένο, ότι δεν είναι ανεπτυγμένη σε λειτουργικό βαθμό η ευρωπαϊκή κοινωνία πολιτών, ούτε και ο ρόλος της θεσμικά κατοχυρωμένος. Ενισχύεται τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο, στο βαθμό που υπηρετεί συγκεκριμένες πολιτικές, οι οποίες αποφασίζονται είτε από την ευρωπαϊκή είτε από την εθνική διοίκηση. Ένα άλλο εμπόδιο είναι και η ανεπάρκεια του χρόνου σε ατομικό επίπεδο. Οι κοινωνικοί ρόλοι του ατόμου αφήνουν λίγα περιθώρια για την ενεργοποίηση του στις δομές της κοινωνίας πολιτών. Στην Ελλάδα βέβαια το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο, διότι οι υπάρχουσες δομές πρέπει από ελεγχόμενοι πολιτικά μαζικοί χώροι να μετατραπούν σε δυναμικές δομές κοινωνικού μετασχηματισμού, οι οποίες εκφράζουν τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας. Αυτό θα συμβάλλει και στην πρόσδωση ουσιαστικού περιεχομένου στη δημοκρατία, διότι θα διαμορφωθεί ένας ανεξάρτητος πόλος διαλόγου και έκφρασης, ως ένα βαθμό, του κοινωνικού συμφέροντος, ο οποίος θα ισορροπήσει την μονόπλευρη πολιτική επικοινωνία στο πλαίσιο των ηλεκτρονικών μίντια. Παραλλήλως δημιουργούνται οι προϋποθέσεις, εάν αυτός ο διάλογος αποκτήσει θεσμικό χαρακτήρα, για την λειτουργία ενός μόνιμου φόρουμ διαλόγου της κοινωνίας πολιτών με το πολτικό σύστημα και τους κυβερνητικούς μηχανισμούς λήψης αποφάσεων. Η πιο σημαντική συμβολή όμως ενός τέτοιου φόρουμ διαλόγου είναι η προοπτική ενεργοποίησης της κοινωνίας σε σχέση με το μέλλον της και τη συνειδητοποίηση των παραμέτρων, οι οποίες οριοθετούν την καθημερινότητα της, χωρίς να είναι αναγκαστικά ορατός ο τρόπος που το κάνουν. Μέσα από αυτή την εμβάθυνση της επαφής με την καθημερινότητα, η οποία εξαρτάται από την παγκόσμια δυναμική της οικονομίας, την συνεχή επιστημονική παραγωγή γνώσεων, κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις τους, θα αρχίσει να αναπτύσσεται και ένα σύγχρονο σύστημα αξιών. Οι κοινωνίες της σύγχρονης εποχής πρέπει να αρχίσουν να αναζητούν νόημα στην ουσιαστική συμμετοχή τους στη δυναμική της εξέλιξης. Με αυτό τον τρόπο θα καταπολεμηθεί η αποστασιοποίηση του πολιτικού συστήματος από την κοινωνική βάση. Ταυτοχρόνως θα αυξηθεί και η πίεση για την αντιμετώπιση της έλλειψης μιας ρεαλιστικής οραματικής στρατηγικής σε σχέση με το μέλλον, διότι η συμμετοχή της κοινωνίας πολιτών στο διάλογο θα οδηγήσει πιο εύκολα στη συνειδητοποίηση, ότι ο μακροπρόθεσμος πολιτικός σχεδιασμός δεν μπορεί να έχει βραχυπρόθεσμη απόδοση σε ατομικό επίπεδο. Στο μέτρο που η κοινωνία, ως οργανωμένο σύνολο, επιτυγχάνει τους στόχους της στους διάφορους τομείς δραστηριότητας (οικονομία, υγεία, εκπαίδευση κτλ.), επωφελείται και το άτομο. Με αυτά τα δεδομένα ο κάθε πολίτης και το κάθε οργανωμένο σύνολο θα επενδύουν σε ρεαλιστικές οραματικές στρατηγικές και οι στοχεύσεις τους δεν θα εξαντλούνται στο σήμερα.