Αν κάτι περιγράφει ξεκάθαρα το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα μια μεγάλη ομάδα Αριστερών και συγκεκριμένα, η ομάδα που τέτοιες ημέρες του Ιουνίου 2010 διέρρηξε τις σχέσεις της με τον Σύριζα του Τσίπρα και που τα τελευταία χρόνια εκφράστηκε μέσα από την Κίνηση των Μεταρρυθμιστών με επικεφαλής τον Σπύρο Λυκούδη, αυτό βρίσκεται στο εξής σχόλιο που ανάρτησε στη σελίδα του στο face book, στέλεχος της Κίνησης με πολύχρονη, συνεχή παρουσία στις πρώτες γραμμές πάντα στο χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς.
Γράφει συγκεκριμένα:
«Βρε πώς αλλάζουν οι καιροί! Πάντοτε, δυο εβδομάδες πριν τις εκλογές έτρεχα ακαταπαύστως για το κόμμα που ήμουν μέλος του (ΚΚΕ ες, ΕΑΡ, ΣΥΝ, ΔΗΜΑΡ) ή πολύ κοντά (Ποτάμι) και αντιπάλευα μανιωδώς το «λευκό». Τώρα δεν έχω κόμμα να ψηφίσω»…
Αυτό το αίσθημα «πολιτικής μοναξιάς» ήταν κυρίαρχο τους τελευταίους μήνες όχι μόνο στους πολυάριθμους φίλους των «Μεταρρυθμιστών» που είχαν χάσει το σταθερό σήμα που εξέπεμπε αυτή η Κίνηση, αλλά ακόμη και μεταξύ των στελεχών που βρισκόντουσαν πολύ κοντά στον Σπύρο Λυκούδη και ζούσαν έτσι «από μέσα» τους προβληματισμούς του – ή πιο σωστά, μετά και την αποτυχία της, έτσι κι αλλιώς, ατυχούς προσπάθειας για «Νέα Αρχή» με τους «δημαριτες» του Θεοχαρόπουλου, γνώριζαν από πολύ νωρίς την απόφασή του να μη μετέχει στις επερχόμενες εκλογές.
Απόφαση που ο ίδιος ανακοίνωσε με τη σαφήνεια που πάντα τον χαρακτήριζε σε άρθρο του στα Νέα (6 Ιουνίου), γράφοντας:
«Η δική μου παρουσία και μέσα από αυτήν η φωνή της Πολιτικής Κίνησης των ΜΕΤΑρρυθμιστών της Αριστεράς που εκπροσωπώ, δεν θα ακούγεται στην επόμενη Βουλή. Οι άμεσες εκλογές και οι πολιτικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή μας είτε αυτόνομα είτε ως συνεργαζόμενοι σε κάποιο συμμαχικό εκλογικό σχήμα που θα μπορούσε να εκφράσει και τις δικές μας αρχές και αξίες. Τις ηθικές και πολιτικές αξίες της Ανανεωτικής Αριστεράς που δυστυχώς διαπιστώνουμε ότι έχουν εγκαταλειφθεί από όσους συνδιεκδίκησαν την κληρονομιά αυτή»…
Σε συνέντευξή του, εξάλλου, στη τηλεόραση του Σκάι, ο Σπύρος Λυκούδης περιέγραφε με τα εξής λόγια την απόφαση του να μείνει εκτός εκλογών:
«Όσες φορές θυμάμαι τον εαυτό μου από τότε που ήμουν έφηβος η συμμετοχή μου στις κρίσιμες μάχες όπως είναι και οι εκλογές συνοδευόταν πάντα από ένα πολιτικό πάθος, από μια όρεξη να στηρίξω, να παλέψω κλπ. Αν αυτά τα στοιχεία δεν τα έχω τώρα, τιμώ και σέβομαι όλα τα κόμματα, αν δεν το αισθάνομαι να επιδιώξω τη συμμετοχή μου σε ένα ψηφοδέλτιο με μόνη στόχευση να ξαναεκλεγώ βουλευτής, αυτό δεν το κάνω»…
Δεν είναι ασφαλώς της στιγμής η αναζήτηση των αιτίων ή και των ευθυνών του ιδίου και άλλων που τον οδήγησαν στην απόφασή αυτή που έθεσε τον ίδιο και την Κίνηση των Μεταρρυθμιστών εκτός εκλογικής μάχης.
Είναι ωστόσο προφανές ότι αυτό το απόσπασμα – με εξαίρεση φυσικά τα περί επανεκλογής στη Βουλή – εκφράζει και το σχόλιο του στελέχους των Μεταρρυθμιστών που ανέφερα στην αρχή, όπως βέβαια εκφράζουν και πολλά άλλα σχόλια φίλων της κίνησης που βρίσκονται σκόρπια στις σελίδες του face book, αν και σε πάρα πολλά υπάρχει είτε υπαινικτικά είτε και ξεκάθαρα η πρόθεση να ψηφιστεί «ο Κυριάκος Μητσοτάκης» – έτσι, ονομαστικά ο αρχηγός της ΝΔ, τον οποίο και αντιδιαστέλλουν εμφατικά από το κόμμα του οποίου ηγείται για να δείξουν προφανώς ότι δεν επιλέγουν Νέα Δημοκρατία, αλλά προσωπικά αυτόν!
Κάτι αντίστοιχο, αν αυτό έχει κάποια σημασία, έχει συμβεί και στο παρελθόν, όταν μέλη, οπαδοί, ψηφοφόροι των κομμάτων της ανανεωτικής Αριστεράς έλεγαν από το 1966 ακόμη ότι «ψήφισαν Σημίτη», αποφεύγοντας έτσι με κάθε τρόπο να πουν την «απαγορευμένη λέξη» ΠΑΣΟΚ!
Πέραν όμως αυτών που έχουν ήδη ξεκαθαρίσει ότι θα «ψηφίσουν Μητσοτάκη», ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων με προέλευση την Ανανεωτική Αριστερά – και δεν αναφέρομαι φυσικά σε αυτούς που παραμένουν σταθεροί στην επιλογή του Σύριζα – βρίσκονται σε μια διαρκή αναζήτηση, κυρίως με τον … εαυτό τους, όπως ο φίλος που ήδη ανέφερα και «ψάχνονται», κάπου μεταξύ Κιν.Αλ., αποχής, άκυρου και λευκού…
Ένα τέτοιο προβληματισμό συνάντησα – πού αλλού; – σε σχόλιο στο face book, επίσης στελέχους με συνεχή παρουσία στα ιστορικά πλέον κόμματα της ανανεωτικής Αριστεράς και τα τελευταία χρόνια σταθερά στο πλευρό του Σπύρου Λυκούδη.
Δεν έχω κρατήσει το ακριβές κείμενο του σχολίου, που αποτελούσε απάντηση σε άλλη ανάρτηση, ωστόσο ο φίλος αυτός, αφού απέκλειε τα υπάρχοντα κόμματα, γιατί «όλοι τους είναι το ίδιο φελλοί», απέκλειε επίσης την αποχή, αλλά «προβληματιζόταν» μεταξύ «λευκού» και «άκυρου»…
Άφησα ασχολίαστη την άποψη αυτού του φίλου γιατί κατ’ αρχήν δεν ήθελα να ξεκινήσει ο γνωστός «φεισμπουκικός» σαματάς, μέσα στον οποίο χάνεται κάθε προσπάθεια διαλόγου με επιχειρήματα, χωρίς αφορισμούς και δίκες προθέσεων.
Με εξέπληξε ωστόσο δυσάρεστα η αφοριστική ένταξη των πάντων στην κατηγορία των «φελλών», πολύ περισσότερο που ένα τέτοιο «τσουβάλιασμα» δεν αποτελούσε ποτέ χαρακτηριστικό της ανανεωτικής Αριστεράς, αλλά και της Κίνησης που και ο φίλος αυτός εκφράζει και εκπροσωπεί.
Σκέφτηκα πάντως, ότι μια τέτοια «πολιτική ανάλυση» που εντάσσει π.χ. και τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην κατηγορία των «φελλών» εκφράζει εν τέλει αυτό που δεν ομολογείται καθαρά. Ότι, δηλαδή, την εκλογή του Μητσοτάκη είναι που δεν θέλουμε, αλλά μιας και δεν μπορούμε να την αποφύγουμε, καταφεύγουμε στη «θεωρία των φελλών», όπου άνετα τσουβαλιάζουμε εκεί και Μητσοτάκη και Φώφη Γεννηματά και Βελόπουλο και Λεβέντη και πάει λέγοντας! Άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος, όλοι οι σκύλοι μια γενιά…
Ξενοιάζουμε έτσι και με το να καθίσουμε να δούμε ποιο είναι κάθε φορά το διακύβευμα, ποιες επιλογές προσφέρονται την κάθε δεδομένη στιγμή, αν θέλουμε να υπάρξει κάποια διέξοδος, ή αν, καθώς στην πολιτική δεν υπάρχει κενό, το οποίο οι υπάρχουσες κάθε φορά πολιτικές δυνάμεις φροντίζουν να καλύπτουν, υπάρχει το πολύ σοβαρό ενδεχόμενο να βρεθούμε μπροστά σε χειρότερα αδιέξοδα.
Αλλά και το «λευκό» ή το «άκυρο», που προβάλλονται στο ίδιο σχόλιο ως επιλογές, αποχή στην πραγματικότητα αποτελούν και στα ίδια αδιέξοδα μπορούν να οδηγήσουν.
Το αποτέλεσμα στις εκλογές το δίνουν κατ’ αρχήν αυτοί που ψηφίζουν και όχι αυτοί που απέχουν. Και είναι γνωστά και άκρως οδυνηρά τα αποτελέσματα μιας «ιστορικής αποχής»… Όπως το δίνουν και οι ψήφοι «που μετράνε», καθώς το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα βγαίνει με την αφαίρεση από το λογαριασμό του «λευκού» και του «άκυρου, αφήνοντας έτσι ανοιχτό το ενδεχόμενο να αναδειχτούν εν τέλει οι «φελλοί», που κατά τα άλλα, θέλουμε να αποφύγουμε.
Αλλά, θα πει κανείς, το «λευκό» ή το «άκυρο» αποτελούν προσωπικές επιλογές που έχει ασφαλώς κάποιος δικαίωμα να κάνει…
Ας μου επιτραπεί όμως να πιστεύω πως όταν κάποιος επιλέγει γα τον εαυτό του, στην πραγματικότητα επιλέγει και για τους άλλους.
Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν δημοσιοποιεί τις επιλογές του, απευθυνόμενος στους ανθρώπους του πολιτικού χώρου στον οποίο ανήκει και οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά ποιος είναι και τι εκπροσωπεί, οπότε και αποκτά την βαρύτητα «σύστασης» η επιλογή του για λευκό ή άκυρο…
Κι αυτό, δεν αποτελεί «δίκη προθέσεων». Απλό συμπέρασμα είναι, για να ξέρουμε για τι μιλάμε και τι λέμε.