Πόλεμος;

Λυκούργος Λιαρόπουλος 02 Ιαν 2015

Alors, c’est la guerre, «Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο!» είναι η ιστορική φράση με την οποία απέρριψε ο Ιωάννης Μεταξάς το ιταλικό τελεσίγραφο που του επέδωσε ο τότε Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι, τις πρωινές ώρες στις 28ης Οκτωβρίου του 1940. Κάπως έτσι βγήκαν φουριόζοι οι πολιτικοί μας από τη Βουλή μετά την τρίτη ψηφοφορία για να μας ανακοινώσουν ότι από σήμερα βρίσκονται σε πόλεμο μεταξύ τους, αλλά και με τον ελληνικό λαό. Οι μεν κ. Τσίπρας και Λαφαζάνης ούτε λίγο ούτε πολύ ανακοίνωσαν την τελική επικράτηση του Σοσιαλισμού, ενώ ο κ. Καμμένος τη μάχη για την «απελευθέρωση» από τους ξένους δυνάστες. Αμυνόμενοι, οι κ. Σαμαράς και Βενιζέλος ορκίστηκαν να δώσουν τη μάχη για τη σωτηρία της πατρίδας, υποθέτω από τους εσωτερικούς εχθρούς.

Είναι βέβαιο ότι μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ βλέπουν τις επερχόμενες εκλογές ως ρεβάνς της ήττας της Κομμουνιστικής Αριστεράς το 1949. Και αν τότε ο κομμουνισμός ως ιδεολογία συγκινούσε μεγάλο μέρος του ευρωπαϊκού, και όχι μόνο, κόσμου, σήμερα η μόνη συντροφιά είναι η Βόρεια Κορέα. Επίσης, η ποθούμενη ένταξη στο Ανατολικό μπλοκ της εποχής εκείνης φάνταζε ελκυστική, τουλάχιστον γεωπολιτικά. Σήμερα μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν απελπιστικά μόνη σε όποιο διεθνές «τραπέζι» αν και όταν εκαλείτο να συμμετάσχει, αφού πρώτα «εκδιωχθεί» από την ΕΕ.

Ισως γι’ αυτό, από τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων, ο ελληνικός λαός δεν φαίνεται να πείθεται για τον εθνοσωτήριο ρόλο της Αριστεράς. Παρά τα όσα υπέστη τα τελευταία πέντε χρόνια, για τα οποία και «τιμωρεί» τα δύο κυβερνητικά κόμματα, ο ψηφοφόρος παρουσιάζεται δύσπιστος στις προεκλογικές εξαγγελίες «της Θεσσαλονίκης». Φάνταζε σουρεαλιστική η διαμάχη Λαφαζάνη ? Παφίλη σε διπλανά «παράθυρα», για το ποιος είναι περισσότερο και γνησιότερος «Αριστερός». Δεν φαίνεται λογικό να αποφασίσει ο Ελληνας του 2015 να επιστρέψει εκεί από όπου γλίτωσε το 1950.

Ταυτόχρονα, ο Ελληνας που έζησε την πτώση 2009-2014, «έργο» της Μεταπολίτευσης και των δύο της συγκυβέρνησης, έχει αντιληφθεί ότι τα «ψεύτικα τα λόγια» έχτισαν μία χώρα χωρίς θεμέλια που θα είχε ήδη καταρρεύσει χωρίς «ξένη βοήθεια». Εχει επίσης αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Με δημιουργία και οικονομία που αφήνει πλεόνασμα για τη χώρα και τον πολίτη και όχι για το κράτος και τους πελάτες του, με αξιοπρέπεια σε ένα αφιλόξενο διεθνές περιβάλλον. Τελικά, μόνο εκεί βρίσκεται η ελπίδα ότι η 25η Ιανουαρίου θα φέρει κάτι νέο, βιώσιμο και ελπιδοφόρο.