Έκλεισε, λοιπόν, ο πρώτος μήνας στο σχολείο. Η τσάντα πηγαίνει κι έρχεται, το τετράδιο καλλιγραφίας έχει ήδη αρκετές γεμάτες σελίδες, στα μαθηματικά φτάσαμε στο 5 και συνεχίζουμε. Επιστρέφοντας αργά απ? τη δουλειά τα βραδιά, όταν ο Οδυσσέας κοιμάται, ανοίγω τα τετράδια κι επιθεωρώ με τρυφερότητα τη δουλειά για το σπίτι. Βλέπω τα πρώτα γράμματα να καταλαμβάνουν τον χώρο τους στο χαρτί, τις λέξεις να απλώνονται η μία δίπλα στην άλλη. Συγκινούμαι απ’ την προσπάθεια, ορατή σε κάθε μια γραμμή, σε κάθε ζωγραφιά. Μικρές κατακτήσεις της κάθε μέρας: να, έλα, παπί, Οδυσσέας, λέξεις όλο και πιο συνθέτες, στίξη, προσπάθεια να χωρέσουν τα γράμματα ανάμεσα στις γραμμές…
Μ? αυτά και με τα άλλα, περνούν γρήγορα οι καθημερινές. Μα τα Σαββατοκύριακα που γίνομαι παρούσα μαμά, που συζητάμε για την εβδομάδα που πέρασε και για όσα εκείνος έμαθε, κάπως μελαγχολώ -και απορώ. Προς τι τα περιβόητα 19 βιβλία του επίσημου σχολικού προγράμματος στην Α’ δημοτικού; Δεν είμαι εκπαιδευτικός για να αντιλαμβάνομαι τυχόν λεπτές αποχρώσεις που καθόρισαν την επιλογή, μα ως γονιός δηλώνω έκπληξη. Δυσανασχετώ, επίσης, με την άθλια, ανέμπνευστη εικονογράφηση που μαρτυρά έλλειψη γούστου και φτήνια, κι εξηγεί τη θεαματική άνοδο στις πωλήσεις κυριακάτικης Εφημερίδας με δώρο αναγνωστικά. Σκέφτομαι πόσο τραβηγμένα απ΄ τα μαλλιά είναι τα σκίτσα με το παπί επάνω στην πατάτα που τρώει ένα κομμάτι πίτα (!) για να εξηγήσει τις λέξεις με «πι». Ναι, ίσως μεγάλωσα, αλλά μου λείπουν ο Γραμματόπουλος, η Λόλα και το «Να ένα μήλο». Θλίβομαι. Πρώτα επειδή η ελευθερία ενός πλάσματος τιθασεύεται ήδη, στην προσπάθεια να χωρέσει ή μάλλον να στριμωχτεί ανάμεσα σε προγράμματα και υποχρεώσεις. Κι έπειτα για τα γενικότερα, γι΄ αυτήν τη στρεβλή, όπως τη νιώθω, εξέλιξη της παιδείας. Τη σπασμωδικότητα, την ατσαλοσύνη, τη λάθος αντίληψη της «καινοτομίας». Ναι, μάλλον μεγάλωσα…
Αθέλητα, στην αρχή της δικής του σχολικής ζωής κάνω μια αναδρομή στη δική μου. Και στέκομαι σε εικόνες, φωτογραφικά ενσταντανέ που την αποτυπώνει. Εικόνα πρώτη. 1984, πριν τις Πανελλήνιες. Ιδιωτικό σχολείο πρώτης γραμμής, ο καλύτερος δάσκαλος που είχα στη ζωή μου ως «φροντιστής» (ο κύριος Μανώλης Χατζηγιακουμής) κι εγώ, μαθήτρια του άριστα, πίσω από ένα βιβλίο να μαθαίνω ιστορία «παπαγαλία» για τις εξετάσεις. Με την πλύση εγκεφάλου που υπέστην, πήρα το πολυπόθητο εικοσάρι και πέρασα και κάμποσα μαθήματα στο πανεπιστήμιο αργότερα, μα από γνώση ας το αφήσουμε… Εικόνα δεύτερη. 1990, στην Αμερική, ξεκινώ μεταπτυχιακά, υπότροφος Fulbright. Διαβάζω. Γράφω. Μαθαίνω. Ευτυχώ. Η εκπαίδευση στην καλύτερή της έκφραση. Εικόνα τρίτη. 1999. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Διδάσκω Αρχαία Ιστορία στο νεοσύστατο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας. Στο δεύτερο μάθημα, ξεδιπλώνοντας σκέψεις για το πώς αντιλαμβανόμαστε το παρελθόν, μια φοιτήτρια σηκώνει το χέρι και μου λέει κατά λέξη: «Κυρία, μπορείτε να υπαγορεύετε λίγο πιο αργά για να κρατήσουμε σημειώσεις;». Τα χάνω. Απογοητεύομαι. Η ακαδημαϊκή μου καριέρα είναι βραχύβια… Εικόνα 4. 2009, επαγγελματίας πια. Από το Υπουργείο Παιδείας μου ζητούν να αναλάβω στα γρήγορα -στα πολύ γρήγορα, δηλαδή- στη γλωσσική ενοποίηση ενός κειμένου παρουσίασης της νέας, πολλά υποσχόμενης πρότασης για την αλλαγή στο σχολείο, μια μέρα πριν παρουσιαστεί στη Βουλή. Πολύ ανόρεχτα, χάρη στη φίλη που το ζητά, δέχομαι να κάνω ένα «χτένισμα». Παραλαμβάνω το κείμενο στο mail μου το βράδυ πριν την -με τυμπανοκρουσίες- παρουσίασή του στο Κοινοβούλιο. Η οδηγία είναι να το βελτιώσω λεκτικά όσο γίνεται. Όμως το κείμενο, πρόχειρη συρραφή της συγγραφικής δουλειάς οκτώ διαφορετικών προσώπων, δεν σώζεται με «χτένισμα». Πάσχει από άποψη, από πολιτική θέση πίσω από το μεγαλόσχημο «όραμα» και την καινοτομία στα λόγια. Αυτή η δουλειά, η πολιτική, δεν είναι δική μου. Είναι των Υπουργών… Μελαγχολώ στη μόνιμη ανάκληση αυτής της εμμονής για «αλλαγή», για «το καινούργιο» που όταν δεν αντικρίζεται με γνώση και ισορροπία οδηγεί σε κάτι χειρότερο από το «βδελυρό» παλιό. Εικόνα 5. 2013. Σήμερα. Μαμά παιδιού στην πρώτη δημοτικού. Αγοράζω τα 19 βιβλία του σχολείου. Αναρωτιέμαι προς τι ο κατακερματισμός της ύλης. Βλέπω την πληροφορική απούσα, τα αρχαία ελληνικά συρρικνωμένα, τη γλώσσα υποταγμένη σε νεωτερισμούς της συμφοράς.
Δεν θέλω καν να δω τι με περιμένει όσο θα ανεβαίνουν οι τάξεις. Τον σκέφτομαι να μεγαλώνει κι έχω τη βεβαιότητα πως υπάρχουν ήδη δύο πράγματα που έμαθε για τη ζωή έξω από τα βιβλία. Το πρώτο το έμαθε στο προνήπιο, όπως κατάλαβα ένα απόγευμα που τον ρωτούσα γιατί δεν ζωγραφίζει αλλιώς το δάσος στο τετράδιό του. Με κοίταξε βλοσυρά και απάντησε με μιας: «Το κάνω όπως μπορώ. Αυτό μας έμαθαν στο σχολείο, να κάνουμε τα πράγματα όπως μπορούμε». Στέλνω από μέσα μου ευχές στην πρώτη του δασκάλα για το μάθημα. Το δεύτερο το έμαθε απ’ τον μπαμπά του, μετά από προπονήσεις στον στίβο και στο τζούντο και κλάματα για την πρώτη θέση που έχασε. Το είπε ένα βράδυ σε μια παρέα έκπληκτων μεγάλων, παρεμβαίνοντας στη συζήτηση: «Αποτυχία δεν είναι να μη νικήσουμε. Αποτυχία είναι να μην προσπαθήσουμε». Μ΄ αυτά τα δυο παρηγοριέμαι, αποστρέφοντας προσωρινά το βλέμμα από την πίτα, το παπί και την πατάτα…