Μια πολύ ενδιαφέρουσα εσωκομματική σύγκρουση σοβεί στη Νέα Δημοκρατία. Η συρρίκνωση των εκλογικών ποσοστών ενθαρρύνει όσους εισηγούνται δεξιά στροφή και άνοιγμα στους ψηφοφόρους που έφυγαν προς ΧΑ, ΑΝΕΛ και άλλα μικρότερα σχήματα συναφούς αισθητικής και αντίληψης. Η προοπτική δημιουργίας νέου κόμματος δεξιά της ΝΔ, με πρωταγωνιστή στις διεργασίες τον πρώην γγ υπουργικού συμβουλίου Τ. Μπαλτάκο, εξωθεί την ηγεσία προς αυτή την κατεύθυνση.
Η θεωρία κατά την οποία η ΝΔ πρέπει να ξανακερδίσει τους ένστολους, την Εκκλησία και τα δικά της ακροδεξιά παιδιά, που εμφανίζονται ως αγανακτισμένα λόγω κρίσης, βρίσκει γόνιμο έδαφος όσο η ανάκαμψη δεν έρχεται. Η επανένωση της όλης δεξιάς είναι το κάδρο μέσα στο οποίο εξελίσσονται οι σχετικές ζυμώσεις και το ιδεολογικό πρόταγμα καλύπτεται πίσω από το κομματικό συμφέρον: Ολοι μαζί, σε μια Ελιά της Δεξιάς, για να αντιμετωπιστεί η επέλαση του ΣΥΡΙΖΑ και του -κατά τον Γ. Καρατζαφέρη- “θεομπαίχτη” Τσίπρα. Μέχρι τώρα δεν έχει ξεκαθαριστεί ποιους ακριβώς αφορά το προσκλητήριο, αλλά είναι γνωστό ποιοι έφυγαν παίρνοντας το δρόμο της αντιμνημονιακής αρετής: Από τον Π. Ψωμιάδη μέχρι τον Ν. Νικολόπουλο (υφυπουργό στην πρώτη κυβέρνηση Σαμαρά!). Στο ενδιάμεσο θα βρει κανείς όλες τις φυλές του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου που θυμίζει όλο και λιγότερο ευρωπαϊκή κεντροδεξιά, αν θυμηθούμε τη δήλωση που δεν έγινε για την έξαρση των ομοφοβικών επιθέσεων και την γαλάζια προσπάθεια συμψηφισμού του Ολοκαυτώματος με τη γενοκτονία των Ποντίων (λες και στη χώρα μας υπάρχει πρόβλημα ρατσισμού σε βάρος τους)
Την ίδια ώρα, μετριοπαθή στελέχη με αναφορά στον ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό προειδοποιούν ότι δεν θα ανεχθούν διεύρυνση με επαναπατρισμό στελεχών “λούμπεν” (Κυρ. Μητσοτάκης), που “εκφράζουν ρατσιστικές και ξενοφοβικές απόψεις” (Ντ. Μπακογιάννη). Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης συστήνουν στροφή προς το κέντρο και άνοιγμα στους ψηφοφόρους του λεγόμενου μεσαίου χώρου που παραμένουν κομματικά ανέστιοι. Και είναι πολλοί. Προς αυτή την κατεύθυνση πιέζει από άλλη πλευρά ο Σταύρος Θεοδωράκης, ξεκαθαρίζοντας ότι το Ποτάμι δεν πρόκειται να μετάσχει σε κυβέρνηση με ακροδεξιούς υπουργούς. Επομένως, πλην ένας δυνητικός κυβερνητικός εταίρος για τη ΝΔ, αν επιμείνει στο δυναμικό άνοιγμα προς τα δεξιά.
Στο βάθος της εικόνας υπάρχει ο Κώστας Καραμανλής που εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως ο αιώνιος ηγέτης από μεγάλο μέρος της κομματικής και λαϊκής βάσης της ΝΔ. Εχοντας επιλέξει τη μέθοδο “δεν ξέρω/δεν απαντώ” για ο,τιδήποτε αφορά στα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησής του, που υπήρξε καθοριστική για την ελληνική χρεοκοπία, καταφέρνει να μένει στο απυρόβλητο. Η συμπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ προς το πρόσωπό του προσφέρει ασυλία στον πρώην πρωθυπουργό του οποίου το σύστημα αποφεύγει ο,τιδήποτε ενοχλητικό για την αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ίδιος παραμένει παρών στα πολιτικά πράγματα μέσω διαρροών, ενώ η ιδιότητα του καραμανλικού προσφέρει όλο και μεγαλύτερες ευκαιρίες καριέρας στη ΝΔ όσο πλησιάζει η ώρα των εκλογών.
Σε σχέση με αυτή την εσωκομματική σύγκρουση, η πλευρά στην οποία βρίσκεται το Μέγαρο Μαξίμου φάνηκε με την επιλογή Μπαλτάκου για τη θέση του γγ υπουργικού συμβουλίου το 2012. ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ το δέχθηκαν, τότε, με μια άνεση που προσέβαλλε την κοινωνική τους βάση. Από εκεί και πέρα το παιχνίδι έγινε σύνθετο: Η ΝΔ πέρασε από το αντιμνημόνιο στο μνημόνιο αλλά στην ατζέντα του κοινωνικού φιλελευθερισμού παρέμεινε όπως θα την ήθελαν αυτοί που έφυγαν. Μόνο που εκείνοι έφυγαν λόγω μνημονιακής στροφής και δεν θα γυρίσουν επειδή η Συγγρού δεν επιτρέπει την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια. Δεν θα γυρίσουν ούτε αν η ΝΔ αρχίσει την αντιτροϊκανή ρητορεία, τις εθνικιστικές κορώνες και τα ευρωσκεπτικιστικά ξεσπάσματα, γιατί, όπως συνήθως συμβαίνει, το αυθεντικό αρέσει περισσότερο από την απομίμησή του. Επομένως η κανονική ακροδεξιά θα κερδίσει τη δεξιά ακόμη και αν γίνει δεξιότερη.
Μέχρι τώρα η ΝΔ τα κατάφερνε πατώντας σε δυο βάρκες: Επαιζε το χαρτί του ευρωπαϊσμού, αλλά δεν εγκατέλειπε τις χάρες της σκληρής λαϊκής δεξιάς. Η λογική του πράγματος είναι ότι μέσα σε μια μεγάλη παράταξη της κεντροδεξιάς χωράνε και ο Χατζηδάκης και ο Γιακουμάτος. Αυτά ως προς την επικοινωνία. Γιατί ως προς την ουσία, που έχει μεγαλύτερη σημασία, το ερώτημα είναι πόσος Χατζηδάκης και πόσος Γιακουμάτος. Απαντήθηκε στον ανασχηματισμό και έκτοτε δεν έχει αλλάξει κάτι.