Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια βιώνει πολλέςαντιφατικότητεςπου τείνουν να αναδιαμορφώσουν το κοινωνικό και πολιτικό σύστημα, χωρίς να υποβαθμίζονται και οι ανακατατάξεις στοναξιακό κώδικατων Ελλήνων. Μια από τις αντιφατικότητες που συγκλονίζουν τη χώρα μας είναι και τομεταναστευτικόζήτημα. Η Ελλάδα, δηλαδή, στις μέρες μας λειτουργεί και ως χώρα«υποδοχής»μεταναστών αλλά και ως χώρα«εξαγωγής»ανθρώπων – ιδιαίτερα νέων – που αναζητούν καλύτερες ευκαιρίες για εργασία και μόρφωση σε άλλες – ξένες χώρες.
Οι συνέπειες αυτού του φαινομένου είναι δύσκολο να προσμετρηθούν στον παρόντα χρόνο, αφού στην αξιολόγησή του κυριαρχούν αρνητικά συναισθήματα, όπως: ανησυχία, φόβος, αγωνία, οργή και αγανάκτηση. Συναισθήματα που σχετίζονται τόσο με τις προοπτικές της ατομικής επιβίωσης όσο και με το μέλλον του Έθνους μας (καθαρότητα ταυτότητας…).
Ωστόσο ένα από τα παράγωγα φαινόμενα της μετανάστευσης είναι και η δημιουργία κοινωνιών που τις χαρακτηρίζει η ποικιλότητα και η διαφορετικότητα. Τα στοιχεία αυτά διαφαίνονται στη φυλή, στη θρησκεία, στη γλώσσα, στη νοοτροπία, στην καταγωγή, στη συμπεριφορά και στον πολιτισμό. Όλες αυτές οι εκφράσεις της ποικιλομορφίας συγκροτούν την εικόνα των σύγχρονων και μελλοντικών κοινωνιών, των λεγόμενων και ως «πολυπολιτισμικών». Ο όρος «πολυπολιτισμικότητα», αν και νεότευκτος, τείνει να κυριαρχήσει απόλυτα εκτοπίζοντας άλλους παραδοσιακούς χαρακτηρισμούς, όπως: καταναλωτική κοινωνία, ανοιχτή κοινωνία…
Επειδή, όμως, «αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις» κρίνεται αναγκαία η εννοιολογική αποσαφήνιση του όρου για την αποφυγή λανθασμένων συμπερασμάτων στην αξιολόγηση του φαινομένου. Η πολυπολιτισμικότητα ως όρος αποδίδει το ξενικό «Multiculturalism» και σημαίνει την ειρηνική συνύπαρξη ανθρώπων με διαφορετικά βιολογικά ή πολιτισμικά στοιχεία. Κατά άλλους ο όρος πηγάζει ή συγγενεύει σημασιολογικά με το αγγλικό «multicivilization» και παραπέμπει στη συμπαρουσία ανθρώπων διαφορετικών πολιτισμών στον ίδιο χώρο (κράτος, χώρα…).
Ειδικότερα η πολυπολιτισμικότητα ως έννοια και φαινόμενο προϋποθέτει και εμπεριέχει επί μέρους έννοιες και γνωρίσματα με θετικό πρόσημο. Αρχικά η πολυπολιτισμικότητα θεμελιώθηκε και τρέφεται από τον πλουραλισμό και την πολυφωνία. Θεμελιακό, επίσης, γνώρισμα των πολυπολιτισμικών κοινωνιών είναι ο σεβασμός και η ανεκτικότητα στο διαφορετικό και το αντίθετο. Προβάλλεται η μοναδικότητα και η ιδιαιτερότητα της ατομικής ταυτότητας αλλά και των πολιτιστικών στοιχείων. Η ετερότητα – ετερογένεια των διαφόρων μειονοτικών ομάδων ή εθνοτήτων λαμβάνεται ως φυσικό δικαίωμα και προβάλλεται ως γονιμοποιό στοιχείο. Τέλος, το εννοιολογικό φορτίο της πολυπολιτισμικότητας το συμπληρώνει η πολλαπλότητα και η ποικιλότητα σε ένα πλήθος πολιτιστικών στοιχείων και αφορούν τη φυλή, τη γλώσσα, τη θρησκεία, την καταγωγή, την κοσμοθεωρία και τις παραδόσεις.
Για πολλούς οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες δρουν ως αντίβαρο στους ισοπεδωτικούς μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης. Οι τελευταίοι απειλούν τους εθνικούς πολιτισμούς – και βέβαια τον πολιτισμό των εθνικών μειονοτήτων – με μια πλανητική ομοιογενοποίηση που παράγεται κι επιβάλλεται από τη γενίκευση του δυτικού τρόπου ζωής. Ο πλουραλισμός και η ποικιλομορφία των πολυπολιτισμικών κοινωνιών δρα αναζωογονητικά και ευνοεί τον αυτοπροσδιορισμό τόσο σε ατομικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ο συγχρωτισμός των διαφορετικών στοιχείων στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες επιτρέπει το διαρκή εμπλουτισμό των τοπικών κοινωνιών με νέα στοιχεία που βοηθούν την ανανέωση, την εξέλιξη και τη γόνιμη επικοινωνία των αντίθετων στοιχείων χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς. Βέβαια, ο «πλούτος» των πολυπολιτισμικών κοινωνιών δεν βρίσκεται στην αποδοχή και προβολή των διαφορών – αντιθέσεων αλλά στην ικανότητα και βούληση για τη δημιουργική ανάμειξη – σύνθεσή τους.
Μέσα, λοιπόν, από τη λειτουργία των πολυπολιτισμικών κοινωνιών αναδύεται ένα παλιό πρόβλημα με νέους όρους: πώς, δηλαδή, θα μπορέσουν να συνυπάρξουν οι διαφορετικές εθνικές και πολιτισμικές παραδόσεις και ιδιαιτερότητες. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που αφηγείται ο Barrington Maoreστο βιβλίο του «Κοινωνικές ρίζες της Δικτατορίας και της Δημοκρατίας», ένα επεισόδιο που διαδραματίζεται το 1840 στην Ινδία. Σε ένα βραχμάνο που υπεράσπιζε ως εθνικό έθιμο τη συνήθεια να καίνε τη χήρα όταν πέθαινε ο άντρας της, ένας Βρετανός αξιωματικός απάντησε με τα λόγια: «Το δικό μου Έθνος έχει κι αυτό ένα έθιμο∙ όταν οι άντρες καίνε ζωντανές τις γυναίκες, τους κρεμάμε. Ας εφαρμόσουμε, λοιπόν, όλοι τα εθνικά μας έθιμα», (Χαλκιώτης, Η λέσχη των εκπαιδευτικών, τεύχος 19 – απόσπασμα).
Τον προβληματισμό αλλά και τη νκαχυποψίαπρος την πολυπολιτισμικότητα την ενισχύουν φαινόμενα ρατσισμού και ξενοφοβίας από τους γηγενείς πληθυσμούς. Για τους καχύποπτους – έως και αρνητές– της πολυπολιτισμικότητας η «πολυπολιτισμικότητα προωθεί και προβάλλει τις ξεχωριστές ταυτότητες της κάθε ομάδας∙ συχνά τις δημιουργεί, τις αναδεικνύει, τις υποδαυλίζει. Το αποτέλεσμα είναι μια κατατεμαχισμένη κοινωνία με στεγανά, ακόμη και εχθρικά, τμήματα μεταξύ τους, τα οποία κραδαίνουν ισχυρές ταυτότητες «διαφορετικότητας» και στερούνται επιθυμίας και ικανότητας να ενσωματωθούν. Η πολυπολιτισμικότητα δεν υπερβαίνει τον πλουραλισμό, τον καταστρέφει»(Σώτη Τριανταφύλλου, Πλουραλισμός – Πολυπολιτισμικότητα – Ενσωμάτωση – Αφομοίωση).
- στις παραπάνω αιτιάσεις – επιφυλάξεις έναντι της πολυπολιτισμικότητας είναι η ανεκτικότητα και ο υγιής πλουραλισμός.
Το «πολιτισμικό σοκ» που υφίστανται τόσο οι γηγενείς όσο και οι μειονοτικοί πληθυσμοί δεν πρέπει να αποτελέσει τον οδηγό της συμπεριφοράς μας. Η περιχαράκωση των μειονοτήτων στις ιδιαιτερότητές τους και η λειτουργία τους ως υποσύνολων κλειστών και ομοιογενών κοινοτήτων σκιάζει τη θετική εικόνα της πολυπολιτισμικότητας. Γιατί στόχος είναι η ενοποίηση και η ενσωμάτωση των διαφορετικών στοιχείων και όχι η άγονη εμμονή και περιφρούρηση της ετερογένειάς μας. Ο πλουραλισμός βαδίζει παράλληλα με την ανεκτικότητα χωρίς η τελευταία να ταυτίζεται – όπως λανθασμένα ερμηνεύεται – ως εξύμνηση της διαφορετικότητας. Κι αυτό γιατί υπάρχει ο κίνδυνος στον αυτοεγκλεισμό των μειονοτήτων που όχι σπάνια γεννά το ρατσισμό και τον εθνικισμό. Οι παράλληλες κοινωνίες σε μια χώρα επωάζουν την ανομία και τη βία κα δυσκολεύουν την ειρηνική συνύπαρξη ατόμων με διαφορετικές πολιτιστικές καταβολές.
Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι πως θα πετύχουμε και θα εμβαθύνουμε την ενότητα των διαφορετικών ανθρώπων και πολιτισμών, χωρίς να αποκηρύξουμε την πολυμορφία που αποτελεί και τον πλούτο του παγκόσμιου πολιτισμού. Γιατί «το να ζούμε σε αγέλη είναι σαν να ζούμε ανάμεσα σε καθρέφτες». Δεν χρειαζόμαστε ως άτομα ή ως χώρα μόνο τον αντικατοπτρισμό του δικού μας προσώπου. Έχουμε ανάγκη κι από το «ξένο», το διαφορετικό. Ας μην αφήσουμε το «αγελαίο ζώο» που υπάρχει μέσα μας να μας τρομάξει και να μας καταστήσει επιθετικούς απέναντι στο διαφορετικό. Γιατί ίσως μπορούμε να ανακαλύψουμε ότι με τον ξένο μοιραζόμαστε πολύ περισσότερα από αυτά που φαινομενικά μας χωρίζουν.
«Την τε γαρ πόλιν κοινήν παρέχομεν και ουκ έστιν ότε ξενηλασίαις…». Ίσως η αναφορά αυτή του Περικλή στον «Επιτάφιό» του μπορεί να αποτελέσει τον πλοηγό των σύγχρονων κοινωνιών, έτσι ώστε η «πολυπολιτισμικότητα» να εμπνέει και να μη φοβίζει, να συνθέτει και να μην τροφοδοτεί τις αντιθέσεις.