Σύμφωνα με τις έρευνες κοινής γνώμης, η ΝΔ εμφανίζει μικρές απώλειες προς τα κόμματα της Αριστεράς. Η κυριότερη τάση που ανιχνεύεται, είναι οι μεγάλες διαρροές του ΠΑΣΟΚ προς τα αριστερά και κυρίως προς τη ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη, απώλειες που έχει πρωτίστως ανάγκη η ΝΔ για να επιτύχει το «στόχο της αυτοδυναμίας».
Το γεγονός αναγκάζει τον Αντώνη Σαμαρά να επιτίθεται τελευταία κατά των αριστερών πολιτικών δυνάμεων αδιακρίτως, με στόχο να ανακόψει το ρεύμα που αναπτύσσεται, αλλά και προκειμένου να δώσει «περιεχόμενο» στο «αστικό μέτωπο» του οποίου θέλει να ηγηθεί. Αναθερμαίνει έτσι επιπόλαια το δίπολο «Δεξιά – Αριστερά» και προωθεί την ιδέα ότι ο πραγματικός αντίπαλος της ΝΔ στο δρόμο προς τις εκλογές, είναι η «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς», την ίδια ώρα που το πολιτικό σκηνικό αναδιατάσσεται οριζοντίως, με βάση το «Μνημόνιο» και την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Εάν η ευρωπαϊκή επιλογή της Ελλάδας είναι ένας εθνικός στόχος (και είναι), στον οποίο συμπλέουν δεξιές, κεντροδεξιές, κεντροαριστερές και αριστερές δυνάμεις (ΔΗΜΑΡ), το πολιτικό αυτό εύρος πρέπει να διαφυλαχθεί ακόμα και αν οι προσεγγίσεις σε σχέση με τις «μνημονιακές πολιτικές», διαφέρουν. Το δίλημμα «ή είσαι με το Μνημόνιο ή είσαι κατά της Ευρώπης και υπέρ της δραχμής», είναι ανιστόρητο και επικίνδυνο. Μπορεί να εξυπηρετεί «εκλογικές τακτικές» της στιγμής, αποδυναμώνει όμως τον «κοινό εθνικό παρονομαστή» πάνω στον οποίο μπορεί να θεμελιωθεί και να οργανωθεί, με σεβασμό των ιστορικών ταυτοτήτων και διαφορών, η ανοικοδόμηση της χώρας στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ούτως ή άλλως, για το κατάντημα της χώρας και το σημερινό αδιέξοδό της, δεν φταίει η… «ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς», αλλά το κυρίαρχο πολιτικό – οικονομικό σύστημα της χώρας, καθοριστικός παράγοντας του οποίου υπήρξε και παραμένει η ΝΔ.
Η Αριστερά, προφανώς και έχει ευθύνες. Συνέβαλε και αυτή δευτερευόντως με τις παρωχημένες θέσεις της και τον λαϊκισμό της, στις απίθανες «στρεβλώσεις» της ελληνικής κοινωνίας.
Αυτή τη στιγμή, ωστόσο, όσοι επενδύουν στην «πόλωση» Δεξιάς – Αριστεράς, ξεχνούν με περισσή ανευθυνότητα τα πραγματικά διακυβεύματα της χώρας και την ανάγκη για έναν «εθνικό ιστορικό συμβιβασμό».