Σε μία αναδίφηση στη μνήμη, τρεις πολιτικοί «μένουν» μετά τη Μεταπολίτευση για έργο με πραγματική αξία για τη δημοκρατία και την ευημερία του πολίτη. Η Μαρία Κυπριωτάκη – Περράκη για τα ΚΑΠΗ, ο Σταύρος Μπένος για τα ΚΕΠ και ο Αναστάσης Πεπονής για το ΑΣΕΠ. Οι ιδέες τους είχαν πολύτιμες ιδιότητες. Ήταν απλές, ανταποκρίνονταν σε μεγάλες ανάγκες και πρόσθεσαν στη δημοκρατία και την ευημερία πολλών. Το κυριότερο, κανείς δεν μπορούσε να τις πολεμήσει. Στις μέρες μας ένα τέτοιο θέμα ανακίνησε ο κ. Γεωργιάδης με την ένταξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδα στον ΕΟΠΥΥ. Σήμερα με την κρίση, την αποασφάλιση και την αναμενόμενη έκρηξη νοσηρότητας, για πολλά χρόνια η εύκολη και φθηνή πρόσβαση στο γιατρό θα είναι ζήτημα ακόμη και επιβίωσης.
Η «Επιτροπή Σουλιώτη» δημοσιοποίησε μία πρόταση με πολλά καλά. Δίνει στον πολίτη επιλογές και στην κοινωνία κόστος ανεκτό. Το κυριότερο, εντάσσει τους ανασφάλιστους στην κάλυψη του δημόσιου συστήματος, πρώτο «σιωπηλό» βήμα για Εθνική Ασφάλιση Υγείας. Σπάει τα «οιονεί» ολιγοπώλια των «γιατρών του ΙΚΑ-ΕΟΠΥΥ» δίνοντας θεωρητικά σε όλους τους άλλους δικαίωμα σύμβασης, αξιοποιώντας την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Ευνοεί την «ομαδική ιατρική» και διευκολύνει την προσαρμογή στις τοπικές ανάγκες. Τέλος, υιοθετεί επιτυχημένα διεθνή πρότυπα σε μία προσπάθεια προσαρμογής και σε μνημονιακές υποχρεώσεις.
Λείπουν, ίσως, κάποια από τα χαρίσματα των μεταρρυθμίσεων που ανέφερα. Πρώτα η απλότητα. Διατηρεί τα Πολυϊατρεία του ΙΚΑ, που προσφέρουν υλικό στις καλοκαιρινές επιθεωρήσεις και ταλαιπωρία στον πολίτη. Παλιός Υποδιοικητής του ΙΚΑ, ελπίζω να ζήσω να δω την κατάργηση αυτού του αναχρονισμού. Υπάρχει και κάτι άλλο που θα ήθελα. Τη θεσμοθέτηση σύνδεσης με τη δευτεροβάθμια φροντίδα. Η εισαγωγή στο νοσοκομείο, είναι το δεύτερο μεγαλύτερο «εμπορεύσιμο» προϊόν στη υγεία μετά το φάρμακο. Η πρόταση σπάει το μονοπώλιο στην Πρωτοβάθμια και η τεχνολογία «τακτοποίησε» την αγορά του φαρμάκου». Καιρός να σπάσει και το άλλο στη νοσοκομειακή, δίνοντας νόημα και στη «συνέχεια στην φροντίδα».
Σε σχέση με τις επιτυχίες του παρελθόντος, υπάρχει και η αντίδραση που τότε δεν υπήρξε. Φωνές που ήδη ακούγονται πρέπει να απαντηθούν εκθέτοντας τα πραγματικά κίνητρα. Η ευαισθησία του χώρου και της συγκυρίας δεν επιτρέπει την υπονόμευση μίας απαραίτητης αλλαγής. Ελπίζω το «ασφαλιστικό» του κ. Γιαννίτση να μας δίδαξε κάτι.