Οι αδυναμίες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης είναι γνωστές, δεν χρειάζονται πρόσθετες επεξηγήσεις. Διαχρονικά το σύστημα διακυβέρνησης πάσχει, ο κομματισμός και η πελατοκρατεία κυριαρχούν, τα προγράμματα δεν τηρούνται, ο έλεγχος αποτελεσμάτων είναι ανύπαρκτος. Οι σχέσεις της κεντρικής κυβέρνησης με την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι αντιφατικές και η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους εκλεγμένους περιφερειάρχες οδήγησε στην δημιουργία παράλληλης αποκεντρωμένης (αυτο)διοίκησης. Οι αμέτρητοι οργανισμοί και οι δημόσιες υπηρεσίες λειτουργούν με εσωστρέφεια, δεν συνεργάζονται μεταξύ τους και το επίπεδο των παρεχομένων υπηρεσιών δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των πολιτών. Αποτέλεσμα: δίπλα σε κάθε επίσημη δραστηριότητα, υπάρχει και μια ανεπίσημη (υγεία, παιδεία, ασφάλεια, κοκ), το κόστος λειτουργίας του ελληνικού κράτους είναι αβάσταχτο και η κοινωνία παγιδευμένη.
Το πρωθυπουργικό σύστημα, έτσι όπως λειτούργησε μετά την Μεταπολίτευση, θα ήταν υποτίθεται η λύση για τα πολιτικά πράγματα της χώρας. Ο ισχυρός πρωθυπουργός θα συντόνιζε το κυβερνητικό έργο και τα πράγματα θα ήταν και θεσμικά ορθά και στην πράξη θα είχαμε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Τελικά απεδείχθη ότι το πρωθυπουργικό σύστημα διασφαλίζει την κομματική παντοδυναμία και μέσω αυτής την πλειοψηφία στη Βουλή, αλλά κατοχυρώνει ουσιαστικά την αναρμοδιότητα του πρωθυπουργού να παρεμβαίνει στη διαμόρφωση της πολιτικής. Ο πρωθυπουργός της χώρας, με όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις, έχει ένα τύποις μεν ισχυρό, στην ουσία δε απόμακρο ρόλο. Οι ειδικοί γνωρίζουν ότι δεν υπογράφει σχεδόν καμμία ουσιαστική πράξη…Ολα αφήνονται στους Υπουργούς, στους Οργανισμούς, με τα γνωστά αποτελέσματα, κι έτσι το μόνο όπλο είναι η επικοινωνιακή λειτουργία της κυβέρνσησης.
Ο καθηγητής Π. Ιωακειμίδης μας θυμίζει με πρόσφατο άρθρο του στο ΒΗΜΑ (http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=1015793) . Γράφει σχετικά: «Από την πλευρά τους, οι καθηγητές K. Featherstone (LSE) και D. Papadimitriou (Manchester) σε μια εξαντλητική τους ανάλυση με τίτλο «Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας, το παράδοξο της εξουσίας» (Prime Ministers of Greece, the Paradox of Power, Oxford University Press), έχουν εντοπίσει με ενδελεχή εμπειρικό τρόπο τις παθογένειες, τις αδυναμίες και τα ελλείμματα του συστήματος διακυβέρνησης της χώρας. Πρόκειται, γράφουν, για ένα κατακερματισμένο σύστημα με κανένα τμήμα του ικανό να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο και συντονισμό – ούτε ο Πρωθυπουργός, ούτε το Υπουργικό Συμβούλιο, κανένας. Τα κενά, οι αστάθειες και οι ακαμψίες υπονομεύουν την απόδοσή του. Πρόκειται για ένα σύστημα μοναδικό σε όλη την Ευρώπη».
Οι σύγχρονες νέες τεχνολογίες θα μπορούσαν να λύσουν πολλά από τα κενά της ελληνικής διακυβέρνησης. Κι όμως και εκεί δεν σημειώνεται πρόοδος. Με εξαίρεση τα απολύτως απαραίτητα, ως υποχρεώσεις απέναντι στην ΕΕ, οι περισσότεροι τομείς δεν προχωρούν σε αλλαγές. Ο Αν. καθηγητής του Παν/μίου του Αιγαίου Γιάννης Χαραλαμπίδης, σε συνέντευξή του στα ΝΕΑ (25-26 Αυγ. 2018) τονίζει μεταξύ άλλων: «…κάποια απολύτως απαραίτητα και σχετικά απλά μέτρα λαμβάνονται (εν. ΤΑΧΙS, ΓΕΜΗ, κλπ)…Αλλά εκτός του Υπ. Οικονομικών και ανάλογων Αρχών και κάποιων νησίδων στον υπόλοιπο κυβερνητικό ιστό, κανείς δεν ξέρει τι κάνει, πότε να το κάνει, πώς να συμβάλει, τι να μετρήσει, πώς να αλλάξει. Και φυσικά έτσι δεν μπορεί να λυθεί κανένα δύσκολο πρόβλημα με βέλτιστο τρόπο. Κάθε μέρα μένουμε όλο και πιο πίσω…»
Συνεπώς χωρίς ριζική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της πολιτικής και του κράτους δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας. Τα προβλήματα της χώρας είναι πολύπλοκα, στην ουσία χρειαζόμαστε ένα νέο πολίτευμα, μια νέα αρχή που θα θέσει νέους στόχους και σύγχρονους όρους λειτουργίας της διοίκησης. Ετσι θα πείσει την κοινωνία και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια νέα εθνική ανασυγκρότηση.
Είναι γνωστό ότι το πολίτευμα που μειώνει με δημοκρατικό τρόπο τον ρόλο των κομμάτων, αυξάνει τον ρόλο των πολιτών και βελτιώνει την θέση του κοινοβουλίου είναι αυτό της Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές, αλλά για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα και την ιστορική μας εμπειρία, το σύστημα της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας μπορεί να λειτουργήσει και εδώ αποτελεσματικά. Δυστυχώς η συζήτηση σχετικά με την εκάστοτε προτεινόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος εξαντλείται συνήθως σε ανούσιες κομματικές αντιπαραθέσεις, αφού κανένα κόμμα δεν θέλει ουσιαστικές αλλαγές.
Κι όμως η Ελλάδα μέσα στην κρίση άλλαξε δραματικά, η Ευρώπη και ο κόσμος άλλαξαν. Η επόμενη μέρα προϋποθέτει πλήρη διάκριση των εξουσιών, νέα και αποτελεσματικά συστήματα διακυβέρνησης, υπευθυνότητα, λειτουργικό συντονισμό και έλεγχο αποτελεσμάτων όλων των βαθμίδων της διοίκησης. Το πρωθυπουργικο-κομματικό σύστημα απεδείχθη ανεπαρκές, δεν δίνει λύσεις, δεν διασφαλίζει ισονομία, δεν οργανώνει την διοίκηση ώστε να προκύψει ένα παραγωγικό μοντέλο για την χώρα. Συνεπώς πέρα από εκλογές και κομματικές συμμαχίες, πρέπει να συζητηθούν κι άλλα θέματα, και το πρώτο είναι η θεσμική αναδιοργάνωση της χώρας για τη νέα περίοδο.
Η 4η ελληνική δημοκρατία, με Προεδρικό σύστημα, με ευρωπαϊκές αρχές, με ικανή διοίκηση, με παραγωγικό πρότυπο και με κράτος δικαίου, είναι εφικτή, αν υπάρχει βεβαίως θέληση.