Η κυβέρνηση στο τέλος της εβδομάδας είχε μια επικοινωνιακή νίκη στη Βουλή, επί του ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή την «πρόταση μομφής» και την αναθέρμανση του «success story» για την οικονομία μετά το Eurogroup και το Ecofin της Αθήνας. Αλλά πριν καλά καλά το… απολαύσει, επακολούθησε το «αυτογκόλ» της υπόθεσης Μπαλτάκου, με αποτέλεσμα (φαίνεται και στις έρευνες κοινής γνώμης) να χάνει ό,τι είχε κερδίσει… Με διάθεση χιούμορ, θα λέγαμε Οικονομία – Δημοκρατία, σημειώσατε Χ. Αν και Χ δεν υπάρχει πουθενά. Η αλήθεια σε όλα είναι (πέραν από τους επικοινωνιακούς εξωραϊσμούς ή τις καταστροφολογίες), κάπως πιο σύνθετη και διαφορετική.
Στην Οικονομία, παρά τον έλεγχο των ελλειμμάτων, που ανεξαρτήτως της κριτικής για το πώς επετεύχθησαν, συνιστά θετικό στοιχείο, υπάρχουν δύο κομβικά προβλήματα, που κρατούν ανοιχτό το ελληνικό πρόβλημα: Το ένα αφορά το μεγάλο χρέος, που δεν μπορούμε να το πληρώσουμε με τα λεφτά του «πλεονάσματος» (εκτός αν ήταν αναπτυξιακό) και τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις (όπως αποδείχθηκε) χωρίς μία άλλου τύπου «συνθετική» διευθέτηση του χρέους. Οσο χρονικά αυτό καθυστερεί, τόσο το χειρότερο για τη χώρα. Το άλλο πρόβλημα είναι η δημιουργία πλαισίου ανάπτυξης με μεταβίβαση αντίστοιχων ευρωπαϊκών πόρων (στόχοι, σχέδιο, πόροι) που προς το παρόν δεν υπάρχουν και η οικονομία μας ασφυκτιά σ? ένα «άνυδρο» μεταβατικό στάδιο, που διαλύει την πραγματική οικονομία και την κοινωνία. Αν δεν λυθούν σύντομα αυτά τα δύο προβλήματα, το «success story» μπορεί να αποδειχθεί σαν κι εκείνα τα «παλάτια» που «χτίζονται στην άμμο»…
Η «υπόθεση Μπαλτάκου», δηλαδή οι «υπόγειες σχέσεις» μεταξύ Μαξίμου και Χρυσής Αυγής, θέτει στην ουσία θέμα δημοκρατίας στους κόλπους της κυβέρνησης. Και αυτό είναι μείζον θέμα, που δεν «παραγράφεται» ούτε «αποσιωπάται» καθώς υπάρχουν πολιτικές ευθύνες. Ομως απαιτείται μία σαφής οριοθέτηση: Πρώτον, δεν πρέπει να πέσουμε στο λάθος, να γίνει ρυθμιστής των εξελίξεων η ΧΑ και δεύτερον οι δημοκρατικές δυνάμεις, που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση, δεν πρέπει να «ενσωματωθούν» στο πολιτικό πλαίσιο αντιπαράθεσης, που προωθεί η Χρυσή Αυγή.
Εάν αυτά είναι απολύτως σαφή, τότε μπορούμε να ελέγξουμε την κυβέρνηση για τις «πολιτικές Μπαλτάκου» που κατά καιρούς υιοθέτησε και τις πολιτικές συνέπειες που είχαν, οι οποίες σήμερα, υπό το φως των αποκαλύψεων, γίνονται εξαιρετικά ευκρινείς. Δυστυχώς, παρότι «παλιό το πρόβλημα», κατά τη ρήση Βενιζέλου, δεν αντιμετωπίστηκε εγκαίρως και ως έπρεπε… Η όψιμη αντίδραση των στελεχών του ΠΑΣΟΚ είναι θετική ενέργεια, έστω και με καθυστέρηση πολλών μηνών.
Το κακό είναι ότι έχουμε ενδείξεις, από διάφορες πρόσφατες επιλογές (Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού, Ευρωψηφοδέλτιο ΝΔ, διάδοχος Μπαλτάκου κ.λπ.), που δείχνουν εμμονή στην προώθηση ενός σκληρού δεξιού πυρήνα στελεχών και απόψεων, του «κλίματος Μπαλτάκου», στον ευρύτερο κυβερνητικό χώρο. Χρειάζεται πολιτική επανατοθέτηση του πρωθυπουργού -πέραν των ευθυνών που έχει για τον Μπαλτάκο- διά έργων σε όσα ζητήματα «μπλοκάρισε» ο στενός συνεργάτης του.
Το συμπέρασμα είναι ότι η υπόθεση Μπαλτάκου «στραπατσάρισε» το (αμφισβητούμενο) οικονομικό «success story» στην εκκίνησή του. Ενίσχυσε τις «αποσχιστικές τάσεις» στο πλαίσιο του κυβερνητικού συνασπισμού, ενώ ξαναθέτει ζήτημα στρατηγικού πολιτικού προσανατολισμού για τη ΝΔ, προς το Κέντρο ή προς τη Δεξιά. Ολα πλέον τα στοιχεία «μαρτυρούν» ότι μετά τις ευρωεκλογές εισερχόμεθα σε μία περίοδο ευρύτατων ανακατατάξεων, που θα αφορούν όλους τους «χώρους» του πολιτικού σκηνικού.