Ποια Αριστερά;- Με αφορμή το βιβλίο του Γ. Σωτηρέλη

Μιχάλης Κυριακίδης 09 Ιουν 2017

Το κείμενο αυτό, είναι η παρέμβασή μου στην παρουσίαση του βιβλίου του Καθηγητή Γιώργου Σωτηρέλη, «Ποια Αριστερά;- Ανιχνεύοντας την προοδευτική ταυτότητα στην Ευρώπη της Κρίσης».

Όταν είδα το τίτλο του βιβλίου, του καθηγητή Γιώργου Σωτηρέλη, σκέφτηκα: Ωραία ερώτηση. Μια ζωή με βασάνιζε, από τα νεανικά μου χρόνια, από το τότε που «έμπλεξα» με το χώρο αυτό της Αριστεράς, ο οποίος πρόβαλε μπροστα μου ως ένας τεράστιος μπαξές, με διάφορα φρούτα- εκδοχές.

Και είναι αλήθεια πως παρά τις πολλές αναθεωρήσεις και αναζητήσεις,  και σήμερα το ερώτημα αυτό δεν έχει σαφή απάντηση. Εξάλλου, και ο ίδιος ο συγγραφέας και Γιώργος Σωτηρέλης, αναρωτιέται στην εισαγωγή του βιβλίου του: «Έχει νόημα να εξακολουθούμε να μιλάμε σήμερα για την Αριστερά ή αυτή έχει καταντήσει «ένα πουκάμισο αδειανό;» Ιδιαίτερα- θα πρόσθετα εγώ, όταν εδώ και δύο και κάτι χρόνια ζούμε εδώ στην Ελλάδα την εμπειρία της «Πρωτης φοράς αριστερής κυβέρνησης»… Και για να θέσω το ερώτημα αλλιώς: Είναι αυτό που αποκαλούμε Αριστερά- όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρο τον Κόσμο- πραγματική προοδευτική δύναμη, ή απλώς της έμεινε η σφραγίδα από παλιά, χωρίς περιεχόμενο; Οι εμπειρίες εδώ και στον υπόλοιπο κόσμο. τόσο από το παρελθόν, όσο και τώρα, δεν είναι καθόλου ενθαρυντικές, ενώ συχνά είναι ανατριχιαστικές…

Στο βιβλίο αυτό, ωστόσο, ο συγγραφέας ανησυχεί για το μέλλον και επιχειρεί να ανιχνεύσει τη σύγχρονη Αριστερά, την πραγματικά προοδευτική, που την θεωρεί απαραίτητη σε ένα εθνικό και διεθνές περιβάλλον, όπου με την παγκοσμιοποίηση έχουν συντελεστεί τεράστιες ανατροπές και οι παλιές συνταγές προοδευτικότητας όχι μόνον δεν επαρκούν, αλλά συχνά λειτουργούν ανασταλτικά.

«Είναι καιρός- λέει ο Σωτηρέλης- να σφυριλατηθεί και πάλι , και μάλιστα επειγόντως, η νέα προοδευτική ταυτότητα της Ηπείρου μας , με κύρια προτεραιότητα την επικαιροποιημένη αναβάπτιση σε αρχές και αξίες που σφράγισαν την πορεία του ευρωπαϊκου νομικού και πολιτικού πολιτισμού».

Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.

Ο συγγραφέας θέτει το ερώτημα εάν η Αριστερά μπορεί να είναι η δύναμη αυτή που μπορεί να εκφράσει και να υλοποιήσει αυτό τον στόχο, εάν μπορεί να δώσει τις σύγχρονες απαντήσεις στα νέα δεδομένα που έφερε η παγκοσμιοποίηση. Και η απάντηση που δίνει είναι θετική, θέτοντας όμως σειρά προϋποθέσεων. Λέει σε κάποιο σημείο: Στην εποχή του «αχαλίνωτου καπιταλισμού» και του «φονταμενταλισμού των αγορών», η Αριστερά είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ, ως δύναμη ευαισθησίας και εγρήγορσης, αντίστασης και ελπίδας». «Είναι η μόνη – λέει που μπορεί να δώσει μάχες για τη γνήσια πολιτική εκπροσώπηση των κοινωνικών δυνάμεων της προόδου, της δημιουργίας και της αλληλεγγύης». Εδώ βάζω εγώ έναν * αστερίσκο, διότι θα επανέλθω.

Ποια Αριστερά όμως;

Ο συγγραφέας μιλάει για μια «σύγχρονη μεταρρυθμιστική και δημοκρατική αριστερά με κυβερνητική προοπτική»… Θα δούμε παρακάτω τι εννοεί με αυτά.

Στη συνέχεια κάνει μια καταγραφή των διαφόρων εκφάνσεων της Αριστεράς στην Ευρώπη- και την Ελλάδα και επιλέγει ποιοι θα μπορούσαν να ενταχθούν σε αυτήν τη σύγχρονη μεταρρυθμιστική αριστερά – την οποία αποκαλεί ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΉ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΡΗΞΙΚΕΛΕΥΘΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ. Τον όρο αυτό θα τον συναντά ο αναγνώστης πολύ συχνά στο βιβλίο.

Ας παρακολουθήσουμε, όμως λίγο την πολιτική χαρτογράφηση του χώρου αυτού, όπως την εννοεί ο συγγραφέας.

Η πρώτη ιστορικά και σημαντικότερη πολιτικά- λέει- είναι η Σοσιαλδημοκρατία. Δεν μπορώ να μη σημειώσω εδώ μια πρωτοτυπία για τα ελληνικά δεδομένα, φυσικά, μια και στην Ευρώπη αυτό είναι αυτονόητο. Ο Σωτηρέλλης εντάσει τη Σοσιαλδημοκρατία στην Αριστερά, σε αντίθεση με αυτούς που βρίσονται εξ αριστερών της και την θεωρούν μη αριστερό κόμμα- εξ ού και η «Πρωτη φορά Αριστερά» που έχουμε στην εξουσία από το 2015.

Να πάμε όμως στην ουσία. Δεν θα αναφερθώ στα όσα γράφει ο συγγραφέας για τον θετικό ρόλο που έπαιξε η σοσιαλδημοκρατία τα τελευταία 60-70 χρόνια. Θα σημειώσω όμως τη διαπίστωση -με την οποία συμφωνώ- και νομίζω πως συμφωνούμε όλοι- ότι η Σοσιαλδημοκρατία σήμερα στην Ευρώπη μαστίζεται από σοβαρή κρίση ταυτότητας και έντονα υπαρξιακά προβλήματα. Δεν μπόρεσε να αντηληφθεί, να προβλέψει τις μεγάλες ανατροπές και αλλαγές που έφερε η παγκοσμιοποίηση και τώρα παρακολουθεί αμήχανα, χωρίς να μπορεί να αρθρώσει έναν σύγχρονο πολιτικό λόγο, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες παρασύρθηκε και ενσωμάτωσε στις πολιτικές της,  συνταγές του νεοφιλελευθερισμού, με αποτέλεσμα να βρίσκεται σήμερα σε αδιέξοδο και να φθίνει συνεχώς η δύναμή της.

Η δεύτερη αξιοπρόσεκτη εκδοχή της Αριστεράς που θα μπορούσε να συμμετέχει σε έναν τέτοιο φορέα, είναι – όπως σημειώνει ο Γιώργος Σωτηρέλης, το ρέυμα του ευρωκομμουνισμού που- όπως λέει- ανανέωσε πολαπλώς την ιδέα της Αριστεράς, ήρθε σε ρήξη με τον σταλινισμό και τον δογματισμό και συνδύασε τον ριζοσπαστισμό με την δημοκρατία… Ωραία!- Σύμφωνοι!

Πού βρίσκονται, όμως τώρα αυτοί;

Βεβαίως- παραδέχεται ο συγγραφέας- ο ευρωκομμουνισμός έχασε την αίγλη που είχε στη δεκαετία του 70, διότι κινείται παράλληλα με την σοσιαλδημοκρατία και αντιμετωπίζει ανάλογα προβλήματα, ενώ έχει και έλλειμα ηγεσίας.

Η Τρίτη δύναμη που θα μπορούσε να μετέχει στον νέο φορέα της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΉΣ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΗΞΙΚΕΛΕΥΘΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, είναι όπως μας προτείνει, η πολιτική οικολογία. Δεν θα αναφερθώ σε αυτήν εδώ, διότι όλοι, νομίζω, έχουμε την εικόνα για το τι συμβαίνει στον χώρο αυτό. Σημαντικός, ωστόσο, αλλά με πολλές αδυναμίες και προβλήματα.

Από το εγχείρημα αυτό ο συγγραφέας εξαιρεί την δογματική αριστερά, όπως αυτή εκφράζεται από τα ΚΚ και κυρίως το ελληνικό. Εξαιρεί, επίσης και το Πολιτικό Κέντρο.

«Δεν είναι συμβατή η στρατηγική του «τρίτου πόλου»- γράφει- που διακηρύσσει ότι αποβλέπει  στην κάλυψη του «ενδιάμεσου χώρου» μέσω της- τεχνικής διαμόρφωσης ενός «πολιτικού κέντρου», με καθεστωτική λογική, με ασαφή και «στρογγυλεμένα» πολιτικοϊδεολογικά χαρακτηριστικά και με ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο του «μπαλαντέρ», δηλαδή του πρόθυμου και «υπεύθυνου» συνομιλητή που είναι πρόθυμος να συνεργαστεί  τόσο με την Δεξιά, όσο και με την Αριστερά». Και εδώ βάζω έναν αστερίσκο για να επανέλθω.

Τι συμβαίνει, όμως με την σύγχρονη Ριζοσπαστική Αριστερά, που έχει γιγαντωθεί σε πολλές χώρες της Ευρώπης, ενώ στη χώρα μας κατόρθωσε να κερδίσει τις εκλογές και να είναι σήμερα κυβέρνηση;

Για την αριστερά αυτή, ο Σωτηρέλης διαπιστώνει ότι, καθώς προέρχεται από διάφορους χώρους- από τα κομμουνιστικά κόμματα έως την σοσιαλδημοκρατία, λειτουργεί αντιφατικά και κουβαλάει μια σειρά από παθογένειες, όπως ο πολιτικός ισοπεδωτισμός, ιδεολογικός παροπλισμός, μαξιμαλισμός και ανέυθυνος λαϊκισμός.

Γι’ αυτήν την Αριστερά, ο συγγραφέας κρατάει επιφυλάξεις και θέτει ως προϋποθέσεις, να εγκαταλύψει αποφασιστικά αγκυλώσεις, αυταπάτες, μαξιμαλισμούς  και αμετροέπειες,-  φωτογραφίζοντας ΣΥΡΙΖΑ, Ποδέμος και την αριστερά που εκφράζει ο Μελανσόν στη Γαλλία. Σημειώνει, ακόμα – στοχεύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι θα πρέπει να απεμπλακεί από αμφιλεγόμενες συμμαχίες με δυνάμεις με αμφίβολη δημοκρατικότητα.(Όρα ΑΝΕΛ)

Ας κάνουμε, λοιπόν τη σούμα:

Έχουμε με Σοσιαλδημοκρατία που βιώνει την βαρύτερη κρίση της, τα υπαρξιακά της αδιέξοδα, έχουμε τους ευρωκομμουνιστές που είναι χαμένοι κάπου στο μεσο- διάστημα, έχουμε τους οικολόγους χίλια μύρια κομμάτια και έχουμε την Ριζοσπαστική Αριστερά, η οποία τόσο στην Γαλλία, όσο και στην Ισπανία- όπου μάλιστα αρνήθηκε πεισματικά όποια συνεργασία με τους σοσιαλιστές και τους έστειλε στην αγκαλιά του κεντροδεξιού Ραχόι, αλλά και στην Ελλάδα, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ προτίμησε τους ΑΝΕΛ για συνεργασία αντί πχ τη Δημοκρατική Συμπαράταξη.

Μπορούν αυτές οι δυνάμεις να συναντηθούν για τη δημιουργία της Νέας ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΉΣ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΡΗΞΙΚΕΛΕΥΘΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ;…..

Μπορούν, λέει ο Γιώργος Σωτηρέλης. Αρκεί να κάνουν τις υπερβάσεις που χρειάζεται, να ξεπεράσουν τις παθογένειές τους να «εγκαταλείψουν τον ανερμάτιστο βολονταρισμό από τη μια, αλλά και την καθεστωτική μετάλλαξη τους από την άλλη.

Μια τέτοια Αριστερά- τονίζει- «μπορεί να διεκδικήσει ξανά έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στο σημερινό ρευστό, μεταβαλλόμενο τοπίο και το ιδιαίτερα απαιτητικό ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον, χωρίς να απαρνιέται την ουσία της  που είναι η πολιτική εκπροσώπηση των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμμάτων που βρίσκονται στη δίνη της παγκοσμιοποίησης της κρίσης, αλλά και θέτοντάς την προτεραιότητα της πολιτικής δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και των δικαιωμάτων, απέναντι στην τυφλή λογική του κέρδους και της εμπορευματοποίησης των πάντων.

Αυτή η Νέα Δημοκρατική Πλουραριστική Αριστερά- τονίζει ο Γιώργος Σωτηρέλης- πρέπει να είναι Ευρωπαϊκή- χωρίς αμφισιμίες και ναι μεν αλλά…

Διότι- όπως αναφέρει:

Η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση παρά τις επιμέρους αντιφάσεις και τα οξυμένα προβλήματά της, αποτελεί σήμερα την μόνη ρεαλιστική επιλογή για την υπέρβαση της κρίσης, και διότι προς την κατεύθυνση αυτή, έστω και από διαφορετικές ιδεολογικοπολιτικές αφετηρίες, συγκλίνουν και πολλές άλλες πολιτικές δυνάμεις του ευρωπαϊκού χώρου  που κινούνται κατά βάση στο χώρο του κέντρου και της μετριοπαθούς Δεξιάς. Με τις δυνάμεις αυτές μια Νέα Πλουραλιστική Αριστερά, πρέπει να βρίσκεται σε συννενόηση και να εξαντλεί όλα τα περιθώρια πολιτικής συνεργασίας, ώστε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό φιλοευρωπαϊκό μέτωπο που όχι μόνον δεν θα επιτρέψει να καταρρεύσει το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αλλά θα το ενισχύσει.

 

Στη συνέχεια ο συγγραφέας – στο μεγαλύτρο μέρος του βιβλίου του περιγράφει τις υπερβάσεις που πρέπει να γίνουν από τον κάθε φορέα, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα. Παρουσιάζει, μάλιστα σειρά προτάσεων που αφορούν στην οικονομία, αλλά και στο θεσμικό επίπεδο. Επιχειρεί σύνθεση των προτάσεων που ακούγονται από τους προαναφερόμενους φορείς, αλλά προχωρά ακόμη περισσότερο. Σε μια προσπάθεια να απαλλαγεί η Αριστερά από τις παλιές ιδεοληψίες, «κολλήματα» και δογματισμούς που την έφεραν στο αδιέξοδο. Χωρίς, όμως να χάσει την «ψυχή» της, όπως λέει.

Δεν θα αναφερθώ όμως σε αυτές, καθώς κινδυνεύω να τις αδικήσω, κάνοντας αποσπασματικές αναφορές, καθώς ο χρόνος δεν το επιτρέπει. Αξίζει, ο αναγνώστης να τις μελετήσει προσεκτικά και εάν μη τι άλλο, θα διαπιστώσει πως μπορούν να αποτελέσουν μια σοβαρή βάση συζήτησης- διάλογου.

Θα αναφερθώ μόνο σε δύο σημεία που έχουν ενδιαφέρον και έχουν σχέση με τον έναν αστερίσκο που έβαλα προηγουμένως.

Σε κάποιο σημείο  – εκεί στις σελίδες 70- 100, μιλάει πως το ζητούμενο δεν είναι η κατάργηση της αγοράς, όπως λανθασμενα πίστευαν κάποιες εκδοχές της Αριστεράς, διότι πλέον έχει αποδειχθεί το πιο πρόσφορο μέσον παραγωγής πλούτου, αλλά η υπαγωγή της σε ένα δημοκρατικό έλεγχο. Αναφέρεται ακόμη στον ελεύθερο ανταγωνισμό κάτω από συγκεκριμένους κανόνες που δεν θα επιτρέπουν τη συγκέντρωση του πλούτου σε λίγους,-  στην ολιγαρχία των αγορών-  και κάνει λόγο για την οικονομική πολαπλότητα, τις εκδοχές της κοινωνικής οικονομίας κλπ.

Τονίζει, επίσης, πως η Νέα αυτή Αριστερά πρέπει να ξεφύγει από την παλια εκείνη λογική ότι εκπροσωπεί τις δυνάμεις της εργασίας κόντρα σε όλους τους άλλους, και προτείνει ένα γενναίο άνοιγμα «προς νέες ενδιάμεσες κοινωνικές δυνάμεις, αλλά και υγιείς παραγωγικές δυνάμεις του μικρου- μεσαίου ή ακόμη και μεγάλου – μη ολιγοπωλειακού κεφαλαίου.

Όλες αυτές οι σκέψεις, αλλά και πολλές άλλες, που αφορούν στις θεσμικές αλλαγές, μεγαλώνουν την απορία μου – και εδώ επανέρχομαι στον έναν αστερίσκο που έθεσα προηγουμένως- για ποιο λόγο ο Γιώργος Σωτηρέλης αποκλείει την συμμετοχή του πολιτικού κέντρου στο εγχείρημα που προτείνει.

Τόσο οι προτάσεις για την ανανέωση του θεσμικού πλαισίου, όσο και αυτές που αφορούν στην οικονομία, όπως η ελεύθερη λειτουργία της αγοράς με τον ρυθμιστικό ρόλο που θα παίζει η πολιτική, η κοινωνική συμμαχία με δυνάμεις πέραν από αυτές που η παραδιοσιακή Αριστερά ήθελε να εκφράζει, αλλά και ο σαφής  και χωρίς αμφισιμίες φιλοευρωπαϊσμός που πρέπει να διακατέχει τον νέο φορέα της Αριστεράς που προτείνει, εκφράζονται με τον πιο αυθεντικό τρόπο από τις δυνάμεις του πολιτικού κέντρου, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη.

Θα έλεγα, πως ίσως το «μπόλιασμα» της σοσιαλδημοκρατίας και της Αριστεράς που επικαλείται ο συγγραφέας, με το πολιτικό κέντρο, είναι αυτό που θα βοηθήσει τις δυνάμεις αυτές να βγούν από τα αδιέξοδά τους- αυτά που περιγράφει ο συγγραφέας- και να οριοθετηθούν με σαφήνεια και με δικό τους πολιτικό αφήγημα, έναντι των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού.

Δείτε τι γίνεται στην Γαλλία με τον Μακρόν, αλλά και στην Ιταλία με τον Ρέντζι για να μην αναφερθώ σε παλαιότερα παραδείγματα.

Με άλλα λόγια, ενώ πολιτικά αποκλείει το πολιτικό κέντρο, στο προγραμματικό πλαίσιο που προτείνει, βρίσκεται σε πάρα πολλά σημεία πολύ κοντά σε αυτό που ονομάζουμε φιλελεύθερο πολιτικό κέντρο.

Και να κλείσω με την σημείωση στον πρώτο αστερίσκο που έβαλα.

Ούτε η Αριστερά, ούτε κάποια άλλη πολιτική δύναμη δεν έχει υπογράψει συμβόλαιο αορίστου χρόνου με την προοδευτικότητα. Θα πρέπει – ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο που συμβαίνουν τεκτονικές αλλαγές στον κόσμο- να αποδείξει ότι αντιλαμβάνεται τις αλλαγές αυτές και έχει την ικανότητα να διαμορφώσει προτάσεις – ρεαλιστικές προτάσεις-  που θα αλλάξουν την κοινωνία προς όφελος των πολιτών και ιδιαίτερα των αδυνάτων.