Ενα ακόμη βήμα προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αποτελεί η απόφαση του Συμβουλίου Κορυφής για την τραπεζική ένωση. Υστερα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, μέρος της εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών της Ενωσης εκχωρήθηκε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Από φέτος, η αναστολή λειτουργίας ή ακόμη και το κλείσιμο συστημικών τραπεζών ανατίθεται σε ένα υπερεθνικό όργανο. Ξέρω ότι όταν μιλάμε για εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας πολλοί αντιδρούν αρνητικά. Αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σημαίνει εκχώρηση κυριαρχίας. Η πορεία της ΕΕ αυτή ήταν, αυτή θα είναι και στο μέλλον, γιατί αυτό επιβάλλει το συμφέρον της Ευρώπης και κάθε κράτους-μέλους. Κι αν θέλουμε να προχωρήσει σε πιο ριζοσπαστικά βήματα, στην έκδοση ευρωπαϊκών ομολόγων, π.χ., που σημαίνει την ανάληψη των χρεών των κρατών από το υπερεθνικό όργανο ΕΕ, χρειάζεται να εκχωρηθεί ακόμη ένα κομμάτι της κυριαρχίας μας.
Σήμερα, ύστερα από χρόνια κρίσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του δημοσίου χρέους, η Ευρώπη επανέρχεται – προσωρινά – στην ομαλότητα. Ολοι οι δείκτες, οι κινήσεις κεφαλαίων (οξυγόνου, αλλά και κινδύνου) και τα επιτόκια δανεισμού δείχνουν ότι η κρίση καταλαγιάζει. Με την ολοκλήρωση μάλιστα της τραπεζικής ένωσης, τα βήματα για την περαιτέρω ενοποίηση μπορούν να περιμένουν – ώστε να ανακουφιστούν οι κυβερνήσεις από την πίεση των ευρωσκεπτικιστών. Ομως η κρίση δεν τελείωσε και θα συνεχίσει να εμφανίζεται μεταλλαγμένη. Κάθε φορά, η παγκοσμιοποίηση ζητά το φάρμακο που προκαλούν οι παρενέργειές της εδώ και αιώνες. Και το φάρμακο είναι η ανάγκη ρυθμίσεων των αγορών που δρουν παγκοσμιοποιημένα. Για να γίνουν, χρειάζονται υπερεθνικές ρυθμιστικές Αρχές.
Με την τραπεζική ένωση, η πολιτική βούληση της Ενωσης διατυπώθηκε, επιτέλους, καθαρά. Το κεντρικό ζήτημα είναι ποιος πληρώνει σε περίπτωση τραπεζικής κρίσης και με ποια μέθοδο. Ε, λοιπόν, πληρώνουν πρώτα οι μέτοχοι, μετά οι ομολογιούχοι, στη συνέχεια οι καταθέτες με καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ και, τέλος, πληρώνει ένα κοινό ταμείο που δημιουργείται σταδιακά από τις συστημικές τράπεζες με ετήσια εισφορά. Αν τα χρήματα παρ? όλα αυτά δεν φθάνουν, τότε παρεμβαίνει η Ενωση μέσω της ΕΚΤ για να δανειοδοτήσει ή για να κλείσει την τράπεζα. Με άλλα λόγια, δανειοδοτήσεις με κρατικές εγγυήσεις, δηλαδή με εμπλοκή των φορολογουμένων, όπως συνέβη με τις ιρλανδικές τράπεζες, τέλος. Ο φορολογούμενος δεν πληρώνει. Το «πείραμα» Κύπρος γίνεται ο κανόνας!
Και ενώ μια πληγή κλείνει, νέα ανοίγει. Η κοινή εξωτερική πολιτική.
Το στοιχειώδες βήμα που πραγματοποιήθηκε με τη δημιουργία «υπουργού Εξωτερικών» απεδείχθη ανεπαρκές στην κρίση με την Ουκρανία. Η αντίδραση μιας Ενωσης εγκλωβισμένης στη διακυβερνητική προσέγγιση, που ευνοεί τους ισχυρότερους, υπήρξε κατώτερη των περιστάσεων. Προφανώς η κοινοτική αντίδραση δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένη αν δεν υπάρχει κοινή εξωτερική πολιτική. Αλλά για να υπάρξει κοινή πολιτική απαιτείται εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας στο υπερεθνικό όργανο! Ομως, ζούμε περίοδο ευρωσκεπτικιστικής ανόδου, με πρωταγωνίστρια την Αγγλία, και με τον Κάμερον να απειλεί για δημοψήφισμα εξόδου από την ΕΕ.
Στην κρίση της Ουκρανίας απεδείχθη ότι μια ομάδα κρατών επέβαλε τη ρωσοφοβική ψυχολογία των «νέων» κρατών και της Αγγλίας υπονομεύοντας τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της Ενωσης, αναλαμβάνοντας ακόμη ένα βαρύ χρέος που δεν μπορεί να σηκώσει και ωθώντας τη Ρωσία στην απομόνωση. Ο,τι χειρότερο. Και δεν τα λέω εγώ που είμαι ξεφωνημένος οπαδός της ομοσπονδίας, αλλά ο Κίσινγκερ. Αντί λοιπόν να προωθήσουμε τη σταδιακή εξοικείωση της Ρωσίας με τις αρχές της Ενωσης, τη σπρώχνουμε στη γεωπολιτική λογική της παλαιάς αυτοκρατορίας, κόκκινης ή τσαρικής. Αντί να καθησυχάσουμε τις φοβίες της Κίνας από το άνοιγμα του επικίνδυνου παιγνίου επαναπροσδιορισμού των συνόρων και αντί να βοηθήσουμε την Ουκρανία να προετοιμαστεί για την ενσωμάτωση στο ευρωπαϊκό κεκτημένο της παγίωσης της ειρήνης μέσω οικονομικής συνεργασίας, υποβοηθούμε τις αποσχιστικές τάσεις (που θα τις βρούμε μπροστά μας στη Σκωτία, στη Λομβαρδία, στην Καταλωνία).
Η Ευρώπη έχει ανάγκη από περισσότερη Ευρώπη. Στην οικονομία, στην άμυνα, στην εξωτερική πολιτική, στην ενέργεια… Δύσκολη προοπτική. Η Ευρώπη αρέσει, όπως θα έλεγε και η Μελίνα, όλο και λιγότερο. Και για να αναστραφεί το κλίμα χρειάζεται μια γενναία αφυπνιστική κρίση. Μόνο που οι κρίσεις είναι σαν τις πυρκαγιές. Είναι ανεξέλεγκτες. Πολιτικές ηγεσίες σήμερα δεν υπάρχουν – με λίγες εξαιρέσεις – που να επαναφέρουν τη στρατηγική των αξιών μας στη θέση των γεωπολιτικών τακτικισμών. Ας τις εφεύρουμε.