Βασική διαπίστωση, στην οποία οδηγεί η ανάλυση της
σύγχρονης πραγματικότητας στην δυναμική προβολή της στο μέλλον, είναι η
παραγωγή και ανακύκλωση αδιεξόδων, που οφείλονται κατά κύριο λόγο στην αποστασιοποίηση
των κοινωνιών και της πολιτικής τους έκφρασης από την αξιοποίηση της εξέλιξης
για την προώθηση του κοινωνικού συμφέροντος και την πραγμάτωση της βιωσιμότητας
του ανθρώπου και του οικοσυστήματος σε συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης και
ισορροπημένης οικονομικής ανάπτυξης σε πλανητικό επίπεδο.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εξέλιξη στον τομέα
της τεχνολογίας και ιδιαιτέρως της ψηφιακής, η οποία όμως δεν συνδέεται με
ηθικές αξίες, ενώ δεν συνυπολογίζονται οι επιπτώσεις αυτού του φαινομένου στην
ανθρώπινη οντότητα και στην πραγματικότητα, που βιώνει, ώστε να είναι ελεγχόμενη
και επωφελής σε όλες τις διαστάσεις της.
Ο τρόπος χρησιμοποίησης της ψηφιακής τεχνολογίας παράγει
κοινωνικά ελλείματα. Ουσιαστικά συρρικνώνεται η κοινωνική δραστηριοποίηση του
ατόμου, ενώ ενισχύεται η εικονική βίωση της πραγματικότητας, στην οποία δίδεται
περιεχόμενο ανάλογα με τις ατομικές επιδιώξεις, χωρίς να διασφαλίζεται η
αξιοπιστία της παρουσίασης των γεγονότων, που την συνθέτουν.
Με αυτά τα δεδομένα όμως αυξάνεται ο κίνδυνος
αυτοπεριθωριοποίησης των πολιτών από την πραγματικότητα και της μετατροπής τους
σε εργαλεία. Στο πολιτικό πεδίο επικρατεί η οπτική της μη ενασχόλησης με αυτές
τις παρενέργειες. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα αξιοποιούνται επικοινωνιακά για
την δημιουργία πολιτικού κλίματος. Με αυτό τον τρόπο όμως η πολιτική διαχείριση
της πραγματικότητας απομακρύνεται από τον σχεδιασμό της εξέλιξης και απλά την
νομιμοποιεί, χωρίς να εκφράζει το κοινωνικό και το ανθρώπινο συμφέρον.
Βέβαια αυτή η πολιτική λειτουργία σε συνθήκες
παγκοσμιοποίησης και ταχύτατης ροής του χρόνου, οι οποίες πολλαπλασιάζουν την
πολυπλοκότητα της πραγματικότητας, παράγει και ανακυκλώνει τα αδιέξοδα. Η
κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, αν συνυπολογισθούν η πολιτική και η κοινωνική
οπτική του μονοδιάστατου εθνικού προσανατολισμού στην διαχείριση της εξέλιξης,
η οποία έχει όμως πλανητικές διαστάσεις και για να είναι με ασφάλεια
διαχειρίσιμη απαιτεί την διαμόρφωση και λειτουργία μιας μορφής παγκόσμιας
διακυβέρνησης.
Ενισχυτικά στην διόγκωση του προβλήματος κινείται και ο
αργός ρυθμός της πολιτικής διαχείρισης της πραγματικότητας από το εθνικό έως το
ευρωπαϊκό και πλανητικό επίπεδο. Δεν συνειδητοποιείται, ότι η λήψη πολιτικών
αποφάσεων και η κοινωνική δραστηριότητα υπερβαίνουν τα όρια του βιολογικού
χρόνου, διότι με τις αλλαγές, που επιφέρουν, επηρεάζουν την πορεία των
κοινωνιών στον χρόνο ως ολότητα.
Γι? αυτό ανακυκλώνονται τα αδιέξοδα. Πολύ
αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η μη ισορροπημένη οικονομική ανάπτυξη στον
πλανήτη και η μη ταυτόχρονη ενασχόληση τόσο του πολιτικού συστήματος όσο και
των κοινωνιών με τις επιπτώσεις αυτής της οπτικής, όπως είναι οι μαζικές
μετακινήσεις πληθυσμών με τα προβλήματα, που συνεπάγονται ως προς την συνοχή των
κοινωνιών υποδοχής και τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφύγων.
Ακόμη πιο επικίνδυνο είναι το πρόβλημα της ρύπανσης του
περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής. Οι συμφωνίες της παγκόσμιας
κοινότητας για αυτό το πρόβλημα, που απειλεί την βιωσιμότητα του ανθρώπου και
του οικοσυστήματος, υπογράφονται μεν, αλλά δεν υλοποιούνται με την σωστή και
λειτουργική ταχύτητα.
Στο ίδιο μήκος κύματος σε σχέση με την παραγωγή και
ανακύκλωση αδιεξόδων κινείται και η μονοδιάστατη πολιτική οπτική, ότι το
οικονομικό σύστημα είναι το αποκλειστικό και κυρίαρχο μέσο για την επίτευξη της
ευημερίας (με κοινωνικές ανισότητες), χωρίς να συνδυάζεται επαρκώς με την
προσέγγιση και διαχείριση του συνόλου των τομέων ανάπτυξης κοινωνικής
δραστηριότητας.
Το αποτέλεσμα βέβαια είναι πολύ αρνητικό και διαμορφώνει
αδιέξοδες συνθήκες σε πολλούς τομείς, από τον ελεύθερο χρόνο και την υγεία
μέχρι την πολιτισμική και κοινωνική λειτουργία του ατόμου. Είναι εμφανείς, για
παράδειγμα, οι επιπτώσεις στην ψυχική υγεία του μεμονωμένου πολίτη, όταν η
εργασιακή απασχόληση στο πλαίσιο του οικονομικού συστήματος δεν αφήνει
περιθώρια λειτουργικής διεκπεραίωσης και άλλων ρόλων εκτός του εργασιακού (όπως
είναι του ή της συζύγου, του γονέα, του πολίτη, του γείτονα και άλλων), ώστε να
διασφαλίζεται η ψυχική ισορροπία.
Εκεί, που τα αδιέξοδα όχι μόνο ανακυκλώνονται, αλλά
παράλληλα διευρύνουν το κενό ως προς τον ρόλο και τις ευθύνες της πολιτικής για
την πορεία προς το μέλλον, είναι η μη συνειδητοποίηση, ότι οι πολιτικές
αποφάσεις οριοθετούν σε μεγάλο βαθμό το πλαίσιο απόκτησης ταυτότητας (δηλ.
ποιοτικά χαρακτηριστικά) τόσο στο ατομικό (ως άνθρωπος και πολίτης) όσο και στο
κοινωνικό (ως συλλογικότητα) πεδίο.
Για παράδειγμα η προώθηση της παγκοσμιοποίησης στον
πολιτισμικό τομέα με βάση τις ανάγκες του οικονομικού συστήματος μόνο και η
διοχέτευση συγκεκριμένων καταναλωτικών προτύπων με τα διάφορα Μέσα Μαζικής
Επικοινωνίας στο πλαίσιο της λογικής της κοινωνίας του θεάματος, σε συνδυασμό
και με την συρρίκνωση της ενεργοποίησης του ατόμου στο επίπεδο της τοπικής
κοινωνίας, οδηγούν στην σταδιακή ισοπέδωση της πολυπολιτισμικότητας.
Παράλληλα δεν προωθείται η όσμωση των διαφορετικών
πολιτισμικών ταυτοτήτων, που διαμόρφωσαν οι κοινωνίες κατά την διάρκεια των
διαφορετικών ιστορικών διαδρομών τους στο παρελθόν, με αποτέλεσμα να ωθούνται
οι πολίτες στην συνέχιση της εξιδανικευτικής προσέγγισης του έθνους και στην
εσωστρεφή στάση απέναντι στα σύγχρονα πλανητικής εμβέλειας προβλήματα, όπως
είναι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών.
Το πλήθος των αδιεξόδων και η ανακύκλωση τους ουσιαστικά
αναδεικνύουν την ζωτικής σημασίας ανάγκη συνειδητοποίησης τόσο στο πολιτικό όσο
και κοινωνικό πεδίο, ότι επείγει ο επαναπροσδιορισμός της πολιτικής διαχείρισης
της εξέλιξης και του ανθρώπινου ρόλου σε αυτήν, ώστε η πραγματικότητα να
εγγυάται την βιωσιμότητα του ανθρώπου και του οικοσυστήματος.
Αυτό προϋποθέτει την λειτουργία του πολίτη ως ατομικού
υποκειμένου και της κοινωνίας ως συλλογικού με στόχο την διεκπεραίωση των
ευθυνών τους για τις γενιές, που ακόμη δεν είναι ορατές, αλλά θα υποστούν τις
επιπτώσεις της εξέλιξης.
Είναι πολυ σημαντικό το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία
πολιτών να συνειδητοποιήσουν, ότι η σύγχρονη πραγματικότητα δεν είναι
διαχειρίσιμη, όταν η πολιτική λειτουργία εξαντλείται σε ατέρμονες και χωρίς
ουσιαστικό περιεχόμενο αντιπαραθέσεις με ιδεοληπτική αναφορά ή με στόχο την
αποκόμιση πολιτικού οφέλους από την φθορά του πολιτικού αντιπάλου στο
επικοινωνιακό πεδίο.
Επίσης δεν συμβάλλει στην επίτευξη της ευημερίας η
εξιδανικευτική προσέγγιση και παρουσίαση του μέλλοντος από το πολιτικό σύστημα,
ώστε να οικοδομούνται φαντασιώσεις στη μαζοποιημένη κοινωνία, οι οποίες τελικά
λειτουργούν ως καταλύτες για την δημιουργία αδιεξόδων σε βάθος χρόνου (π.χ. μη
βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στο παρελθόν, που κατέληξε στην
οικονομική κρίση). Η σύγχρονη πραγματικότητα, που βασίζεται στην επιστημονική
γνώση και στις τεχνολογικές της εφαρμογές, δεν θα είναι διαχειρίσιμη, εάν οι
πολίτες ως άτομα και οι κοινωνίες δεν αντιμετωπίζονται ως υποκείμενα.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με εργαλείο την αντικειμενική
παρουσίαση των δεδομένων της εξέλιξης και την κατανόηση τους από τους πολίτες,
ώστε να συμβάλλουν και αυτοί με την πολιτική τους στάση στην αποφυγή της
διαμόρφωσης και ανακύκλωσης αδιέξοδων συνθηκών.
Η μεγάλη ρευστότητα, που χαρακτηρίζει την σύγχρονη
πραγματικότητα, δεν αφήνει περιθώρια για άλλες καθυστερήσεις. Το πολιτικό
σύστημα πρέπει να υπερβεί τον ρόλο του διαχειριστή εξουσίας και να αναλάβει τον
σχεδιασμό της πορείας στο μέλλον, τον οποίο έχει εκχωρήσει σε άλλα κοινωνικά
συστήματα (π.χ. οικονομικό), που έχουν πρόσβαση στην επιστημονική γνώση, αλλά
στερούνται της κοινωνικής και πολιτικής νομιμοποίησης. Με αυτό τον τρόπο θα
εκφρασθεί το κοινωνικό και το ανθρώπινο συμφέρον στο επίπεδο της διακυβέρνησης.