Εκλογές χωρίς παροχές και υποσχέσεις δεν γίνονται, ούτε στις καλύτερες δημοκρατίες, πόσω μάλλον στην Ελλάδα όπου ενδημεί η δημαγωγία. Οι ανησυχίες ότι έτσι θα καταλήξουμε σε νέο δημοσιονομικό εκτροχιασμό, ακούγονται υπερβολικές. Αν μη τι άλλο, γιατί η κυβέρνηση που έχει λεφτά να μοιράσει, θέλει να λογαριάζεται για «νοικοκύρης», ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση αυτός που ρέπει στο ξεσάλωμα, δεν έχει τα λεφτά να τα μοιράσει. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου, ότι μετά από μια δεκαετία πρωτοφανούς μείωσης των εισοδημάτων, για πολλούς τα επιδόματα δεν δημιουργούν «κουλτούρα παροχών», αλλά αναγκαίο συμπλήρωμα λόγω στενότητας και πληθωρισμού.Αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι η πολιτική ατμόσφαιρα που επικρατεί λίγο πριν την έναρξη της επίσημης προεκλογικής περιόδου, δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις. Ιδίως αν οι εκλογές καθυστερήσουν και το τοξικό κλίμα παραταθεί. Σε αυτό το κλίμα, κανένα ουσιαστικό θέμα δεν μπορεί να τεθεί και να συζητηθεί.
Η τοξική πολιτική ατμόσφαιρα δεν δικαιολογείται από την σημερινή αντικειμενική κατάσταση της χώρας – και ας βάλει όποιος θέλει όσα εισαγωγικά θέλει στο αντικειμενική. Μετά μια δεκαπενταετία κρίσεων, η Ελλάδα φαίνεται να στέκεται στα πόδια της. Η οικονομίατο 2022 απέφυγε τη νέα ύφεση και η ανάπτυξη είναι ταχύτερη του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Οι επενδύσεις αυξήθηκαν έχοντας βεβαίως πολύ δρόμο ακόμα να κάνουν για να καλύψουν την κατάρρευσή τους την περίοδο 2008 – 2017. Το γενικότερο επενδυτικό περιβάλλον άλλαξε ώστε να υποδεχόμαστε σήμερα άμεσες ξένες επενδύσεις, ενώ ακόμα και η βιομηχανία αρχίζει να κινείται με δικές της δυνάμεις ύστερα από χρόνια. Γεωπολιτικά, μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας, η Ελλάδα είναι περισσότερο εξασφαλισμένη γιατί εξελίχθηκε σε μεθοριακή χώρα της Δύσης, και αυτό παρά τις περιοδικές εντάσεις με την Τουρκία. Έχει τέλος ανακτήσει την αξιοπρέπειά της σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία και αυτή έδειξε την ανθεκτικότητά της στη δύσκολη αυτή συγκυρία. Έτσι, μετά την τραγική δεκαετία της ελεγχόμενης χρεοκοπίας, η Ελλάδα μπορεί να κινηθεί με μεγαλύτερο δυναμισμό, ξεκαθαρίζοντας η ίδια τους στόχους της, πάντα μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, και «αναλαμβάνοντας την ιδιοκτησία του προγράμματος» μεταρρύθμισης του εαυτού της - για να θυμηθούμε τον περιώνυμο τεχνοκρατικό όρο.Ασφαλώς χρειάζονται πολλά ακόμα να γίνουν. Αρχίζοντας από τη Δικαιοσύνη, τη Δημόσια Διοίκηση, την πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τεχνολογική Εκπαίδευση.
Η προεκλογική περίοδος δεν προσφέρεται ασφαλώς για μακρόπνοους οραματισμούς, αλλά δεν είναι ανάγκη και να αποπροσανατολίζει πλήρως την κοινή γνώμη ως προς τα μείζονα. Ποιο θα ήταν ένα θετικό ζητούμενο της προεκλογικής περιόδου; Να βοηθηθεί η κοινωνία να βγάλει τα συμπεράσματά της από την προηγούμενη δεκαετία της χρεοκοπίας και των μνημονίων. Να σχηματίσουν οι πολίτες μια γενική εντύπωση για την εθνική στρατηγική που τα κόμματα προτείνουν σε μια εποχή ταχύτατων μετασχηματισμών και αβεβαιότητας.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα από εκείνα τα «σημεία στροφής» του εθνικού της βίου όπου η πρόοδός της δεν μπορεί να έρθει μέσω της απλής «εισαγωγής» ή της παθητικής προσαρμογής στις εκσυγχρονιστικές ωθήσεις που έρχονται από το διεθνές περιβάλλον. Αφενός γιατί το αυτό το περιβάλλον είναι σε αναταραχή, αφετέρου γιατί οι εθνικές κεραίες που θα υποδέχονταν τις διεθνείς ωθήσεις έχουν αδυνατίσει μετά τη δεκαετή δραματική οπισθοχώρηση. Σε τέτοιες στιγμές η πορεία της χώρας εξαρτάτο καθοριστικά από την πολιτική και τις πολιτικές ηγεσίες, οι επιλογές τους προσανατόλιζαν σωστά ή λάθος την κοινωνίας. Στο παρελθόν, σε συνθήκες διχασμών και εμφυλίων, κινδυνέψαμε να βρεθούμε στη «λάθος μεριά της Ιστορίας», σήμερα μετά από τις γνωστές περιπέτειες και τις ιλαροτραγωδίες του 2015, φαίνεται να συμφωνούμε στα βασικά ως προς την τοποθέτηση της χώρας. Είμαστε Ευρώπη, είμαστε Δύση, αλλά την περασμένη δεκαετία πέσαμε πολλές θέσεις κάτω και πρέπει να ανακάμψουμε. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει με μικρά βελτιωτικά βήματα, αλλά με άλματα που προϋποθέτουν τον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου και την μεταρρύθμιση των κρατικών θεσμών και της εκπαίδευσης. Αυτό είναι το εθνικό στοίχημα όχι του μέλλοντος, αλλά του παρόντος και ασφαλώς της επόμενης τετραετίας.
Η προεκλογική ατμόσφαιρα ώς τώρα,μόνο σε αυτή την κατεύθυνση δεν βοηθάει. Αντιθέτως, παρακολουθούμε μια επιδείνωση που κατεξοχήν οφείλεται στην οπισθοδρόμηση του ΣΥΡΙΖΑ σε λογικές και φαντασιώσεις «αγανακτισμένων» τύπου 2011. Το γεγονός επιβεβαιώνει τους φόβους ότι αυτό το κόμμαέχει ένα DNA που το εμποδίζει να εξελιχθεί σε μια μοντέρνα μεταρρυθμιστική ευρωπαϊκή Αριστερά. Η ιδρυτική του πολιτική κουλτούρα, ένα κράμα μετακομμουνιστικής αριστεράς και πασοκικού λαϊκισμού, φαίνεται να λειτουργεί σαν μόνιμο βαρίδι. Στο ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου, υπήρχε επίσης ισχυρή λαϊκιστική συνιστώσα, αλλά εξίσου ισχυρή ήταν η εκσυγχρονιστική, έτσι ώστε το μείγμα να επιτρέψει μέσα σε λίγο χρόνο, την εξέλιξή του σε κόμμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ ο λαϊκισμός ως πολιτικό ύφος και αντίληψη, έχει πολύ μεγαλύτερο βάρος, και όπως αποδεικνύεται, η κυβερνητική του εμπειρία δεν του προσέδωσε εκσυγχρονιστική δυναμική. Αυτό δεν θα παραξένευε τους μελετητές του λαϊκιστικού φαινομένου που έχουν επισημάνει πόσο δύσκολη και ατελέσφορη είναι συνήθως η μετάβαση ενός λαϊκιστικού κόμματος από τη φάση της αρχικής κινητοποίησης στην «κανονικότητα».Ελπίζαμε ότι όντας η μοναδική επιτυχής περίπτωση κόμματος αριστερού λαϊκισμού που αναδείχθηκε μετά τη κρίση του 2008-2010, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε τα αντίδοτα ώστε να κάνει αυτή τη μετάβαση, φαίνεται όμως ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις αντιφάσεις του.Άλλωστε, αυτές μακροημερεύουν χάρη σε αδυναμίες των αντιπάλων του. Το κόμμα της ΝΔ φαίνεται ότι δεν μπορεί να μετατρέψει την πολιτική κυριαρχία του πρωθυπουργού και την αποτελεσματική σε γενικές γραμμές διαχείριση των αλλεπάλληλων κρίσεων, σε ιδεολογική ηγεμονία που θα προσέδιδε μεταρρυθμιστική δυναμική και αυτοπεποίθηση στην πολιτική της. Ίσως αυτό να είναι εγγενές πρόβλημα της ελληνικής μεταπολιτευτικής συντηρητικής παράταξης – αλλά αυτό θα ήταν μια μακριά συζήτηση. Στο υπάρχον κενό θα μπορούσε να βρει μεγαλύτερο πεδίο κίνησης το ΠΑΣΟΚ. Έχει αφιερώσει πολύ χρόνο να απαντά με ποιόν θα συγκυβερνήσει, αλλά κάθε απάντηση ήταν μια υπεκφυγή. Και δεν μπορούσε να είναι αλλιώς, γιατί σε ένα κόμμα τριχοτομημένο κάθε καθαρή απάντηση θα κόστιζε. Άλλωστε τα σενάρια της συγκυβέρνησης είναι έωλα, πιο πολύ γεννήματα της απλής αναλογικής παρά επιθυμίες των κομμάτων. Θα ήταν καλύτερα να είχε δώσει χρόνο στο να κάνει σαφέστερη τη φυσιογνωμία του, να πείσει ότι δεν είναι υπόλειμμα του παρελθόντος αλλά κόμμα που θέλει να ξαναγίνει μεγάλο, μικραίνοντας την απόσταση από τον ΣΥΡΙΖΑ και διεκδικώντας προοπτικά τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.Γιατί μια δυσλειτουργική και παρωχημένη αξιωματική αντιπολίτευση τραβάει προς τα κάτω όλο το πολιτικό σύστημα.
Οι προεκλογικές περίοδοι είναι για «καλύτερες μέρες», για συνθήματα και απλουστεύσεις. Είναι όμως και χρόνοι πολιτικής έντασης, ο κόσμος ακούει και καταγράφει. Θα ήταν ευχής έργον να άκουγε λίγο περισσότερα για το μέλλον.
Πηγή: www.tanea.gr