Ο κ. Τσίπρας παρουσίασε το σχέδιό του για τις μεταρρυθμίσεις στην δημόσια διοίκηση κάτω από τον βαρύγδουπο τίτλο «Εθνική στρατηγική για τη διοικητική μεταρρύθμιση».
Ως στρατηγική περιγράφεται ένα άθυρμα δράσεων μερικές εκ των οποίων, απλώς, αποτυπώνουν τίτλους εγχειριδίων του δημόσιου μάνατζμεντ (πχ. «ανάπτυξη ανθρώπινου δυναμικού»), μερικές άλλες έχουν έναν μεσοπρόθεσμο επιχειρησιακό χαρακτήρα (πχ. «ηλεκτρονική διεκπεραίωση διαδικασιών») κι άλλες συνιστούν μια πάγια γραφειοκρατική διαδικασία (πχ. «προκήρυξη θέσεων Διευθυντών»).
Απουσιάζουν ουσιώδη στοιχεία μιας στρατηγικής, όπως είναι η οργανική διασύνδεση των δράσεων, η ιεράρχηση και η προστιθέμενη αξία καθεμιάς, η συγκεκριμενοποίηση του τρόπου υλοποίησής τους, η κοστολόγηση και, ιδίως, τα προσδοκώμενα τελικά αποτελέσματά τους.
Ορισμένες από τις αναφερόμενες ως μεταρρυθμίσεις αποτελούν απλώς ευχές και έχουν καθαρώς ακαδημαϊκό χαρακτήρα. Για παράδειγμα, η «πρόταση για την ανάσχεση της δημογραφικής γήρανσης (sic!) και την εισροή νέας γνώσης στο δημόσιο τομέα», η επεξεργασία της οποίας θα απαιτήσει διάστημα έξι μηνών από τον Ιούνιο μέχρι τον Δεκέμβριο 2017!
Η εθνική στρατηγική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι, εν συνόλω, πτωχή, χωρίς όραμα για το ελληνικό κράτος και κυρίως, χωρίς την πολιτική βούληση να μετατραπεί το δημόσιο από βασικό εμπόδιο της ανάπτυξης της χώρας σε προωθητικό μηχανισμό της.
Η κυβερνητική πρόταση υπολείπεται, εμφανώς και αποτελεί ένα πρόχειρο συμπίλημα του επιχειρησιακού σχεδίου που είχε καταρτιστεί στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος «Διοικητική Μεταρρύθμιση 2007-2013».
Εκείνο, όμως, που χαρακτηρίζει με μοναδικό τρόπο την στρατηγική του κ. Τσίπρα για το δημόσιο είναι ο απατηλός χαρακτήρας και η διγλωσσία της.
Ακόμη κι αν κάποιος παρέκαμπτε όλα τα προηγούμενα σημεία κριτικής δεν θα μπορούσε να μην επισημάνει την διάσταση λόγων και έργων της κυβέρνησης. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Στην Στρατηγική εξαγγέλλεται ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε προγραμματισμό προσλήψεων. Τμήμα του προγραμματισμού θα είναι η «ολοκλήρωση της πρότασης ρύθμισης για το πλαίσιο προσλήψεων συμβασιούχων ορισμένου χρόνου».
Σε απλά ελληνικά, αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα ανακοινώσει τον Γενάρη 2018 τον αριθμό των συμβασιούχων που θα απολυθούν! Είναι οι ίδιοι που προσλήφθηκαν με τις ενέργειες του αριστερού ψάλτη κ. Σκουρλέτη και θα απολυθούν με τις ενέργειες του δεξιού ψάλτη κ Τσακαλώτου. Αυτός είναι ο υπουργός ο οποίος, σε μια πιο ειλικρινή και σαφή διατύπωση προς την κ. Lagarde, ανέφερε, στις αρχές του καλοκαιριού, ότι η κυβέρνηση θα φέρει ρύθμιση με την οποία θα θέσει πλαφόν στις προσλήψεις συμβασιούχων ορισμένου χρόνου. Ποιος το προκάλεσε, όμως, αυτό το πρόβλημα; Μα, η ίδια η κυβέρνηση. Καλύτερη απόδειξη από τους αριθμούς δεν υπάρχει: Έτσι, λοιπόν, τον Δεκέμβριο 2014 οι συμβασιούχοι ανέρχονταν σε 60.692. Τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ο αριθμός ανήλθε σε 63.646 και το 2016 συνέχισε την ανοδική του πορεία: Οι συμβασιούχοι αυξήθηκαν σε 68.972, ενώ τον Μάιο 2017 εκτινάχθηκαν σε 76.971. Κατά την ίδια περίοδο αυξήθηκε και ο αριθμός εκτάκτων στα ΝΠΙΔ από 10.722 σε 12.531 και των μετακλητών (των ανθρώπων της κατηγορίας του εμβληματικού κ. Καρανίκα) από 1888 σε 2.190.
Τελευταίο αλλ’ όχι έσχατο: Η Στρατηγική του κ. Τσίπρα συναντά την υποστήριξη Γάλλων αξιωματούχων οι οποίοι έχουν αναλάβει εργολαβικά, ήδη από το πρώτο μνημόνιο, την συνδρομή των ελληνικών κυβερνήσεων στην εφαρμογή των διοικητικών μεταρρυθμίσεων. Μήπως, όμως, βλέποντας εκεί στο Παρίσι όχι μόνο την επανάληψη έργων του πρώτου μνημονίου (πχ. «εκσυγχρονισμός του κλαδολογίου») αλλά, κυρίως, την εξόφθαλμη αποδιοργάνωση της ελληνικής διοίκησης, κατά τα τελευταία χρόνια, θα έπρεπε να αναθεωρήσουν τον τρόπο με τον οποίο αξιολογούν την δράση των εμπειρογνωμόνων τους;