Πολύ σημαντικό έως καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της πραγματικότητας στην πορεία των κοινωνιών προς το μέλλον παίζουν το πολιτικό σύστημα και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας.
Το μεν πρώτο πρέπει να είναι σε θέση, έστω και αν τα διάφορα κόμματα δεν έχουν τις ίδιες θεωρητικές και ιδεολογικές αφετηρίες, να εκφράζει στο επίπεδο του σχεδιασμού του μέλλοντος τις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνικής δυναμικής και να λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις του κοινωνικού μετασχηματισμού, που προκαλεί με τις αποφάσεις του, στον πολίτη ως υποκείμενο και όχι ως καταναλωτή πολιτικών φαντασιώσεων.
Τα δε Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, τα οποία αποτελούν το πεδίο διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, είναι επιτακτική ανάγκη να συνειδητοποιήσουν, ότι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της ύπαρξης υπερεθνικών μορφωμάτων, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η ενημέρωση των πολιτών αποκτά πολύ επικίνδυνες προεκτάσεις, όταν βασίζεται στον εθνικισμό και στην ενεργοποίηση του συναισθήματος και του θυμικού.
Δυστυχώς και οι δύο αυτοί παράμετροι διαμόρφωσης της πραγματικότητας δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής.
Κατ’ αρχήν το πολιτικό σύστημα πλήρως εναρμονισμένο με την λογική της κοινωνίας του θεάματος έχει προσαρμόσει ανάλογα τον λόγο, που εκφέρει και αντιμετωπίζει τον πολίτη ως καταναλωτή και μέσο για την χειραγώγηση των κοινωνιών με στόχο την ανάληψη της ευθύνης διαχείρισης της εξουσίας.
Αρκεί να γίνουν αντικείμενο ανάλυσης οι δηλώσεις και η στάση των πολιτικών προσώπων και σχηματισμών για διάφορα θέματα της επικαιρότητας. Με αφορμή, για παράδειγμα, την επέτειο της 21ης Απριλίου 1967 οι πάντες ύμνησαν την δημοκρατία με λόγο εξιδανικευτικό, γενικόλογο και έντονα στοιχεία ηθικολογικού χαρακτήρα.
Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας σε μήνυμα του τονίζει «21η Απριλίου 1967. Δεν ξεχνάμε. Η ελευθερία είναι η σημαντικότερη αξία. Παντού και πάντα».
Το κόμμα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων επισημαίνει, ότι «στη συνείδηση όλων των Ελληνίδων και των Ελλήνων έχει εμπεδωθεί και πλέον κυριαρχεί το πρόταγμα υπέρ της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Πρόκειται για ένα πρόταγμα, του οποίου η σημασία είναι ανυπολόγιστη».
Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αναφέρει «Σήμερα θυμόμαστε και τιμούμε, όσους αγωνίσθηκαν για την δημοκρατία, για να ξεκινήσει πάλι ο χρόνος, η ζωή, η ελευθερία, τα όνειρα των ανθρώπων» και συνεχίζει «Γνωρίζουμε, ότι μόνο η γνήσια και αξιακή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα στη δράση των αρρωστημένων μυαλών, που υπονομεύουν και αρνούνται την δημοκρατία».
Ανάλογες ήταν και οι προσεγγίσεις των υπολοίπων κομμάτων και πολιτικών προσώπων.
Μόνο που οι αναφορές σε «αξίες» και «αναχώματα» δεν διασφαλίζουν την δημοκρατική λειτουργία, όταν έχουν θεωρητικό και «ιστορικό» χαρακτήρα. Πολύ πιο χρήσιμο θα ήταν, εάν οι πολιτικοί σχηματισμοί, είτε διαχειρίζονται κυβερνητική εξουσία είτε κινούνται στον χώρο της αντιπολίτευσης, έδιναν ιδιαίτερο βάρος στην επεξεργασία και εφαρμογή λειτουργικών πολιτικών τόσο για τις τοπικές κοινωνίες όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την προοπτική ολοκλήρωσης αυτού του εγχειρήματος. Βέβαια πριν από την εφαρμογή τους πρέπει να γίνονται αντικείμενο ουσιαστικού διαλόγου με την κοινωνία πολιτών, ώστε να συνειδητοποιούνται οι επιπτώσεις τους.
Ειδάλλως η συνεχής διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και η σταδιακή κατάρρευση του κοινωνικού κράτους σε συνδυασμό και με πληθώρα άλλων προβλημάτων, όπως είναι η μη ισόρροπη ανάπτυξη στην Ευρώπη, θα οδηγήσουν όχι μόνο στην συρρίκνωση της δημοκρατικής λειτουργίας αλλά και στην άνοδο του βαθμού διακινδύνευσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών σε σχέση με την συνοχή τους και όχι μόνο.
Η ενδυνάμωση εθνικιστικών λαϊκιστικών πολιτικών σχηματισμών δεν θα ανακοπεί αποφασιστικά μόνο με λεκτικές εξιδανικεύσεις της Δημοκρατίας, όταν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποδεικνύονται ανίκανες να κάνουν συμβιβασμούς με βάση την λογική της ευρωπαϊκών διαστάσεων κοινωνικής δικαιοσύνης και ισόρροπης ανάπτυξης, αλλά λειτουργούν και «συναποφασίζουν» κάτω από το ιδιαίτερο βάρος του πιο ισχυρού.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η επιβολή μιας πολιτικής από την γερμανική κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία οδηγεί στον διαχωρισμό των οικονομιών των κρατών-μελών σε ισχυρές του Βορρά και αδύναμες του Νότου και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σε βαθιά διαίρεση.
Σε ανάλογο μήκος κύματος με το πολιτικό σύστημα κινείται και ο χώρος των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας και ιδιαιτέρως των εικονικών (τηλεοπτικοί σταθμοί).
Τόσο η εικόνα όσο και ο συνοδευτικός λόγος απευθύνονται στο συναίσθημα του πολίτη, ενώ η προσέγγιση της πραγματικότητας δεν είναι αντικειμενική, διότι δεν βασίζεται στον ορθολογισμό, ούτε στοχεύει στην κατανόηση των συνθηκών, που βιώνουν οι απλοί άνθρωποι.
Αυτά τα δεδομένα όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην πραγμάτωση της ουσιαστικής δημοκρατικής λειτουργίας, για την οποία όλοι κόπτονται, με αποτέλεσμα οι πολίτες να οδηγούνται στην κατανάλωση μηνυμάτων, τα οποία υπηρετούν σκοπιμότητες, που δεν γίνονται αντιληπτές, ενώ ταυτοχρόνως δεν προσδίδουν σύγχρονη δυναμική στην κοινωνία, αντίστοιχη αυτής των πιο ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών.
Το αποτέλεσμα είναι οι εξελίξεις και η γενικότερη ροή του χρόνου να κινούνται πολύ αργά και να κρατούν την χώρα δέσμια του παρελθόντος και των παθογενειών του.
Πολύ αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτής της κατάστασης είναι η τετραήμερη ενασχόληση των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας με την πτώση ενός ελικοπτέρου και τον τραγικό θάνατο τεσσάρων στρατιωτικών.
Κατ’ αρχήν το συμβάν ήταν πρώτη είδηση για τέσσαρες μέρες, ενώ ο χρόνος παρουσίασης της κυμάνθηκε στα 20 λεπτά κατά μέσο όρο. Για σύγκριση και εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων είναι σκόπιμο να αναφερθεί, ότι σε ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης το κεντρικό δελτίο ειδήσεων διαρκεί μόνο 15 λεπτά.
Βέβαια η παρουσίαση των ειδήσεων αυτής της χρονικής διάρκειας είναι λιτή, ουσιαστική, αντικειμενική, ρεαλιστική και ουδέτερη, ενώ αφήνει τον πολίτη τηλεθεατή να εξάγει τα συμπεράσματα του με την λογική. Στην Ελλάδα στην παρουσίαση της είδησης της πτώσης του ελικοπτέρου η στόχευση των Μ.Μ.Ε. επικεντρώθηκε στην ευαισθητοποίηση του συναισθήματος και στην διαμόρφωση ανάλογου ψυχολογικού κλίματος.
Γι’ αυτό μετά από λίγες ημέρες το συμβάν ξεχνιέται και δεν λειτουργεί ως αφετηρία για την αντιμετώπιση των αιτίων, που οδηγούν σε τέτοιου είδους γεγονότα. Ο εντυπωσιασμός των ανθρώπων και η επίτευξη υψηλής τηλεθέασης δεν βασίζεται στον ορθολογισμό, ο οποίος δεν διαμορφώνει το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα στην κοινωνία, ώστε να είναι ευάλωτη στην χειραγώγηση.
Δημιουργεί όμως τις προϋποθέσεις για την μετάβαση της στην σύγχρονη εποχή της γνώσης, στην οποία στηρίζεται η δραστηριοποίηση των διαφόρων κοινωνικών συστημάτων με υψηλό βαθμό απόδοσης τόσο σε σχέση με την παραγωγικότητα όσο και σε σχέση με την κάλυψη και ικανοποίηση των αναγκών του σύγχρονου ανθρώπου.
Αυτοί οι στόχοι βέβαια προϋποθέτουν την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του πολιτικού συστήματος και των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας. Δυστυχώς δεν είναι εύκολο, διότι πρέπει να γίνουν ορισμένες λειτουργικές αλλαγές, οι οποίες θα δρομολογήσουν νέες δυναμικές διαδικασίες στην πάγια ακινησία, που χαρακτηρίζει την σημερινή πραγματικότητα.
Αυτό σημαίνει πλήρη αποδέσμευση από την μηχανιστική λογική στον σχεδιασμό πολιτικών για το μέλλον και μετάβαση του πολιτικού συστήματος στην εποχή της κοινωνίας της γνώσης και ανάλογη μετακίνηση του συστήματος των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας από την λογική του εντυπωσιασμού και της συναισθηματικής σχέσης του πολίτη με το γίγνεσθαι στα διάφορα κοινωνικά συστήματα στην εποχή, που ο ορθολογισμός και η αντικειμενικότητα διαπερνούν την παρουσίαση των γεγονότων και επιτρέπουν στον κάθε άνθρωπο να διαμορφώνει πολιτική γνώμη και στάση ως ελεύθερο υποκείμενο και όχι ως ενεργούμενο.
Ειδάλλως το πολιτικό και το επικοινωνιακό κενό θα λειτουργούν ως μέγγενη και θα κρατούν την κοινωνία χειροπόδαρα δεμένη με τις παθογένειες της και την στασιμότητα.