Αυτό νόμιζω είναι το ερώτημα που έρχεται στο νου κάθε δημοκρατικού πολίτη που έγινε μάρτυρας της συνομιλίας Μπαλτάκου-Κασιδιάρη.
Είναι η ίδια ακριβώς απορία που είχε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μετά τη δολοφονία Λαμπράκη, μια απορία με ιδιαίτερο σημειολογικό περιεχόμενο για την διαχρονική πολιτική διαδρομή της συντηρητικής παράταξης στην Ελλάδα.
Βέβαια, όταν αναρωτήθηκε, ο Κων. Καραμανλής, ήταν ήδη οχτώ χρόνια πρωθυπουργός. Αν ήθελε μια πραγματική απάντηση στην ερώτηση του δεν θα χρειαζόταν να ανατρέξει στο αστυνομικό μετεμφυλιακό κράτος, στα κοινωνικά φρονήματα, τα ξερονήσια ή στη βία και τη νοθεία επί ημερών του. Αρκούσε το απότελεσμα του τριφασικού εκλογικού συστήματος το 1956 όπου η ΕΡΕ πήρε 1,594,112 ψήφους και η Δημοκρατική Ένωση 1,620,007. Τότε που η ΕΡΕ κι ο Καραμανλής έχασαν τις εκλογές αλλά με περισσότερες έδρες στη Βουλή κέρδισαν την κυβέρνηση σε μια παγκόσμια πρωτοτυπία.
Αυτή ήταν η απάντηση εκείνης της εποχής για το ποιός κυβερνά τη χώρα μας.
Ήταν το ανεξόφλητο γραμμάτιο του απόλυτου παρασυνταγματικού συμβιβασμού της Δεξιάς με το Παλάτι.
Το αναβάπτισμα και η ειλικρινής μεταμέλεια Καραμανλή φάνηκαν μεταπολιτευτικά, με την ίδρυση της ΝΔ, το άνοιγμα στο πολιτικό «Κέντρο», τον περιορισμό κάποιων ακραίων φωνών και τη συνεπή ευρωπαϊκή στρατηγική του.
Ο Καραμανλής μετά την αυτοεξορία του δεν ήταν ο Σερραίος δεξιός κομματάρχης αλλά ένας άλλος, περισσότερο ευρωπαϊος πολιτικός.
Δυστυχώς όμως το κόμμα του δεν είχε περάσει κι αυτό τη δική του «αυτοεξορία».
Γιατί τα λέμε όλα αυτά?
Γιατί είναι πολύ χρήσιμο να κατανοήσουμε πως οι «Μπαλτάκοι» δεν είναι περαστικοί από τη συντηρητική παράταξη. Είναι μάλλον ένα «αποδημητικό» κομμάτι της πιο μελανής σελίδας της ιστορίας της όπως ίσως να είναι με άλλο τρόπο βέβαια η μεγαλοσυνδικαλιστική αριστοκρατία αντίστοιχα για τον προοδευτικό χώρο.
Κι όμως η Κεντροαριστερά δεν είχε ποτέ Πρόέδρο ΕΚΚΟΦίτη, μέλος δηλαδή της σπουδαστικής ομάδας των ακροδεξιών χούλιγκαν της δεκαετίας του 60? όπως είχε η Νέα Δημοκρατία, το Μιλτιάδη Έβερτ.
Η διολίσθιση της Νέας Δημοκρατίας προς τον ακραίο εθνολαϊκισμό δεν είναι λοιπόν ένα πρόσφατο γεγονός που ανέκυψε μέσα από την αποκάλυψη της συνομιλίας των Μπαλτάκου-Κασιδιάρη.