Ο νέος δικομματισμός, αρκετά ασθενέστερος βέβαια του παλαιότερου, διαγράφεται με ευκρίνεια, τόσο δημοσκοπικά όσο και στην ευρύτερη και πολυσύνθετη δημόσια σφαίρα. Ανάμεσα δε στη Νέα Δημοκρατία και στον ΣΥΡΙΖΑ, τους πυλώνες του νέου αυτού δικομματισμού, παγιώθηκε μια σημαντική διαφορά υπέρ της πρώτης. Τα άλλα κόμματα που φαίνεται ότι εξασφαλίζουν κοινοβουλευτική παρουσία είναι η Χρυσή Αυγή δυστυχώς, το ΚΚΕ και η Δημοκρατική Συμπαράταξη. Τα υπόλοιπα κόμματα εμφανίζονται κάτω από το όριο εισόδου στη Βουλή και προφανώς γι’ αυτά τίθενται και υπαρξιακά ζητήματα και όχι φυσικά με τη φιλοσοφική έννοια. Ολα αυτά βέβαια με δεδομένη την ανασφάλεια των δημοσκοπικών προβλέψεων εξαιτίας της ύπαρξης ενός τεράστιου ποσοστού πολιτών που εμφανίζονται ως αναποφάσιστοι ή ως απέχοντες από τις εκλογές. Η Νέα Δημοκρατία, εκτός από τη δημοσκοπική πρωτιά, φαίνεται να ανακτά την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία και να επαναφέρει τον αστικό κόσμο στο προσκήνιο.
Στις συγκεντρώσεις και στις ομιλίες του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, εκτός από τον αρκετά συγκροτημένο αστικό του λόγο, η ενδυματολογική και η όλη εμφάνιση των παρευρισκομένων είχε τη σημειολογία της. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη μεριά, μετά την πρόσκρουση στην αμείλικτη πραγματικότητα και την κατάρρευση όλων των ιδεολογημάτων και των ανορθολογικών δοξασιών του, βιώνει τη σταδιακή αποσύνθεση των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών που τον έφεραν στην εξουσία. Η στρεβλή εκπροσώπηση των λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων που πέτυχε, παραμένει ακόμα αλλά ξεκίνησε η διαδικασία της αποδρομής της. Η κυβέρνηση βέβαια το έχει αντιληφθεί και γι’ αυτό, με έναν απίστευτο κυνισμό, προσπαθεί να διατηρηθεί στην εξουσία, δοκιμάζοντας ακόμα και τις αντοχές των θεσμών. Τα όσα, θλιβερά και γελοία, συμβαίνουν στη Δικαιοσύνη ή στο τηλεοπτικό πεδίο είναι ενδεικτικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο αδύναμος κρίκος του ασθενούς νέου διπολισμού. Τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα όμως ακόμα δεν έχουν άλλο χώρο έκφρασης και εκπροσώπησης.
Το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ και οι κινήσεις για τη σοσιαλδημοκρατία σπατάλησαν κρίσιμο χρόνο σε μια διαδικασία ενοποίησης με το Ποτάμι, το οποίο για τους δικούς του κοινωνικούς και ιδεολογικούς λόγους ουδέποτε ήθελε την ανασυγκρότηση του χώρου της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας. Ηθελε απλά να κερδίζει χρόνο και να παραμένει στην επικαιρότητα ως ενεργό πολιτικό κόμμα. Υπάρχει όμως ακόμα η δυνατότητα τα κόμματα, οι κινήσεις και οι πολίτες που αναγνωρίζονται στην ευρύτερη σοσιαλδημοκρατική και ανανεωτική Αριστερά, κόντρα στην αρνητική περιρρέουσα ατμόσφαιρα και σε πολλούς αυτοαναγορευμένους παράγοντες, να συγκροτήσουν, με όσους θέλουν τελικά, τον δικό τους αυτόνομο πολιτικό και μεταρρυθμιστικό πόλο και να «υποδεχθούν» τα χειμαζόμενα κοινωνικά στρώματα που αναζητούν έκφραση.