ταν οι Financial Times παρουσίασαν την ιδέα της μετατροπής της χώρας μας σε έναν απέραντο προσφυγικό καταυλισμό με αντάλλαγμα τη μείωση του χρέους, σηκώθηκαν και οι πέτρες για να διαμαρτυρηθούν. Τώρα η σύνδεση του προσφυγικού με τα δημοσιονομικά είναι κοινή θέση Αθήνας και Βερολίνου, να χαλαρώσει το μνημόνιο και να δοθεί οικονομική στήριξη προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο εγκλωβισμός πολλών χιλιάδων προσφύγων στη χώρα μας.
Οταν ζητήθηκε από την ΕΕ ο έλεγχος των ελληνικών θαλάσσιων συνόρων από την Frontex, η ελληνική πλευρά αντέδρασε οργισμένα γιατί θεωρήθηκε ότι πρόκειται για τη φενάκη που θα κρύψει τις ελληνοτουρκικές περιπολίες στο Αιγαίο δημιουργώντας de facto συνδιαχείριση. Τελικά έρχεται το ΝΑΤΟ με την εξαίρεση της Δωδεκανήσου όπως απαιτεί η Τουρκία και με διαρκή έγερση μονομερών διεκδικήσεων από την πλευρά της Αγκυρας, χωρίς καν να είναι σαφές ποιο είναι το επιχειρησιακό πλαίσιο και με ποιο αποτέλεσμα.
Οταν έπεσε στο τραπέζι η ιδέα της συμμετοχής του στρατού στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, υπήρξε μεγάλη αντίδραση. Δεν πέρασε πολύς καιρός που ο στρατός ανέλαβε όχι απλώς τα logistics αλλά όλη την ευθύνη της υπόθεσης προκαλώντας εύλογη ανησυχία για δημιουργία καταστάσεων πέραν της πολιτειακής ορθότητας που θα τις βρούμε μπροστά μας.
Εντάξει, το πρόβλημα μας υπερβαίνει και η ευρωπαϊκή του διάσταση είναι η κυρίαρχη. Ωραία, η ελληνική ευθύνη είναι ασήμαντη μπροστά σε εκείνη των χωρών που κλείνουν τα σύνορα αθετώντας αποφάσεις ευρωπαϊκών συμβουλίων και διαλύοντας τις έννοιες της αλληλεγγύης και της ενότητας. Ομως, το αδιέξοδο είναι ολόδικό μας και για την υπέρβασή του δεν αρκεί ο θρήνος.
Το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει δημιουργηθεί μια task force που θα εποπτεύει όλες τις ΜΚΟ, τις ανθρωπιστικές οργανώσεις, τους ιδιωτικούς φορείς και τις δημόσιες υπηρεσίες που εμπλέκονται στην υποδοχή, ταυτοποίηση και στήριξη των προσφύγων είναι κυριολεκτικά ακατανόητο. Οπως επίσης είναι απορίας άξιο γιατί δεν αναλήφθηκε διπλωματική πρωτοβουλία ώστε να γίνουν στη χώρα μας σειρά διεθνών συναντήσεων για το προσφυγικό για να εξηγηθούν οι ελληνικές θέσεις και να μεταδοθεί μια πραγματική εικόνα της κατάστασης. Δεν έχει νόημα να μιλήσει κανείς για την μεγάλη καθυστέρηση στη δημιουργία hot spots ούτε για το γεγονός ότι δεν έχουμε επιτύχει ούτε μία συμμαχία στο εσωτερικό της ΕΕ.
Παράδοξο είναι ότι ενώ ζητείται η συναίνεση των άλλων κομμάτων ώστε να χαραχτεί εθνική γραμμή αυτό δεν γίνεται στη βάση κάποιου συγκεκριμένου, συνεκτικού και επεξεργασμένου σχεδίου αλλά πάνω σε διακηρύξεις και γενικές περιγραφές.
Εφόσον, όπως δηλώνεται, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα επιτρέψει προσλήψεις θα είχε σημασία η δημιουργία μιας διακομματικής επιτροπής και μιας διαφανούς διαδικασίας που θα εγγυηθούν την αξιοκρατία και την αντικειμενικότητα στις επιλογές. Ούτε η κυβέρνηση το θέλει ούτε κάποιος πολιτικός αρχηγός το πρότεινε στην σύσκεψη στο προεδρικό.
Σε μια δραματική συγκυρία όπως η σημερινή θα έπρεπε να αξιοποιηθούν οι καλύτεροι και να ζητηθεί η συνδρομή όλων όσοι έχουν την αναγκαία γνώση και εμπειρία. Ας ξεκινήσουμε από το χώρο της Αριστεράς: Γατί δεν είναι στην πρώτη γραμμή ο Δημήτρης Χριστόπουλος ή ο Οδυσσέας Βουδούρης; Γιατί δεν έχει τον πρώτο λόγο στον στρατηγικό σχεδιασμό η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την Κομισιόν, που μπορούν να επιλέξουν τις πλέον αξιόπιστες ΜΚΟ για τη διαχείριση της κρίσης;
Οι ερωτήσεις τίθενται για να συμπληρωθεί ο αναγκαίος για την ολοκλήρωση του κειμένου αριθμός λέξεων…
Δημοσιεύθηκε στον Ελεύθερο Τύπο