Ποια Χώρα, Ποιο Μέλλον;

Μιχάλης Αρτεμάκης 15 Ιαν 2014

Ας ξεκινήσουμε την συζήτηση για το πώς θέλουμε αυτή τη χώρα και ποιο μπορεί να είναι το μέλλον αυτού του τόπου.

Η χρηματοδότηση από πόρους κοινοτικούς που προοριζόταν για επενδύσεις, σε εξοχικές κατοικίες, έκανε το γύρω των ΜΜΕ επειδή αφορούσε πολιτικά πρόσωπα. Και επειδή στην εποχή της κρίσης οι πολιτικοί είναι στη κυριολεξία υπό διωγμό, το θέμα πουλά, γιαυτό και τόσος ντόρος για την πολυτελή κατοικία της θείας του Michel Liapis ή της πεθεράς του Panos Kamenοs.

Θα ρωτήσω; Τι μπορεί σαν πολίτες αυτής της χώρας να συμπεράνουμε με τα καμώματα μέρους της πολιτικής ελίτ; Θεωρώ απύθμενη υποκρισία την ίδια στιγμή από μέρος των ΜΜΕ το να αναδεικνύουν, σε μείζον ζήτημα ένα πρόβλημα που είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες και δεν αφορά μόνο δύο πολιτικούς, αλλά αρκετές εκατοντάδες πιθανό και χιλιάδες πολίτες ιδιαίτερα της μεσαίας τάξης, που έλαβαν χρηματοδοτήσεις για επιχειρήσεις αγροτουριστικές και κατέληξαν σε πολύ σύντομό διάστημα να λειτουργούν σαν ιδιωτικές κατοικίες.

Αν θα μείνουμε στο «για όλα φταίνε οι πολιτικοί» δεν συμβάλουμε να καταλάβουμε γιατί η χώρα έφτασε στο σημερινό σημείο. Γιατί εκατομμύρια από κοινοτικές χρηματοδοτήσεις από προγράμματα, όπως τα Leader και τα Ολοκληρωμένα Προγράμματα Ανάπτυξης Αγροτικού Χώρου του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, όλα αυτά τα χρόνια αντί για παραγωγικές επενδύσεις έγιναν καταναλωτικές δαπάνες. Ασφαλώς για τα πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται υπάρχει μείζων ηθικό πρόβλημα. Αυτό κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Όμως είναι σημαντικότερο να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε γιατί εμφανίστηκαν όλα αυτά τα προβλήματα στη διαχείριση των συγκεκριμένων προγραμμάτων, παρά το γεγονός ότι ορισμένοι από εμάς ήδη από την δεκαετία του 90 έγκαιρα προειδοποιούσαμε για αυτούς τους κινδύνους, αν δεν διαχειριζόμασταν σωστά και στα πλαίσια των κανονισμών και των κανόνων που έπρεπε να θεσπίσουν οι εθνικοί και τοπικοί φορείς όταν μάλιστα τα προγράμματα αυτά, είχαν καινοτόμο χαρακτήρα, προοριζόταν για το «ξαναζωντάνεμα της υπαίθρου» και την δημιουργία βιώσιμων μηχανισμών τοπικής ανάπτυξης στις μειονεκτικές αγροτικές περιοχές. Σε άρθρο μου στα Χανιώτικα Νέα 29/8/1992 με τίτλο «Η Διαχείριση της Κοινοτικής Πρωτοβουλίας Leader» προειδοποιούσα για τον κίνδυνο και την αντίληψη που είχε δημιουργηθεί από τους τοπικούς φορείς, και όχι μόνο, «ότι όποιος είχε ένα παλιό σπίτι σε χωριό να η ευκαιρία για να το αναπαλαιώσει». Παράλληλα είχα προβάλλει αναλυτικά την φιλοσοφία της νέας αυτής καινοτόμας πρωτοβουλίας όσον αφορά στις νέες ολοκληρωμένες πολιτικές όπως διαμορφωνόταν στην δεκαετία του 90 για τον αγροτικό τομέα στις χώρες της ΕΕ, και την σημασία που απέδιδαν στα ζητήματα της ενδογενούς τοπικής ανάπτυξης, σε μειονεκτικές αγροτικές περιοχές, μέσω της κινητοποίησης των αγροτουριστικών πόρων μιας περιοχής. Στρατηγικός στόχος ήταν η ανάδειξη βιώσιμων μοντέλων στη γεωργία που θα στηριζόταν σε ανταγωνιστές καλλιέργειες στη φυτική παραγωγή, όπως ήταν η βιολογική γεωργία, η επιχειρηματική γεωργία, στην μικρή ζωική παραγωγή, στη μεταποίηση και συσκευασία αγροτικών παραδοσιακών προϊόντων, στις υπηρεσίες αγροτουρισμού και πράσινου τουρισμού και στη διαμόρφωση τοπικής αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών, ιδιαίτερα στην ενδοχώρα και στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Τελικά όχι μόνο δεν ανταποκριθήκαμε στις μεγάλες αυτές προκλήσεις, αλλά το αποτέλεσμα ήταν να χαθούν σπάνιοι πόροι που θα μπορούσαν να είχαν αλλάξει την Κρητική ενδοχώρα, και σήμερα παράλληλα με την αγορά του μαζικού τουρισμού να είχαμε αναπτύξει την αγορά των εναλλακτικών μορφών και του πράσινου τουρισμού ειδικά μάλιστα στην Δυτική Κρήτη που το φυσικό περιβάλλον της συνεχίζει να είναι το βασικό πλεονέκτημα προσέλκυσης των τουριστών επισκεπτών, όπως δείχνουν και οι πιο πρόσφατες μετρήσεις. Όμως αυτή η εναλλακτική αγορά ποιοτικού τουρισμού δεν έχει αναπτυχθεί στο βαθμό που μπορούσε και συνεχίζει να παραμένει μια πολύ μικρή αγορά, η οποία θα βοηθούσε τόσο στη παράταση της τουριστικής περιόδου, όσο και στη ενίσχυση των τοπικών παραγωγών, των θέσεων εργασίας στο πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα.

Μπορεί η δεκαετία του 90 από πολλές πλευρές στα θέματα τοπικής ανάπτυξης να ήταν μια χαμένη δεκαετία, αλλά πολύ περισσότερο ήταν η περίοδος 2004-2009. Σήμερα όμως, στα πλαίσια και της βαθιάς κρίσης που περνά η χώρα θα πρέπει να αναστοχαστούμε τα ζητήματα τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης, να ξαναδούμε ποια είναι τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα σαν Περιφέρειας και ξεχωριστές περιοχές, να πάψουμε να μηρυκάζουμε για γήπεδα του γκολφ (όπως προτείνεται για το ιστορικό αεροδρόμιο του Μάλεμε) και να δούμε την ανάπτυξη του ιστορικού, πολιτιστικού, φυσιολατρικού τουρισμού, με τη χάραξη ιστορικών διαδρομών από την μάχη της Κρήτης και όχι μόνο, τους δρόμους του λαδιού με την δημιουργία πχ της πολιτιστικής διαδρομής Χανιά – Μασσαλίας, τη αξιοποίηση ενός ολόκληρου πολιτισμού προς εξαφάνιση, εκείνο των κτηνοτροφικών κοινοτήτων με τα μητάτα, τη επέκταση του εθνικού δρυμού της Σαμαριάς σε ολόκληρο τον Ορεινό όγκο των Λευκών Ορέων, τη ανάπτυξη ειδικών μορφών ορειβατικού τουρισμού και δραστηριοτήτων μικρής κλίμακας που δεν προϋποθέτουν ειδικές εγκαταστάσεις την χειμερινή περίοδο, όπως για παράδειγμα είναι το ορειβατικό σκι, το σνόουμπορντ (σανίδα στο χιόνι) και το παρά πέντε (αλεξίπτωτο πλαγιάς), διαδρομές για γνωριμία με τα ενδημικά βότανα, κλπ.

Όλα τα παραπάνω «προϋποθέτουν μια συστηματική έρευνα και μελέτη που θα στηρίξει τη διαμόρφωση περιφερειακών στρατηγικών και πολιτικών». Αυτή την πρόταση έχω ξαναδιατυπώσει σε άρθρο μου στο Περιοδικό Οικονομία & Τουρισμός τχ 236, 1998 με θέμα «Εναλλακτικές μορφές – Πράσινος Τουρισμός στην Κρήτη». Με την προσθήκη για την ανάγκη διαμόρφωσης του Στρατηγικού Σχεδίου Ανάπτυξης για την Περιφέρεια Κρήτης για την επόμενη 10ετία.