Ποιος φοβάται το άσυλο της νομιμότητας;

Θεόδωρος Παπαθεοδώρου 09 Αυγ 2019

TA NEA

Το ερώτημα δεν είναι καθόλου ρητορικό. Αποδεικνύεται απολύτως πραγματικό όταν ο πολιτικός διάλογος των τελευταίων ημερών για το πανεπιστημιακό άσυλο εγκλωβίζεται είτε στην αδυναμία συνεννόησης για τα αυτονόητα, είτε στη σκοπιμότητα της διαστρέβλωσης της πραγματικότητας που βιώνουν οι διδάσκοντες, οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι σε πολλά Πανεπιστήμια της χώρας. Μόνο όσοι έχουν συμφέρον από τη διατήρηση ή τη συγκάλυψη μίας παρακμιακής κατάστασης βίας και ανομίας εντός των Πανεπιστημίων, μπορούν να φοβούνται και να αρνούνται το άσυλο της λογικής και της νομιμότητας. Αυτό το άσυλο, το άσυλο των δημοκρατικών κατακτήσεων που στηρίζεται στη συνταγματική κατοχύρωση της πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ, καλύπτει αποκλειστικά τις ακαδημαϊκές ελευθερίες. Και αυτονόητα βέβαια δεν καλύπτει αυτό στο οποίο το άσυλο εκφυλίστηκε τα τελευταία χρόνια και μεταλλάχτηκε σε ασυλία και αυθαιρεσία, με ωμές παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, βίαιες προσβολές και επιθέσεις εναντίον προσώπων και φθορές δημόσιας περιουσίας.

Στο δημοκρατικό Κράτος Δικαίου δεν νοείται μορφή πανεπιστημιακού ασύλου που να ανέχεται τέλεση αξιόποινων πράξεων και να επιτρέπει απειλές και προπηλακισμούς εναντίον ακαδημαϊκών δασκάλων και φοιτητών, βανδαλισμούς και καταστροφές γραφείων και εργαστηρίων, χρήση πανεπιστημιακών χώρων για διακίνηση και εμπορία ναρκωτικών, για αποθήκευση παράνομων προϊόντων και εκρηκτικών υλών ή για υπόθαλψη εγκληματιών. Το άσυλο των καταλήψεων και της βίας ακυρώνει τον πυρήνα της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της δημοκρατικής λειτουργίας στο Πανεπιστήμιο.

Το άσυλο της νομιμότητας το φοβούνται μόνο αυτοί που ταυτίζουν τη δήθεν υπεράσπισή του με τη μεγαλύτερη δυνατή ανοχή στην ανομία και στη δράση των κάθε είδους «συλλογικοτήτων» της καταστροφής, όπως το είδαμε να γίνεται τα χρόνια της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Σήμερα είναι ανάγκη να αποβάλουμε κακές κληρονομιές του παρελθόντος και να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις για την ισχυρή νομική κατοχύρωση, αλλά και για την πραγματική υλοποίηση της προστασίας του ασύλου, με σεβασμό στην πλήρως αυτοδιοικούμενη λειτουργία των ΑΕΙ. Αυτό σημαίνει ότι το πανεπιστημιακό άσυλο θα προστατεύει αποκλειστικά τις ακαδημαϊκές ελευθερίες, το δικαίωμα στη γνώση, στην ελεύθερη έρευνα και διδασκαλία και στην ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Σε περίπτωση τέλεσης αξιόποινων πράξεων η επέμβαση της δημόσιας δύναμης μπορεί να γίνεται είτε αυτεπάγγελτα, είτε μετά από πρόσκληση των αρμόδιων πανεπιστημιακών αρχών. Στην πρώτη περίπτωση, η επέμβαση της Αστυνομίας γίνεται μετά από ενημέρωση του Πρύτανη. Επίσης, οι Πανεπιστημιακές αρχές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, αλλά και την υποχρέωση να μεριμνούν για την ασφάλεια των προσώπων και των εγκαταστάσεων στα Ιδρύματα.

Ωστόσο, πέρα από τη νομοθετική διάστασή του, το άσυλο δεν μπορεί να κατοχυρωθεί παρά μόνο αν υπάρξει σταθερή πολιτική βούληση του κράτους να το προστατεύσει έναντι αυτών που το παραβιάζουν, καθώς και ευθύνη της πανεπιστημιακής κοινότητας να διαχειρίζεται το χώρο των ΑΕΙ ως δικό της «υπερασπίσιμο χώρο», σε ένα μέτωπο Δημοκρατίας και νομιμότητας απέναντι στην ανομία και στον εκφυλισμό των θεσμών. Ένα τέτοιο μέτωπο θα σήμαινε μια πραγματική αλλαγή πολιτικής.