Το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία πολιτών στις δημοκρατικές χώρες οφείλουν να οικοδομήσουν μια λειτουργική σχέση ισορροπίας στην σύγχρονη πολύπλοκη παγκοσμιοποιημένη και με συνεχώς διευρυνόμενη ψηφιοποίηση πραγματικότητα, ώστε να αναδεικνύεται, να εκφράζεται και να πραγματώνεται το κοινωνικό συμφέρον, να έχει ουσιαστικό περιεχόμενο η δημοκρατική λειτουργία και να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των ποιοτικών χαρακτηριστικών του ανθρώπου στις σύγχρονες συνθήκες οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνιών, οι οποίες προκαλούν την αλλοτρίωση του.
Ιδιαιτέρως στην Ελλάδα η σχέση του πολιτικού συστήματος με τις δομές της κοινωνίας πολιτών δεν στηρίζεται σε μια ισορροπημένη συμμετοχή στην πορεία οικοδόμησης των συνθηκών της σύγχρονης πραγματικότητας.
Τα κόμματα χρησιμοποιούν τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις ως μαζικούς χώρους για την άσκηση πολιτικής επιρροής και την αποκόμιση εκλογικού οφέλους, ενώ δεν τις αντιμετωπίζουν ως συλλογικά υποκείμενα, με τα οποία επιβάλλεται να κάνουν συστηματικό διάλογο με στόχο την προσέγγιση του κοινωνικού συμφέροντος, την έκφραση του στο πολιτικό επίπεδο και την προώθηση της πραγμάτωσης του.
Παράλληλα το πολιτικό σύστημα με τις αποφάσεις του νομιμοποιεί την δυναμική της εξέλιξης, η οποία οριοθετείται στον μεγαλύτερο βαθμό από τα διάφορα κοινωνικά συστήματα και κυρίως από τους χώρους της οικονομίας και της ψηφιακής τεχνολογίας, χωρίς να εξετάζει και να αναλύει τις επιπτώσεις στις συνθήκες ζωής και γενικότερα στην ανθρώπινη οντότητα. Οι πολίτες στο πλαίσιο των ρόλων, που διεκπεραιώνουν ανάλογα με το σύστημα δραστηριοποίησης τους (π.χ. οικονομικό, εργασιακό, υγείας κ.λ.π.) εργαλειοποιούνται με στόχο την άνοδο της λειτουργικότητας και οικονομικής του απόδοσης.
Ταυτοχρόνως στα σύγχρονα μαζοποιημένα μεγάλα αστικά κέντρα η κοινωνική δραστηριοποίηση των ανθρώπων είναι δύσκολη, διότι ο διαθέσιμος ελεύθερος χρόνος είναι ανεπαρκής. Αρκεί να ληφθεί υπόψη μόνο ο χρόνος, που είναι απαραίτητος για τις μετακινήσεις (από το σπίτι στον τόπο εργασίας και αντιστρόφως) ή για την διεκπεραίωση οικογενειακών ρόλων (π.χ. μητέρας, πατέρα, συζύγων κ.λ.π.) και θα γίνει ορατή η ανεπάρκεια του χρόνου.
Συμπληρωματικά σε σχέση με το πρόβλημα του μη διαθέσιμου ελεύθερου χρόνου λειτουργεί και η υποκατάσταση της διαπροσωπικής επικοινωνίας στο πλαίσιο της συμβίωσης στις τοπικές κοινωνίες από την εικονική της εκδοχή με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Επίσης τα πρότυπα, που διοχετεύονται στους πολίτες και λειτουργούν ως αξίες, κινούνται με καταναλωτική οπτική στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος και δεν προωθούν την συλλογική κοινωνική ενεργοποίηση αλλά την προσωπική αποδοχή στο κοινωνικό πεδίο με σημείο αναφοράς την εντύπωση, που προκαλείται στους άλλους από την εικόνα, που προβάλλει η ατομική εμφάνιση.
Σε αυτές τις συνθήκες και με δεδομένο πλέον, ότι στις τοπικές κοινωνίες δεν παράγονται αξίες, που προωθούν την συνοχή και την συλλογική ενεργοποίηση για την επίτευξη ανάλογης οπτικής ευημερίας, δεν καλλιεργείται η ενσυναίσθηση, ενώ ταυτοχρόνως είναι δύσκολη η οικοδόμηση δομών της κοινωνίας πολιτών.
Ακόμη ένας αρνητικός παράγων για την οικοδόμηση και λειτουργία Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων είναι η ανεπαρκής ενημέρωση των πολιτών τόσο για την ελληνική όσο και για την παγκόσμια δυναμική της εξέλιξης. Το σύστημα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης από το ένα μέρος είναι πολύ δύσκολο να παρουσιάζει και να αναλύει την πολυδιάστατη και πολύπλοκη πραγματικότητα σε λειτουργικό χρόνο και από το άλλο μέρος δεν διαθέτει τα κατάλληλα επιστημονικά εργαλεία για να το κάνει.
Παράλληλα δεν υπάρχει συστηματική συνεργασία των δομών της κοινωνίας πολιτών με την επιστημονική κοινότητα με στόχο την αξιοποίηση της γνώσης για την διαμόρφωση θέσεων και στάσεων, οι οποίες υπερβαίνουν την βιωματική αφετηρία ανάπτυξης κοινωνικής δραστηριότητας και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την λειτουργία της κοινωνίας πολιτών ως οργανωτικού σκελετού στον τομέα της κοινωνικής δραστηριοποίησης και πολιτικής έκφρασης. Ιδιαιτέρως στην Ελλάδα η συμμετοχή σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και η κοινωνική δραστηριοποίηση κινούνται σε χαμηλό επίπεδο, εάν δεν εμπλέκονται τα κόμματα.
Αυτές οι συνθήκες τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο συμβάλλουν στην προώθηση της αλλοτρίωσης, δηλαδή της αποξένωσης του ανθρώπου από τον ίδιο του τον εαυτό, της μονοδιάστατης ταύτισης του προσανατολισμού του με την υλική πραγματικότητα και της απόλυτης εξάρτησης του από αυτήν καθώς και της αποστασιοποίησης του από την φύση, την κοινωνία και τους άλλους ανθρώπους.
Αυτό γίνεται, διότι ο άνθρωπος εργαλειοποιείται στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης του και κυρίως στον οικονομικό και εργασιακό από το ένα μέρος, καθώς και με τον τρόπο αξιοποίησης της ψηφιακής τεχνολογίας όχι μόνο στην εργασιακή του απασχόληση αλλά και στην επικοινωνιακή διαχείριση της καθημερινότητας του από το άλλο μέρος.
Ουσιαστικά ακολουθεί πρότυπα, που διοχετεύονται μαζικά, χωρίς να τα επεξεργάζεται νοητικά, διότι παράλληλα η ροή του χρόνου και της εξέλιξης δεν αφήνουν επαρκή περιθώρια για την λειτουργία του ως ατομικού και συλλογικού υποκειμένου. Για αυτό ο σύγχρονος άνθρωπος είναι αλλοτριωμένος, αποστασιοποιημένος από τον εαυτό του, τους συνανθρώπους του και την φύση.
Η αλλοτρίωση βέβαια δεν περιορίζεται μόνο στο ατομικό επίπεδο, αλλά αναπτύσσεται και στο θεσμικό. Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η οπτική του συστημικού πραγματισμού, στο πλαίσιο του οποίου βασική στόχευση είναι η λειτουργικότητα και η οικονομική απόδοση του συστήματος με εργαλείο την ανάλογη οριοθέτηση της ανθρώπινης δραστηριότητας στους διάφορους ρόλους, που διεκπεραιώνει (π.χ. του καταναλωτή, του εργαζόμενου κ.λ.π.). Αυτή η οπτική αποτελεί σημείο αναφοράς της λειτουργίας και του πολιτικού συστήματος.
Με αυτά τα δεδομένα η ισορροπία μεταξύ του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας πολιτών δεν είναι λειτουργική. Ιδιαιτέρως δε στην σύγχρονη πολύπλοκη παγκοσμιοποιημένη και μη επαρκώς ελεγχόμενη πραγματικότητα από ένα λειτουργικό παγκόσμιο σύστημα ασφαλείας αυτές οι συνθήκες πρέπει να αλλάξουν για να είναι βιώσιμη η πορεία προς το μέλλον.
Έρχονται τεκτονικών διαστάσεων αλλαγές, όπως είναι η οικοδόμηση άλλων ισορροπιών στον τρόπο ζωής και στην παραγωγή ενέργειας με στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών και οι επιπτώσεις στις κοινωνίες υποδοχής τους, η γήρανση των ανεπτυγμένων κοινωνιών, η μεγάλη κοινωνική ρευστότητα λόγω της διεύρυνσης των ανισοτήτων, οι επιπτώσεις της ψηφιακής τεχνολογίας και ιδιαιτέρως της τεχνητής νοημοσύνης στους ανθρώπους και πολλές άλλες, οι οποίες δεν θα είναι διαχειρίσιμες σε δημοκρατικές συνθήκες, εάν οι κοινωνίες δεν στηρίζονται σε ενημερωμένους και συνειδητοποιημένους ως προς το κοινωνικό συμφέρον πολίτες, οι οποίοι μέσα από τις δομές της κοινωνίας πολιτών διαλέγονται με το πολιτικό σύστημα και στηρίζουν την ανάπτυξη της αναγκαίας βιώσιμης δυναμικής.