Φαίνεται, ότι ωρίμασαν οι συνθήκες για την πραγματοποίηση αυτοκριτικής και ριζικών αλλαγών τόσο στο πολιτικό σύστημα όσο και στην κοινωνία. Η πορεία αποσύνθεσης της χώρας έχει φθάσει σε οριακό σημείο με κίνδυνο, εάν δεν ανακοπεί, να οδηγήσει σε πολύ δυσάρεστα αποτελέσματα, τα οποία θα οριοθετήσουν ένα μέλλον χωρίς προοπτική.
Γι’ αυτό η αυτοκριτική δεν πρέπει να εξαντλείται μόνο στην ανάληψη των προσωπικών ευθυνών, αλλά να οδηγεί και στην πραγματοποίηση των αναγκαίων αλλαγών στη δομή των κομμάτων και στο περιεχόμενο του πολιτικού λόγου, ώστε να συμπορεύονται με την δυναμική της διαρκώς μετασχηματιζόμενης πραγματικότητας και μάλιστα σε βάθος χρόνου.
Σίγουρα οι συνθήκες ωρίμασαν. Το θέμα είναι, εάν συμβαίνει το ίδιο και με το πολιτικό σύστημα, διότι μια πορεία ανάταξης και ανασυγκρότησης θα είναι επώδυνη για τους πολίτες, οι οποίοι έχουν συνηθίσει σε άλλες συνθήκες στασιμότητας και βολέματος χωρίς δυναμική και μέλλον και τώρα πρέπει να αλλάξουν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και με αρκετά υψηλό κόστος μάλιστα, που θα έχει και πολιτικές προεκτάσεις.
Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να δρομολογηθεί άμεσα συναινετική πορεία των κομμάτων για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί, μέχρι να επιτευχθεί η ανάκαμψη.
Είναι αυτό εφικτό; Τι δείχνει την ωρίμανση των συνθηκών;
Εάν ληφθεί υπόψη η μέχρι τώρα πρακτική των κομμάτων, δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα προοπτική συναίνεσης. Κυριαρχεί η πόλωση και μάλιστα η ακραία, η οποία δεν επιτρέπει την έκφραση της κοινωνικής πλειοψηφίας στο επίπεδο της διακυβέρνησης.
Έτσι και αλλιώς το σημαντικό για τα κόμματα και το πολιτικό προσωπικό είναι η διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας. Γι’ αυτό και δεν επεξεργάζονται αξιόπιστες μακροπρόθεσμες πολιτικές προτάσεις, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες συνθήκες σε συνδυασμό με τις δυνατότητες της χώρας σε όλους τους τομείς. Αρκούνται μόνο στις χαμηλού επιπέδου αντιπαραθέσεις σε σχέση με το ποιός είναι πιο ικανός από τον άλλο.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συζήτηση, που έγινε στη Βουλή (1. 2. 2017) με θέμα την αντιμετώπιση της διαφθοράς και της διαπλοκής με αφορμή το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής για την δανειοδότηση κομμάτων και μέσων ενημέρωσης.
Ο πρωθυπουργός, αφού ισχυρίσθηκε, ότι «η αξιολόγηση θα κλείσει χωρίς υποχωρήσεις σε θέματα αρχών» και κατηγόρησε την αξιωματική αντιπολίτευση, ότι «ακολουθεί ως ουρά» το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, έδωσε απάντηση και στο αίτημα της Νέας Δημοκρατίας για διενέργεια εκλογών λέγοντας, ότι «το να ζητάτε εκλογές πριν κλείσει η αξιολόγηση, ή απερισκεψία είναι ή χρήσιμη ηλιθιότητα».
Όταν έκρινε, ότι ήλθε η ώρα να μιλήσει και για το θέμα της διαφθοράς και της διαπλοκής μεταξύ των κομμάτων, των τραπεζών και των μέσων ενημέρωσης, άρχισε τις επιθέσεις στον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας κάνοντας αναφορά στα δάνεια, που έχουν χορηγηθεί στον «Κήρυκα Χανίων».
Από την άλλη πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης η απάντηση ήταν «Δεν θα σας αφήσουμε να παίξετε και πάλι τη χώρα στα ζάρια», ενώ εκφράσθηκαν και χαρακτηρισμοί προς τον πρωθυπουργό για «κρεσέντο ψεύτικων υποσχέσεων» και για «παραλήρημα λασπολογίας». Ετέθη βέβαια και το θέμα της δανειοδότησης της «Αυγής».
Δεν έχει νόημα να περιγραφεί λεπτομερώς η συζήτηση στη Βουλή, η οποία μάλιστα διήρκεσε 11 ώρες. Πραγματικά κάτι τέτοιο θα ήταν μαζοχισμός. Όλοι αναπαράγουν την λογική της πολωτικής αντιπαράθεσης χωρίς ουσία και αναφορά στο πραγματικό αντικείμενο της συζήτησης, δηλαδή την διαφθορά, η οποία έχει κυριολεκτικά παραλύσει την χώρα και δεν αντιμετωπίζεται από το πολιτικό σύστημα μέχρι τώρα, ανεξάρτητα από το εάν διαχειρίζεται κυβερνητική εξουσία αυτή την περίοδο, ή το έκανε στο παρελθόν.
Αρκεί να ληφθεί υπόψη η έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας για το 2016, στο πλαίσιο της οποίας η Ελλάδα κατετάγη στην 69η θέση, ενώ το 2015 ήταν στην 58η. Αντί να μειώνεται η διαφθορά, ακολουθεί ανοδική πορεία.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι πλέον διεφθαρμένες χώρες είναι η Βουλγαρία και η Ελλάδα (44 πόντοι) και ακολουθούν η Ιταλία, η Ρουμανία, η Ουγγαρία, η Κροατία, η Σλοβακία, η Μάλτα, η Τσεχία και η Κύπρος.
Έχει πολύ ενδιαφέρον, ότι στα συμπεράσματα της έκθεσης διαπιστώνεται αύξηση της διαφθοράς σε παγκόσμιο επίπεδο για το έτος 2016. Επίσης οι διεφθαρμένες χώρες έχουν αδύναμους θεσμούς και κακή διακυβέρνηση.
Δεν είναι όμως μόνο η διαφθορά το πρόβλημα της χώρας, το οποίο κυριολεκτικά θα την διαλύσει και θα την οδηγήσει στην πλήρη αποσύνθεση, εάν δεν αντιμετωπισθεί. Δυστυχώς συνδέεται και με άλλες αρνητικές παθογένειες της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας πραγματικότητας, ιδιαιτέρως στο ανεπτυγμένο της τμήμα, όπως είναι η κατάρρευση του συστήματος κοινωνικών αξιών, το οποίο θα συνέβαλε στην ισχυροποίηση της κοινωνικής συνοχής και στην προώθηση του πολιτισμού της ενσυναίσθησης.
Στο πλαίσιο του μοντέλου οικονομικής οργάνωσης και της κυρίαρχης λογικής αναπαραγωγής του, ώστε να συνεχισθούν οι συστημικές ισορροπίες, που το συνθέτουν, οι κινητήριες αξίες είναι ο ατομικισμός και ο ακραίος ανταγωνισμός με κύριο σημείο αναφοράς την αποκόμιση οικονομικού κέρδους.
Ο άνθρωπος και οι βασικές του ανάγκες δεν παίζουν πλέον τον ρόλο, ο οποίος θα διασφάλιζε άλλες κοινωνικές ισορροπίες. Όσο περισσότερο μπορεί να συμμετέχει το άτομο στην κατανομή του κέρδους, τόσο περισσότερο είναι σε θέση να ικανοποιεί τις βασικές του ανάγκες. Ειδάλλως το περιμένει η περιθωριοποίηση. Ακόμη και το δικαίωμα στην υγεία εξαρτάται από την οικονομική του κατάσταση.
Και ενώ οι συνθήκες συνεχώς χειροτερεύουν με την φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, το πολιτικό σύστημα ασχολείται με τον εαυτό του και την αναπαραγωγή των αρνητικών του παθογενειών, όπως είναι η ακραία πόλωση για την φθορά του αντιπάλου και την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας. Η κοινωνία παραμένει στο περιθώριο και τροφοδοτείται συνεχώς με φαντασιώσεις για το μέλλον.
Το τραγικό δε είναι, ότι αποκρύπτεται η οδυνηρή πραγματικότητα στο επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας. Για την προβληματική θέση, στην οποία βρίσκεται η πλειοψηφία της κοινωνίας, φταίνε οι άλλοι. Δεν λαμβάνεται υπόψη, ότι όλα τα κόμματα, που κυβέρνησαν ή κυβερνούν τώρα τη χώρα, έχουν συμβάλλει στην αδιέξοδη πορεία της αποσύνθεσης.
Το ίδιο ισχύει βέβαια και για το πολιτικό προσωπικό. Γι’ αυτό και ηχούν παράταιρα δηλώσεις, όπως αυτή του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας για τον κυβερνητικό συνασπισμό, ότι «ούτε θέλουν, ούτε ξέρουν, ούτε μπορούν να λύσουν τα προβλήματα». Αν αυτό ισχύει για την παρούσα κυβέρνηση, τότε ισχύει και για τις προηγούμενες, που έφεραν τον τόπο σε αυτή την κατάσταση.
Κουράζουν αφόρητα οι λεκτικές τσαχπινιές των πολιτικών. Πολύ πιο χρήσιμο θα ήταν να εκπονούν λειτουργικά προγράμματα και βιώσιμες πολιτικές σε βάθος χρόνου για το καλό της ελληνικής κοινωνίας και το δικό τους.
Ειδάλλως η χώρα θα αντιμετωπίσει πολύ οξύ δημογραφικό πρόβλημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την προοπτική της ελληνικής κοινωνίας. Το πιστοποιούν με μεγάλη σαφήνεια τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2016.
Σύμφωνα με αυτά ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας κατά την διάρκεια του 2015 μειώθηκε κατά 75.000 άτομα. Η μείωση δε αποδίδεται στην υπογεννητικότητα και στην μετανάστευση στο εξωτερικό λόγω της κρίσης.
Η γήρανση της ελληνικής κοινωνίας επιταχύνεται με γρήγορους ρυθμούς, ενώ χάνεται πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο από την οικονομία, την οποία το πολιτικό σύστημα φιλοδοξεί να επανεκκινήσει. Δυστυχώς η πλειοψηφία των νέων μεταναστών την περίοδο της κρίσης είναι πανεπιστημιακού επιπέδου, για την εκπαίδευση των οποίων πλήρωσε ο ελληνικός λαός, αλλά τις ασφαλιστικές τους εισφορές τις καρπούται η χώρα υποδοχής τους.
Ανεξάρτητα όμως από αυτά τα προβλήματα και ακόμη περισσότερα, από τον οικονομικό τομέα (μη παραγωγική οικονομία κ.λ.π.) μέχρι τον γεωπολιτικό (σχέσεις με Τουρκία και γενικότερα η θέση και ο ρόλος της Ελλάδας στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο) και τον πολιτισμικό (σύστημα αξιών, το οποίο δεν είναι αποτέλεσμα διεργασιών στις τοπικές κοινωνίες αλλά διοχέτευσης προτύπων στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος και της παγκοσμιοποίησης της κουλτούρας), οι συνθήκες δεν επιτρέπουν μεγαλύτερη καθυστέρηση σε σχέση με την πραγματοποίηση ριζικών αλλαγών στο μοντέλο οργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας.
Το σύνολο των δημοκρατικών κομμάτων έχει την ευθύνη και την υποχρέωση να ξεκινήσει άμεσα αυτή την προσπάθεια με την έναρξη συστηματικού διαλόγου, ο οποίος θα στοχεύει στην επίτευξη των απαραίτητων συγκλίσεων και συναινέσεων, ώστε να εκφρασθεί η κοινωνική πλειοψηφία στο κυβερνητικό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο θα καταστεί εφικτή η πραγμάτωση του κοινωνικού συμφέροντος.
Αποφασιστικό ρόλο θα μπορούσε να παίξει και η κοινωνία πολιτών, αν και στην Ελλάδα δεν έχει αναπτύξει την δυναμική, που θα έπρεπε σε περίοδο κρίσης. Οι εξελίξεις δεν μπορούν να περιμένουν, αν η ελεύθερη βούληση πολιτών και συλλογικών υποκειμένων στοχεύει στην αποφυγή της αποσύνθεσης.