Μέχρι τώρα βασική παράμετρος αυτοπροσδιορισμού στις τοπικές κοινωνίες, τόσο σε σχέση με τα μεμονωμένα άτομα όσο και σε σχέση με το κοινωνικό σύνολο, ήταν η πολιτισμική ταυτότητα, δηλαδή η αίσθηση ενός ατόμου ή μιας κοινωνικής ομάδας, ότι ανήκει σε μια πολιτισμική κοινότητα, που μπορεί να είναι μια κοινωνία, ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό επίπεδο ή και μια υποκουλτούρα.
Η δε ταυτότητα βασίζεται σε ένα συγκεκριμένο αριθμό παραγόντων, οι οποίοι απέκτησαν ισχύ μέσα από την κοινωνική δραστηριοποίηση ή την ιστορική διαδρομή, όπως είναι η γλώσσα, η θρησκεία, οι κοινωνικές αξίες, ήθη και έθιμα, έθνος.
Φαίνεται όμως, ότι η παγκοσμιοποίηση και η μαζική αξιοποίηση της τεχνολογίας και κυρίως της ψηφιακής διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την δρομολόγηση του φαινομένου της σταδιακής αποδυνάμωσης της πολυπολιτισμικής πραγματικότητας και της ένταξης της σε διαδικασία αποδρομής.
Ήδη στις χώρες, οι οποίες κινούνται είτε στον πυρήνα είτε στην περιφέρεια του ανεπτυγμένου τμήματος του πλανήτη, αυτό είναι εμφανές.
Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας σε συνδυασμό με την προώθηση του καταναλωτισμού σε κοινωνίες, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την μαζοποίηση και την αναγωγή της κοινωνίας του θεάματος σε βασικό μηχανισμό καλλιέργειας και διαμόρφωσης κοινωνικών στάσεων, συμβάλλουν καθοριστικά στην δημιουργία των προϋποθέσεων για την δρομολόγηση δύο αλληλοεξαρτώμενων διεργασιών.
Από το ένα μέρος βομβαρδίζονται οι πολίτες με πρότυπα, τα οποία προωθούν την κατανάλωση ως κριτήριο ευημερίας και κοινωνικού στάτους και από το άλλο οδηγούνται τα μεμονωμένα άτομα σε αδυναμία ανάπτυξης κοινωνικής δραστηριότητας, κυρίως λόγω έλλειψης επαρκούς χρόνου. Ο λίγος, που είναι διαθέσιμος, χρησιμοποιείται για την «ανανέωση δυνάμεων» μπροστά στις οθόνες της ψηφιακής τεχνολογίας, η οποία αποτυπώνει εικονικά μια εκδοχή της πραγματικότητας, αλλά όχι το σύνολο της.
Για την κατανόηση του κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού και πολιτισμικού γίγνεσθαι απαιτείται η μεσολάβηση του «λόγου» και η απλοποίηση της σύνθετης πραγματικότητας σε τοπικό, εθνικό, ευρωπαϊκό για τις χώρες μέλη και πλανητικό.
Και αυτό δεν γίνεται στο πλαίσιο των εικονικών μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας, στα οποία η ροή του χρόνου χαρακτηρίζεται από μεγάλη πυκνότητα. Προσφέρονται όμως για την διαμόρφωση στάσεων στο κοινωνικό πεδίο με την εικονική εξιδανίκευση των επιδιωκόμενων διαφημιστικής ποιότητας στοχεύσεων για την προώθηση της καταναλωτικής λογικής, ως κυρίαρχης αξίας τόσο για την «ευημερία» των μεμονωμένων πολιτών όσο και για την επιβίωση του ισχύοντος μοντέλου οργάνωσης των κοινωνικών συστημάτων (οικονομικό, πολιτικό κ.λ.π.).
Η συρρίκνωση όμως του διαθέσιμου χρόνου για κοινωνική δραστηριοποίηση τροφοδοτεί την αδυναμία παραγωγής πολιτισμικών αξιών από τις τοπικές κοινωνίες. Έτσι κι αλλιώς τα πρότυπα και οι κοινωνικές στάσεις εξαρτώνται πλέον από την κοινωνία του θεάματος και τα προωθούμενα από αυτήν οικονομικά συμφέροντα και όχι τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες.
Η ακολουθούμενη στρατηγική στηρίζει την καλλιέργεια ενιαίων προτύπων, ενιαίου τρόπου ζωής και την κατανάλωση κοινών προϊόντων ως βασικών παραμέτρων στην διαδικασία συρρίκνωσης της πολυπολιτισμικότητας.
Η αναζήτηση νοήματος στη ζωή οριοθετείται από την δυνατότητα κατανάλωσης και το θέαμα, που μπορεί να παράγει το άτομο με στόχο την πρόκληση εντύπωσης ως προς τον εαυτό του, ώστε να «κατακτήσει» το προβαλλόμενο στο αξιακό επίπεδο κοινωνικό στάτους και να έχει τα οφέλη, που προβλέπει το μοντέλο κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης.
Το νόημα συνδέεται με την ατομικότητα, χωρίς να την εντάσσει σε αξιακούς κανόνες κοινωνικού χαρακτήρα. Αυτό βέβαια προκαλεί μεγάλη ρευστότητα στις κοινωνικές σχέσεις, αλλά συμβάλλει θετικά στην αναπαραγωγή και ταυτοχρόνως κάλυψη των αναγκών των υπαρχόντων κοινωνικών συστημάτων, ακόμη και αν αυτά δεν υπηρετούν ανθρώπινες ανάγκες ατομικού ή κοινωνικού προσανατολισμού.
Με αυτό τον τρόπο είναι ελεγχόμενη η δυναμική της εξέλιξης, η οποία οδηγεί και την πολυπολιτισμική διάσταση της πραγματικότητας σε αποδρομή, ενώ δημιουργούνται νέα δεδομένα ως προς την δυνατότητα μαζοποίησης της παγκόσμιας κοινωνίας.
Έτσι κι αλλιώς οι αξίες, οι οποίες λειτουργούν ως σημεία προσανατολισμού της ατομικής δραστηριοποίησης, σε βάθος χρόνου θα αποτελούν κοινό τόπο για τις ανεπτυγμένες κοινωνίες. Αυτό απαιτούν οι συστημικές ισορροπίες για να μείνουν σταθερές και να μπορεί η παγκοσμιοποίηση να κινείται στον οικονομικό τομέα με την λογική, η οποία χωρίς να λαμβάνει υπόψη το κοινωνικό συμφέρον και το δικαίωμα των πολιτών στην ευημερία ανεξάρτητα από την χώρα αναφοράς τους, αποφέρει τεράστια κέρδη σε μια ολιγάριθμη οικονομική ελίτ.
Το φαινόμενο της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πορείας της ανθρωπότητας. Οι χώρες προέλευσης των μετακινούμενων γίνονται αντικείμενο άγριας εκμετάλλευσης από την μειοψηφία του παγκόσμιου πλούτου και η πολιτισμική τους ταυτότητα οδηγείται στην ανυπαρξία, ενώ οι ίδιοι αναγκάζονται να αναζητούν δυνατότητες επιβίωσης στις μαζοποιημένες κοινωνίες του ανεπτυγμένου Βορρά.
Διαπολιτισμικές διεργασίες με στόχο την διαμόρφωση μιας πολυπολιτισμικής πραγματικότητας δεν πραγματοποιούνται τόσο στο εσωτερικό των χωρών υποδοχής προσφύγων ή μεταναστών, όσο και μεταξύ των χωρών υποδοχής και προέλευσης των μετακινούμενων πληθυσμών.
Η πολιτισμική λειτουργία αποτελεί πλέον παράγωγο των διοχετευόμενων καταναλωτικών προτύπων στο πλαίσιο των μέσων της κοινωνίας του θεάματος και της λογικής του ατομικισμού και του αντίστοιχου συμφέροντος στις διαπροσωπικές σχέσεις και συναλλαγές.
Σε αυτή την πραγματικότητα εντάσσονται όλοι. Όσοι δεν το αντιλαμβάνονται, περιθωριοποιούνται. Δυνατότητες πραγμάτωσης της πολιτισμικής τους ταυτότητας δεν έχουν οι πολίτες στις τοπικές κοινωνίες, ανεξάρτητα από το εάν είναι αυτόχθονες ή μετακινηθέντες προς αυτές. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι η πολιτισμική αλλοτρίωση. Μετατρέπονται όλοι σε καταναλωτές προτύπων και αξιών, τα οποία δεν αφήνουν περιθώρια για παραγωγική πολιτισμική δραστηριοποίηση στο επίπεδο της τοπικής κοινωνίας.
Όποια κοινωνία δεν προσαρμόζεται πολιτισμικά, σταδιακά οδηγείται στην περιθωριοποίηση και σε βάθος χρόνου στην κατάρρευση, η οποία πιστοποιείται με την μετατροπή της σε μη ανταγωνιστική οικονομικά παράμετρο της δυναμικής, που αναπτύσσεται ευρύτερα στο διεθνές πεδίο.
Απλά αποτελεί μια τραγική περίπτωση χώρας, η οποία μπορεί να διαθέτει φθηνό εργατικό δυναμικό για την παραγωγή προϊόντων, που η ίδια δεν είναι σε θέση να καταναλώσει, διότι φθίνει οικονομικά. Πληροί όμως τις προϋποθέσεις για να γίνει αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης.
Πολλές κοινωνίες στις χώρες του Νότου πλήττονται από τις επιπτώσεις αυτών των συνθηκών. Σε συνδυασμό δε με την κλιματική αλλαγή και τα αρνητικά φαινόμενα, που αυτή συνεπάγεται (ερημοποίηση, ακραία καιρικά φαινόμενα κ.λ.π.), χάνουν σιγά σιγά όχι μόνο την οικονομική τους αυτάρκεια και την πολιτισμική τους ταυτότητα, αλλά αναγκάζεται ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού τους να παίρνει τον δρόμο της ξενιτειάς και να αξιοποιείται για την κάλυψη αναγκών των χωρών υποδοχής.
Με αυτά τα δεδομένα οι έννοιες πλουραλισμός και πολυπολιτισμικότητα χάνουν το νόημα τους και ο κόσμος αποκτά μονοδιάστατο χαρακτήρα, ενώ ο μεμονωμένος πολίτης εξωθείται σε μια «μηχανιστική» λειτουργία σε σχέση με την πραγμάτωση της ζωής του.
Το θέμα είναι, εάν θα καταστεί εφικτή η προσαρμογή του σε αυτό τον τρόπο ζωής και βίωσης της πραγματικότητας. Εκτός και αν το νόημα της ζωής αναζητείται στο παρελθόν και στην ιστορική διαδρομή της κοινωνίας, ώστε να αποκτά περιεχόμενο το παρόν και το μέλλον.
Αν αυτό αποτελεί πρόοδο, τότε η ελληνική κοινωνία θα μπορούσε να θεωρηθεί, ότι είναι αντιπροσωπευτική. Μόνο που οι πολίτες αυτού του τόπου νιώθουν, ότι βρίσκονται σε αδιέξοδο. Η πολιτική τους ηγεσία δε πλειοδοτεί σε φαντασιώσεις για να καλύψει την έλλειψη προοπτικής με τα ισχύοντα δεδομένα στο σύνολο των κοινωνικών συστημάτων (οικονομικό, ασφαλιστικό κ.λ.π.).
Με την επίκληση όμως του ένδοξου παρελθόντος και τον ρόλο και την συμβολή της χώρας στον παγκόσμιο πολιτισμό δεν επιλύονται τα προβλήματα, ούτε ενεργοποιούνται διαδικασίες ανάκαμψης και εξόδου από την παρακμή και την περιθωριοποίηση.
Αυτό το βιώνει με τον πιό σκληρό τρόπο το 44,8% των συνταξιούχων (1,2 εκατ. σε απόλυτο αριθμό), που λαμβάνει μηνιαία σύνταξη κάτω από το όριο της φτώχειας των 665 ευρώ σύμφωνα με στοιχεία, που παρουσίασε το Ενιαίο Δίκτυο Σωνταξιούχων (Καθημερινή online, 29.9.2016). Το θέμα είναι, πότε θα συνειδητοποιήσουν τα αίτια αυτής της κατάστασης και πως θα αντιδράσουν πολιτικά. Και αυτό δεν αφορά μόνο τους απόμαχους της εργασίας, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό εξιδανικεύουν το παρελθόν για να κρίνουν το παρόν