Η επικαιρότητα σε πλανητικό επίπεδο κυριαρχείται από ειδήσεις, που προκαλούν ανασφάλεια και αβεβαιότητα στους πολίτες και ταυτοχρόνως δείχνουν, ότι η πολιτική διαχείριση της εξέλιξης δεν έχει προοπτική με βιώσιμα χαρακτηριστικά σε βάθος χρόνου, ενώ παράλληλα οι κοινωνίες δεν είναι σε θέση να λειτουργούν ως συλλογικά υποκείμενα, τα οποία διαμορφώνουν και εκφράζουν θέσεις και απόψεις με τις δομές, που διαθέτουν στο πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών.
Αυτό είναι εμφανές, αν ληφθούν υπόψη οι πλανητικών διαστάσεων σύγχρονες ανισορροπίες, όπως είναι η κλιματική αλλαγή με την άνοδο της θερμοκρασίας και τις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στα διάφορα οικοσυστήματα, η χρησιμοποίηση της πυρηνικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και γενικότερα στον πλανήτη χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο κίνδυνος πυρηνικού ατυχήματος και η παραγωγή πυρηνικών αποβλήτων, η ρύπανση της ατμόσφαιρας σε συνδυασμό με την πρόκληση προβλημάτων υγείας και θανάτων, ο θάνατος αμάχων παιδιών και γυναικών με παράλληλη χρησιμοποίηση της πείνας ως όπλου στην Λωρίδα της Γάζας. Και αυτά είναι μόνο ένα μικρό δείγμα των συνθηκών ανισορροπίας.
Ως προς την αντιμετώπιση τους οι μεν κυβερνήσεις αδυνατούν να απελευθερωθούν από την συγκρουσιακή οπτική διαχείρισης της πραγματικότητας και σχεδιασμού της εξέλιξης με σημείο αναφοράς το λεγόμενο εθνικό συμφέρον σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Οι δε πολίτες αρκούνται στην πρόσδωση νοήματος στην ζωή τους με σημείο αναφοράς την έστω και περιορισμένη επίπλαστη υλική ευημερία στα όρια του βιολογικού χρόνου.
Η πραγματικότητα είναι αποκαλυπτική. Η γενική γραμματέας του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (World Meteorological Organization, WMO) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών με έδρα την Γενεύη στην Ελβετία Celeste Saulo επεσήμανε, ότι «ποτέ μέχρι τώρα η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο κοντά στο κατώτερο όριο των 1,5 βαθμών Κελσίου της συμφωνίας για την κλιματική αλλαγή, που υπεγράφη στο Παρίσι».
Υπάρχει δε μεγάλη ανησυχία στην ερευνητική επιστημονική ομάδα για την μεγάλη θερμοκρασιακή άνοδο των ωκεανών, την μείωση των παγετώνων και ιδιαιτέρως το λιώσιμο των θαλάσσιων πάγων στην Ανταρκτική. Στο τέλος του 2023 δέχθηκε κύματα καύσωνα το 90% των θαλασσών με τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις σε οικοσυστήματα και διατροφικές αλυσίδες.
Επίσης η εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου (διοξείδιο του άνθρακα, άζωτο και υποξείδιο του αζώτου) έκανε ρεκόρ το 2022 και ακόμη μεγαλύτερη άνοδο το 2023. Η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα είναι 50% υψηλότερη από την προβιομηχανική εποχή. Η παγκόσμια θερμοκρασία το 2023 ήταν 1,45 βαθμούς Κελσίου πάνω από την αντίστοιχη της περιόδου 1850 έως 1900.
Η θερμοκρασία των ωκεανών κατέγραψε ρεκόρ υψηλής θερμοκρασίας το 2023. Στην Μεσόγειο παρατηρείται το φαινόμενο των κυμάτων καυσώνων για 12η συνεχή χρονιά. Στην Ιταλία η θερμοκρασία άγγιξε τους 48,2 βαθμούς Κελσίου και στο Agadir στο Μαρόκο τους 50,4 βαθμούς.
Σε σχέση με το κόστος αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής το 2021/22 με 1,3 τρισεκατομμύρια αμερικανικά δολάρια διπλασιάσθηκαν οι επενδύσεις σε σύγκριση με το 2019/20. Για την επίτευξη του στόχου των 1,5 βαθμών Κελσίου θερμοκρασιακής ανόδου η χρηματοδότηση κάθε χρόνο μέχρι το 2030 πρέπει να κυμαίνεται στα 9 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αν δεν γίνει τίποτα, το ποσό θα είναι πολύ μεγαλύτερο. Εκτιμάται, ότι το κόστος της κλιματικής αλλαγής θα κυμανθεί στα 1.266 τρισεκατομμύρια και πιθανόν ακόμη περισσότερα. Σύμφωνα δε με την Celeste Saulo η επένδυση στην ενεργειακή μετάβαση στην Αφρική θα μπορούσε να ωφελήσει όχι μόνο την Αφρική αλλά όλο τον κόσμο.
Το ύψος του κόστους βέβαια δεν ενδιαφέρει, αν ληφθεί υπόψη, ότι σύμφωνα με την ανάλυση όλων των υπαρχόντων επιστημονικών στοιχείων για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην παιδική υγεία, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science of the Total Environment της Elsevier, πολλά παιδιά σε παγκόσμιο επίπεδο αντιμετωπίζουν προβλήματα στην υγεία τους.
Οι επιπτώσεις είναι πολύ σοβαρές, όπως η αύξηση πρόωρων γεννήσεων, η μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης αναπνευστικών νοσημάτων και η αύξηση των νοσηλειών και των θανάτων.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση όμως και όχι μόνο σε αυτήν, τον Μάρτιο του 2024 σε 12 από τα 27 κράτη-μέλη λειτουργούν 167 πυρηνικοί αντιδραστήρες για την παραγωγή ενέργειας. Σε πλήρη συμπόρευση με την δήλωση του διευθυντή του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (International Energy Agency) Fatih Birol, ότι «Χωρίς την υποστήριξη της πυρηνικής ενέργειας δεν θα πετύχουμε εγκαίρως τους κλιματικούς στόχους», δεν λαμβάνονται υπόψη η απειλή πυρηνικού ατυχήματος (π.χ. Τσερνόμπιλ) και τα πυρηνικά απόβλητα, που αποτελούν δυο πολύ μεγάλους κινδύνους.
Σύμφωνα με υπολογισμούς από τους πυρηνικούς αντιδραστήρες, που λειτουργούν σήμερα, παράγονται ετησίως 34.000 κυβικά μέτρα ραδιενεργών αποβλήτων, τα οποία «θάβονται» μετά την χρήση τους. Ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι υπολογισμοί επιβεβαιώνουν, ότι απαιτούνται 1.000 έως 10.000 χρόνια, μέχρι η ραδιενέργεια, που εκπέμπουν τα απόβλητα, να αποκτήσει χαρακτηριστικά πρώτης ύλης, που εξορύσσεται.
Έχει δε ενδιαφέρον, ότι η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen θεωρεί, πως η πυρηνική ενέργεια μπορεί να συμβάλλει στην οικοδόμηση φιλικής προς το κλίμα οικονομίας. Η τοποθέτηση της προέδρου δείχνει την οπτική και τις προτεραιότητες του πολιτικού συστήματος. Ο δε πρωθυπουργός του Βελγίου Alexander De Croo δήλωσε, ότι η έρευνα για την πυρηνική ενέργεια θα πρέπει να χρηματοδοτείται από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.
Στην Γαλλία το 65% της παραγωγής ηλεκτρισμού καλύπτεται από την πυρηνική ενέργεια. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση βέβαια μέχρι το 2030 οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας πρέπει να παράγουν τουλάχιστον το 42,5% του ηλεκτρισμού. Και όμως 12 ευρωπαϊκές χώρες με επικεφαλή την Γαλλία επενδύουν στην πυρηνική ενέργεια, χωρίς να αντιδρούν οι κοινωνίες. Στην Βουλγαρία, στην Φινλανδία, στην Ολλανδία, στην Ρουμανία, στην Σλοβακία και στην Τσεχία έχουν προγραμματίσει την οικοδόμηση πυρηνικών αντιδραστήρων ή άρχισαν ήδη την κατασκευή τους (Zeit online, 21.3.2024).
Στο ίδιο μήκος κύματος ως προς τις συνθήκες διακινδύνευσης, που δημιουργεί για την ανθρώπινη ζωή, κινείται και η ρύπανση της ατμόσφαιρας. Σύμφωνα με την έκθεση της IQAir (ελβετική εταιρεία με ειδίκευση στην προστασία από ατμοσφαιρικούς ρύπους) τα κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (World Health Organization, WHO) ως προς το όριο των αιωρούμενων μικροσωματιδίων στην ατμόσφαιρα μόνο επτά χώρες τα επιτυγχάνουν (Αυστραλία, Εσθονία, Φινλανδία, Γρενάδα, Ισλανδία, Μαυρίκιος και Νέα Ζηλανδία).
Τα μικροσωματίδια αποβάλλονται στην ατμόσφαιρα από αυτοκίνητα, φορτηγά και βιομηχανικές δραστηριότητες. Η πιο μολυσμένη χώρα είναι το Πακιστάν (14 φορές πάνω από το όριο του WHO) και ακολουθούν η Ινδία, το Τατζικιστάν και η Μπουργκίνα Φάσο. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 57η θέση σε σχέση με την ποιότητα του αέρα. Η ατμοσφαιρική ρύπανση υπολογίζεται, ότι προκαλεί τον θάνατο σε 7 εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως σε όλο τον κόσμο.
Τόσο στο πολιτικό πεδίο όσο και στο κοινωνικό δεν υπάρχουν σοβαρές αντιδράσεις. Βέβαια οι κοινωνίες δεν ενημερώνονται συστηματικά για αυτήν την πολύ επικίνδυνη πραγματικότητα, που βιώνουν καθημερινά. Το πολιτικό σύστημα όμως οφείλει να είναι ενημερωμένο και να προτείνει και να υλοποιεί λύσεις, οι οποίες υπηρετούν το κοινωνικό και το ανθρώπινο συμφέρον. Αυτό βέβαια δεν φαίνεται να είναι στους στόχους του, αν ληφθεί υπόψη η διαχείριση των συγκρουσιακών συνθηκών στην Λωρίδα της Γάζας με τον θάνατο αμάχων παιδιών και γυναικών και την χρησιμοποίηση της πείνας ως μέσου για την επίτευξη πολιτικών στόχων. Η ζωή του ανθρώπου δεν «μετράει», αν δεν διαθέτει οικονομική ή πολιτική ισχύ.
Επειγόντως πρέπει να αναζητηθούν και να αρθούν τα αίτια τόσο για την έλλειψη προοπτικής στην πολιτική όσο και για την αδιαφορία σε σχέση με τις χωρίς προοπτική πολιτικές επιλογές και γενικότερα στην δυναμική της εξέλιξης.
Η πραγματικότητα βέβαια είναι πολυδιάστατη με υψηλό βαθμό πολυπλοκότητας, με αποτέλεσμα να δυσκολεύει η ανεύρεση τους σε λειτουργικό χρόνο. Για αυτό τον λόγο είναι πολύ σημαντική και αναγκαία η συνδρομή της επιστημονικής κοινότητας, διότι διαθέτει τα απαραίτητα μεθοδολογικά εργαλεία.
Μια πρώτη προσέγγιση είναι αποκαλυπτική για τα βασικά αίτια, τα οποία σε μεγάλο βαθμό έχουν σχέση με το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης και τις αξίες, που το διαπερνούν ως προς την πολιτική λειτουργία και την κοινωνική δραστηριοποίηση.
Σημαντικό αίτιο είναι, ότι οι πολίτες κρίνουν και κάνουν επιλογές, χωρίς να στηρίζονται σε ουσιαστική και ολοκληρωμένη ενημέρωση για όλες τις παραμέτρους οριοθέτησης της πραγματικότητας. Παράλληλα το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία λειτουργούν με προσανατολισμό τον βιολογικό χρόνο ως προς την διαχείριση της δυναμικής της εξέλιξης, με αποτέλεσμα τα κόμματα να μην στηρίζουν τις επιλογές και επαγγελίες τους σε λειτουργικά μακροπρόθεσμο πολιτικό σχεδιασμό και οι πολίτες να κινούνται σε ανάλογο μήκος κύματος ως προς τις προσδοκίες τους και την πολιτική τους λειτουργία.
Επίσης οι πολίτες δεν λειτουργούν ως ατομικά και συλλογικά υποκείμενα στις τοπικές κοινωνίες. Αυτό βέβαια έχει άμεση σχέση με την λογική εργαλειοποίησης τους από το πολιτικό σύστημα στην επικοινωνιακή διάσταση της διαμόρφωσης πολιτικής άποψης.
Αν δε συνδυασθεί με την μη διαμόρφωση κοινωνικής συνείδησης και οικοδόμηση ενσυναίσθησης στους πολίτες με σημείο αναφοράς αξίες με ηθικό φορτίο, οι οποίες είναι προϊόν της συμβίωσης τους στις τοπικές κοινωνίες, τότε είναι κατανοητή η έλλειψη προοπτικής στην πολιτική και η κοινωνική αδιαφορία.
Ενισχυτικά σε αυτά λειτουργεί και η οπτική, ότι η πραγματικότητα εξαντλείται στα όρια, που θέτει η βίωση της στο τοπικό επίπεδο. Δεν συνειδητοποιείται, ότι αυτή η οπτική περιορίζει τις πραγματικές της διαστάσεις και δημιουργεί προσκόμματα στην λειτουργική διαχείριση της.
Τέλος ο ευτελισμός της ανθρώπινης ζωής και της κοινωνικής λειτουργίας στο αξιακό επίπεδο, ο οποίος εκφράζεται τόσο στο πολιτικό όσο και γενικότερα στο κοινωνικό πεδίο, δεν δημιουργεί τις προϋποθέσεις για οικοδόμηση βιώσιμης προοπτικής στον σχεδιασμό της πορείας προς το μέλλον, ούτε και καλλιεργεί στους πολίτες το ενδιαφέρον για την ενεργοποίηση τους με στόχο την οικοδόμηση συνθηκών βιώσιμης προοπτικής όχι μόνο στα όρια του δικού τους βιολογικού χρόνου, αλλά να λαμβάνει υπόψη και τις επόμενες γενιές (τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους).
Για να αλλάξουν αυτές οι συνθήκες και η πολιτική να αποκτήσει βιώσιμη προοπτική και παράλληλα να αναπτυχθεί στους πολίτες ενδιαφέρον για την κατεύθυνση της κοινωνικής πορείας και πέραν του βιολογικού χρόνου με κατάληξη την δραστηριοποίηση τους ως ατομικών και συλλογικών υποκειμένων, πρέπει να αρθούν τα γενεσιουργά αίτια. Τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και η κοινωνία με τις δομές της κοινωνίας πολιτών (με την συνδρομή και της επιστημονικής κοινότητας) επείγει να αναλάβουν τις ευθύνες, που τους αναλογούν.