Τις τελευταίες ημέρες εκτυλίσσεται και πάλι στο Διαδίκτυο και σε διάφορα έντυπα ο γνωστός πια «πόλεμος» για την Ιστορία. Αφορμή αυτήν τη φορά ήταν ένα κείμενο στο Protagon του Νίκου Δήμου για την Επανάσταση του 1821 με τον τίτλο «Πότε θα διδαχθούν τα παιδιά την αλήθεια για το ?21;». Σ? αυτό ο συγγραφέας αναφέρεται σε διάφορες όψεις και σε πολλά γεγονότα της κρίσιμης εκείνης περιόδου, όπως στη σφαγή που ακολούθησε την άλωση της Τριπολιτσάς ή στην αρβανίτικη καταγωγή πολλών γνωστών οπλαρχηγών και επέκρινε την αποσιώπησή τους από την επίσημη εθνική αφήγηση της Επανάστασης.
Βέβαια τα όσα αναφέρει ο Δήμου είναι πραγματικά. Σφάλλει όμως όταν εκλαμβάνει ως πραγματικότητα τη δική του άποψη για το ποια κοινωνική κατηγορία έκανε την Επανάσταση, ζήτημα για το οποίο ερίζουν ακόμα οι ιστορικοί. Σφάλλει δε πολύ περισσότερο όταν χρησιμοποιεί την εθνοκάθαρση, μια έννοια των τελευταίων δεκαετιών, για να χαρακτηρίσει τη σφαγή του άμαχου τουρκικού πληθυσμού της Τριπολιτσάς μετά την άλωσή της. Προφανώς ο Δήμου έχει μια εξιδανικευμένη αντίληψη για τον πόλεμο. Και το 1821 γίνονταν πόλεμος και μάλιστα το ένα εμπόλεμο μέρος, οι Ελληνες, ήταν εξεγερμένοι και φυσικά φορτισμένοι με την πολλαπλή υλική και συμβολική καταπίεση αιώνων.
Στην τότε κουλτούρα του πολέμου και μάλιστα στην κατσαπλιάδικη ανατολική της εκδήλωση, η σφαγή των αμάχων ή η πώλησή τους στα σκλαβοπάζαρα των μεσογειακών ακτών ήταν πρακτικές πλήρως νομιμοποιημένες. Και στη Δύση όμως, η βία στον πόλεμο και στις κοινωνικές εξεγέρσεις ήταν τρομακτική. Η βία, για παράδειγμα, στις εξεγέρσεις κατά των ευγενών στη Γαλλία το 1789, όπως αυτή που περιγράφει ο φιλόσοφος Μισέλ Ονφραί στο βιβλίο του «Η θρησκεία του στιλέτου» (Εξάντας, 2011), ήταν απίστευτη. Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι όσα γράφει ο Δήμου, ο οποίος καλώς τα γράφει. Εξάλλου, η απομάγευση της Ιστορίας συμβάλλει στην καλύτερη μελέτη της αλλά και στην εθνική αυτοσυνειδησία.
Το πρόβλημα είναι οι θλιβερές υστερικές αντιδράσεις και οι καταγγελίες για τα όσα γράφει ο Δήμου και πλείστοι άλλοι που εκφράζουν μια διαφορετική άποψη από την κυρίαρχη εθνοπαιδαγωγική ιστορική αφήγηση. Δυστυχώς αυτός ο απλοϊκός καταγγελτικός και συκοφαντικός λόγος δεν αναδεικνύει μόνο τις εθνικιστικές και τις παραδοσιοκρατικές αντιλήψεις, αλλά αποδεικνύει και την ύπαρξη μιας διάχυτης ανασφάλειας για την εθνική υπόσταση της χώρας. Η Ελλάδα όμως απέχει πάρα πολύ από το στάδιο της εθνοποιητικής διαδικασίας. Είναι δε από τις πλέον ομοιογενείς χώρες εθνοτικά, γλωσσικά και πολιτισμικά. Η υπόστασή της δεν κινδυνεύει από την κριτική υπενθύμιση και ανάγνωση των σκοτεινών πλευρών της ιστορίας της, αλλά από την αναπαραγωγή τους ως ιδεολογία και ως πρακτική.