Ο ανασχηματισμός είναι μια εξαιρετικά δύσκολη πολιτική άσκηση. Άλλοτε γίνεται για να αντιμετωπιστούν φαινόμενα δυσλειτουργιών, ανεπάρκειας και αναποτελεσματικότητας των μελών του υπουργικού συμβουλίου. Άλλοτε γιατί προκρίνεται η ανάγκη αναζωογόνησης, εκπέμποντας ένα μήνυμα επιτάχυνσης του κυβερνητικού έργου. Και προφανώς, υπάρχουν περιπτώσεις που εξυπηρετούνται απλώς εσωκομματικές σκοπιμότητες ή σηματοδοτούνται ανοίγματα, προς τη μία ή την άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος.
Οι επιλογές και οι αποφάσεις του κάθε πρωθυπουργού δεν αποκαλύπτουν μόνο τις προθέσεις του. Αλλά κυρίως δείχνουν, αν ο ίδιος έχει επίγνωση τι πρέπει να αλλάξει και σε ποια κατεύθυνση, προκειμένου να συντηρήσει και να εμπεδώσει την κυριαρχία του. Έτσι μπορούμε να διαπιστώσουμε αν μια κυβέρνηση αποκτά δυναμική ή αποδυναμώνεται. Η εμπειρία δείχνει πως υπήρξαν φορές που έβαζε νέα φτερά και αρκετές που της κόβονταν.
Ο πρόσφατος ανασχηματισμός προκάλεσε πολλές συζητήσεις και αναλύσεις. Οι περισσότερες συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι πρόκειται για αναδιάταξη των εσωκομματικών ισορροπιών. Κάτι που μέχρι πρότινος ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν το προέτασσε, υποστηρίζοντας δημοσίως ότι κριτήριό του ήταν οι ικανοί και οι άξιοι. Εξ ου και το πρώτο κυβερνητικό σχήμα κρίθηκε θετικά από την πλειονότητα της κοινής γνώμης. Ακόμη και από ψηφοφόρους άλλων κομμάτων.
Φαίνεται πλέον καθαρά ότι ο πρωθυπουργός προσμέτρησε τη δυσαρέσκεια βουλευτών και στελεχών του για τις προγενέστερες επιλογές του. Και πρωτίστως για τα πολιτικά του ανοίγματα. Είτε προς προσωπικότητες που προέρχονται από τον χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς. Είτε προς τεχνοκράτες.
Ουσιαστικά, έδειξε να εισέρχεται σε τροχιά αναδίπλωσης. Το σίγουρο είναι ότι μετά τις κυβερνητικές αλλαγές σε έναν βαθμό απομειώνεται η έως τώρα στρατηγική του. Μάλιστα, ελλοχεύει ο κίνδυνος να προκύψει μια ετεροβαρής σχέση μεταξύ του ίδιου και του κόμματος του οποίου ηγείται.
Το σημαντικότερο είναι ότι μοιάζει να ξεχνά το αυτονόητο: η κυριαρχία που διασφάλισε δεν ήταν τυχαία. Ούτε αποτέλεσμα μεταφυσικής. Απεναντίας οφείλεται στο ότι έπεισε ένα ευρύτερο εκλογικό σώμα πως η πολιτική του πρόταση δεν ταυτίζεται με τις συντηρητικές δυνάμεις και απόψεις, οι οποίες παραμένουν ισχυρές στην παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Η νόθευση της φιλελεύθερης και μεταρρυθμιστικής ατζέντας συνιστά τη μεγαλύτερη απειλή για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αναμφίβολα, εμφανίζει σημάδια απόκλισης από τις διακηρυγμένες του προθέσεις. Οι αμφιταλαντεύσεις του είναι εμφανείς.
Η επιστράτευση στελεχών από τον σκληρό πυρήνα της Δεξιάς δεν συνάδει με τη στρατηγική, την οποία με επιμέλεια ακολουθούσε. Ο εξοστρακισμός του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη δεν ήταν μονάχα άδικος και άστοχος. Κυρίως αντιστρατεύεται τα πολιτικά του ανοίγματα. Ο πρώην υπουργός Προστασίας του Πολίτη εξέπεμπε έναν δυνατό συμβολισμό.
Το βέβαιο είναι πως το συγκριτικό πλεονέκτημά του Κυριάκου Μητσοτάκη, το οποίο του άνοιξε την πόρτα της αρχηγίας και της πρωθυπουργίας, ήταν ότι προσέλκυσε το ενδιαφέρον και κέρδισε την εμπιστοσύνη δυνάμεων, που δεν είχαν καμία σχέση με τον αμιγώς δεξιό χώρο. Το τμήμα των κεντρώων και κεντροαριστερών ψηφοφόρων το οποίο τον στήριξε παρακολουθεί σήμερα με αμηχανία τις κινήσεις και τις επιλογές του. Την ψυχρολουσία διαδέχεται η αμφιβολία. Την αποστασιοποίηση η απογοήτευση. Την περίσκεψη η αμφισβήτηση. Ο ψηφοφόρος συλλαμβάνει τον εαυτό του, να βιώνει τον κλονισμό της εμπιστοσύνης και κατ’ επέκταση το συναίσθημα της απομάγευσής του. Στην πολιτική όπως και στον έρωτα η διάψευση των προσδοκιών είναι ο χειρότερος αντίπαλος.
Τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει η χώρα δεν είναι αμελητέα. Η διαχείρισή τους από τον πρωθυπουργό, καθιστά περισσότερο αναγκαία μια σταθερή γραμμή πλεύσης, δίχως υπαναχωρήσεις. Το πολιτικό κεφάλαιο που είχε αποκτήσει δεν είναι ανεξάντλητο. Εύκολα καταναλώνεται. Η επένδυση στο αντισύριζα ρεύμα δεν διασφαλίζει κυριαρχία στο διηνεκές. Χρειάζεται προσήλωση στην ανόθευτη στρατηγική των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων. Και το κυριότερο μια κυβερνητική ομάδα που δεν θα αποπνέει συντηρητική μούχλα και αφόρητη ελαφρότητα. Αλλά προοδευτική φρεσκάδα, ισχυρή πολιτικότητα και διαχειριστική επάρκεια.
Πηγή: www.capital.gr