Πριν από μερικά χρόνια το ΚΚΕ διακήρυσσε: «πέντε κόμματα, δύο πολιτικές». Το σύνθημα υπονοούσε ότι τα υπόλοιπα κόμματα υπηρετούν την αστική δημοκρατία, τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και την ενσωμάτωση στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ το ΚΚΕ, μη υποτασσόμενο στην Ευρώπη, προετοιμάζει την ανατροπή του καπιταλισμού. Σήμερα το ΚΚΕ έχει συρρικνωθεί δημοσκοπικά, παρ’ όλ’ αυτά η δική του πολιτική βρίσκει συνεχιστές σε ένα φάσμα κομμάτων που αμφισβητούν το κοινοβουλευτικό σύστημα, αρνούνται τη θετική επίδραση από την Ευρώπη, κινούνται σε θολά αντικαπιταλιστικά ή αντιιμπεριαλιστικά νερά.
Τα κοινά σημεία Ακροδεξιάς και Ακροαριστεράς είχαν γίνει φανερά από χρόνια, κυρίως στον εθνικιστικό και ελληνοχριστιανικό λόγο τους. Σήμερα διαμορφώνεται μια νέα γενιά ακραίων ολοκληρωτικών σχημάτων που δεν νοιάζονται πια για σοβαρές θεωρητικές αναλύσεις ή για συμμόρφωση με κοινοβουλευτικές διαδικασίες όπως έκαναν το ΚΚΕ και ο ΛΑΟΣ, αντίστοιχα. Η απροσχημάτιστη βία της Χρυσής Αυγής προκαλεί εφιαλτικούς συνειρμούς. Ωστόσο, και το μεγαλύτερο μέρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων όπως και το αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ υπονομεύουν, χωρίς να απορρίπτουν φανερά, τη δημοκρατία. Εστω και αν καλλωπίζονται για να καθησυχάσουν τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους, οι αρχικές τοποθετήσεις και οι λεπτομέρειες των συμπεριφορών τους αποκαλύπτουν μια ανησυχητική πραγματικότητα. Ενα κόμμα είναι δημοκρατικό όταν δεν ευνοεί, άμεσα ή έμμεσα, πολιτικές παρεκτροπές, δεν υπόσχεται εξωθεσμικές ενέργειες, δεν παίζει επικίνδυνα με τον ρατσισμό, την πατριδοκαπηλία, τη θρησκοληψία, τη μισαλλοδοξία, την ομοφοβία, δεν καλλιεργεί τον φανατισμό των έξαλλων οπαδών, δεν ανέχεται τραμπουκισμούς, προπηλακισμούς αντιπάλων και πολιτικό χουλιγκανισμό, δεν υποθάλπει τη βία των απογοητευμένων και των αδικημένων, δεν εκβιάζει την κοινωνία υποδαυλίζοντας το μπάχαλο, δεν σχηματοποιεί εχθρούς για να στρέψει εναντίον τους τη μανία των μαζών, δεν απειλεί να κάψει τη Βουλή αν δεν συμμορφωθούν οι βουλευτές, δεν φλερτάρει με φαντασιώσεις περί εξωθεσμικών και βίαιων ανατροπών, δεν αφήνει έντεχνα να αιωρούνται ιδέες ακόμα και ένοπλου αγώνα.
Εχει λεχθεί συμβολικά ότι η δημοκρατία είναι κατοχυρωμένη αν ο πολίτης, ακούγοντας ξημερώματα να του χτυπούν την πόρτα, είναι σίγουρος ότι έξω στέκεται ο γαλατάς (παλιά οι γαλατάδες διένεμαν το γάλα στα σπίτια νωρίς το πρωί). Αν εμφιλοχωρήσει η παραμικρή υπόνοια ότι έξω από την πόρτα μπορεί να περιμένουν στρατιώτες ή παραστρατιωτικοί, πολιτοφύλακες, κομισάριοι ή γενικώς άτομα με στολές, μπότες, περιβραχιόνια, τότε η παγιωμένη αίσθηση ελευθερίας που προσφέρει η λειτουργία των θεσμών δίνει τη θέση της σε μια παγερή ανασφάλεια.
Πέραν της εξασφάλισης των ελευθεριών, η δημοκρατική ομαλότητα αποτελεί τον καλύτερο φίλο της οικονομίας, ενώ χειρότερος εχθρός είναι ο πανικός. Αυτός ήδη προκαλείται από τη ρηχότητα των οικονομικών θεωριών του αντιδημοκρατικού τόξου. Σε περίπτωση που κυβερνήσει, είναι προφανές ότι η χώρα οδηγείται σε απομάκρυνση από την Ευρώπη, όχι μόνο της Μέρκελ αλλά της σοσιαλδημοκρατίας, του Ολάντ, του Κον-Μπεντίτ. Οι απόψεις ότι θα πετάξουμε το Μνημόνιο και θα κρατήσουμε το ευρώ είναι πασίδηλα ασυνάρτητες. Ο ισχυρισμός ότι δεν τους συμφέρει να μας διώξουν, γιατί θα τους καταστρέψουμε, μαρτυρά απίστευτη άγνοια. Αυτό που πράγματι υπόσχονται τέτοιες απόψεις είναι διόγκωση της ανεργίας, ανήμπορες επιχειρήσεις, κατάρρευση κοινωνικού κράτους, υπερπληθωρισμό και πρωτοφανή λιτότητα για μισθούς και συντάξεις, μόνιμες ελλείψεις σε καύσιμα, φάρμακα, τρόφιμα, ανταλλακτικά.
Μια διαφορετική πολιτική υπηρετείται από δυνάμεις που ανήκουν στο δημοκρατικό τόξο. Υποτασσόμενες στους κοινοβουλευτικούς θεσμούς, αρνούνται την κοινωνική βία, εκτιμούν τις ευρωπαϊκές αξίες (που εν μέρει γεννήθηκαν στην αρχαία Ελλάδα), αποδέχονται τη διαφορετικότητα πολιτισμών και πολιτικών αντιθέσεων της Ευρώπης. Ακόμα και αν αντιτίθενται στο Μνημόνιο, όπως οι Οικολόγοι Πράσινοι, ακόμα και αν περιλαμβάνουν μερικά αντιδημοκρατικά στοιχεία, δεν υπονοούν ότι «ή θα κάνετε αυτό που λέμε εμείς ή δεν θα αφήσουμε τίποτα όρθιο». Οι ιδεολογικές τους βάσεις απλώνονται σε ένα ευρύ φάσμα Αριστεράς, Δεξιάς και Κέντρου, η καθεμία προτείνει έναν δικό της τρόπο για να οικοδομηθούν η πρόοδος και το ευρωπαϊκό μέλλον. Επομένως, στις εκλογές, οι εχέφρονες πολίτες έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν ή να απορρίψουν διαφορετικές δημοκρατικές προτάσεις, κρίνοντας ο καθένας ανάλογα με τη σοσιαλιστική, φιλελεύθερη, συντηρητική, πατριωτική, οικολογική ιδεολογία του. Συμπληρωματικά θα μετρήσουν και τις ευθύνες που αποδίδουν στα κόμματα για τη διαχείριση της εξουσίας, την οποία μπορεί να θεωρούν ληστρική, σπάταλη, ατελέσφορη, αποτυχημένη.
Ο Κίμων Χατζημπίρος είναι καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο