Για τα μειονοτικά και τα τουρκικά και τα θρακιώτικα δεν θα πω τίποτα, για να μη μου βάλουν πιπέρι στο στόμα. Επιπλέον, εγώ, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, την παραδέχομαι την τύφλα μου. Μικρό το κακό. Δεν ετοιμάζομαι να κυβερνήσω.
Επιπλέον, είμαι καλόπιστη και πονόψυχη. Μπροστά στο εθνικό συμφέρον, είπα να συνταχθώ ακόμα και με τον κ. Νίκο Παππά, διευθυντή του πολιτικού γραφείου του Αλέξη Τσίπρα, που μετά το φιάσκο της Σαμπιχά Σουλεϊμάν συνέστησε στα στελέχη της κυβέρνησης να είναι «προσεκτικοί για το πώς χειρίζονται κάποια θέματα». Επιτέλους, είπα, θα αφήσουμε όλοι μας τη συνθήκη της Λωζάννης και το τουρκικό προξενείο (μη σας πω και το Αγιο Φως) και θα ξαναπιάσουμε (αν, βέβαια, τα πιάσαμε και ποτέ) τα ευρωπαϊκά. Εδώ έχουμε κοτζάμ Ελληνα υποψήφιο για την προεδρία της Κομισιόν. Κι ας μην πηγαίνει στα ευρωπαϊκά ντιμπέιτ. Σε τέτοιες λεπτομέρειες θα κολλήσουμε τώρα;
Αλλά διαψεύστηκα οικτρά. Αντί η αξιωματική αντιπολίτευση, που είχε ξεκινήσει και το τζέρτζελο, να δώσει η ίδια το καλό παράδειγμα, να πει στους δικούς της «διαλυθείτε ησύχως», να τους μαζέψει από κανάλια και ραδιόφωνα για να μην κάνουν τα πράγματα χειρότερα, επανέφερε στην ημερήσια διάταξη τον Οτσαλάν! Σιχαίνομαι τα θαυμαστικά, αλλά εδώ ευχαρίστως θα έβαζα κι άλλο ένα.
«Ο τελευταίος που δικαιούται, ηθικά και πολιτικά, να κάνει κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ και στις «σχέσεις» του με την Τουρκία είναι ο κ. Πάγκαλος», τόνισε σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ. «Ολοι γνωρίζουν σε αυτό τον τόπο ποιος παρέδωσε τον Οτσαλάν στην Τουρκία». Και ξεχνάω κι εγώ η έρμη αμέσως την όμορφη Ρομά, που μαχαιρώθηκε πισώπλατα από το κόμμα της ως «δούρειος ίππος» του ελληνικού εθνικισμού, και πιάνω να θυμάμαι κάτι άλλους εθνικιστές με τη βούλα. Κάτι Αβερελ, που κουβάλησαν τον Κούρδο ηγέτη στην Ελλάδα.
Δηλαδή, τι μας λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, που ετοιμάζεται και να κυβερνήσει; Οτι αυτός, που για τα ψηφαλάκια της τουρκικής μειονότητας, πουλάει τους υποψηφίους του, που δεν τους γνώρισε και χθες, ηρωικό κομμάτι της ντόπιας κοινωνίας ήταν, θα μας έβαζε σε εθνικές περιπέτειες για τα ωραία μάτια και τα σφιχτά μούσκουλα λεβεντοκυπατζήδων, που γλίστρησαν στο φως από το μαύρο το σκοτάδι;
Γι” αυτό και από το ένα αυτί μού μπαίνουν και από το άλλο μού βγαίνουν τα επιστημονικά επιχειρήματα του Δημήτρη Χριστόπουλου. Τον άκουγα χθες το πρωί στο ραδιόφωνο να επιτίθεται στον «εκτουρκισμό της μειονότητας» (τα ίδια πάνω-κάτω που έλεγε, δηλαδή, και η Σαμπιχά), φτάνει όμως να τον αντιμετωπίσουμε με αριστερό τρόπο. Δηλαδή πώς; Συντεταγμένα, με κόκκινα μαντιλάκια στον λαιμό; Ή με αποκλεισμούς και λασπολογία; Παλιά μου τέχνη κόσκινο.
Για μένα δεν υπάρχει τίποτα πιο αριστερό από αυτό, που είπε κάποτε στον ΟΗΕ η Ρομά πρόεδρος του συλλόγου Γυναικών Δροσερού Ξάνθης «η Ελπίδα». «Το συναίσθημα της μειονότητας μέσα στη μειονότητα το αισθανόμαστε σε κάθε βήμα μας μέσα στην κοινωνία. Οι μουσουλμάνοι τουρκικής καταγωγής προσπαθούν να μας επιβάλουν εκτός από τη γλώσσα τους και την ταυτότητά τους. Ξοδεύουν πολλά λεφτά για να χτίσουν τζαμιά μέσα στους οικισμούς μας. Εμείς, όμως, ξέρουμε ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι περισσότερα σχολεία και νοσοκομεία, όχι τζαμιά, που άλλωστε η Θράκη έχει πολλά. Θέλουμε να μας προστατεύει το κράτος, επειδή είμαστε μουσουλμάνες γυναίκες με δικαιώματα που παραβιάζονται διαρκώς, από ανθρώπους που νομίζουν ότι είναι δικαίωμά τους να φέρονται άσχημα στις γυναίκες τους. Θέλουμε να μας αφήσουν ήσυχους και να μην παίζουν πολιτικά παιχνίδια εις βάρος μας».
Αν η Σαμπιχά Σουλεϊμάν ήταν μια οποιαδήποτε μουσουλμάνα, που διαδήλωνε στην πλατεία Ταξίμ εναντίον του θρησκόληπτου, καταπιεστή Ερντογαν, θεά θα την είχαμε κάνει όλοι μας. Αλλά, πάλι, δεν ξέρω. Λογαριάζω χωρίς την αριστερή πολιτική ορθότητα του Δημήτρη Χριστόπουλου.