Φι, χι, ψι και ωμέγα

Χρήστος Λιόλιος 02 Απρ 2023

Επτά εβδομάδες. Τόσες έχουμε μπροστά μας μέχρι την Κυριακή 21 Μαΐου, ημέρα κατά την οποία -όπως ανακοίνωσε περίπου επίσημα ο πρωθυπουργός- θα στηθούν τελικά οι κάλπες των βουλευτικών εκλογών. Τα κομματικά επιτελεία έχουν πάρει «φωτιά» και σιγά σιγά ξεδιπλώνονται οι τακτικές και οι στρατηγικές που θα ακολουθήσουν, όχι μόνο μέχρι εκείνη την Κυριακή αλλά μάλλον και για ενάμιση μήνα ακόμα. Γιατί, εκτός από την… προαναγγελία των εκλογών, ο Μητσοτάκης είπε -ούτε λίγο ούτε πολύ- ότι η αναμέτρηση του Μαΐου δεν έχει σημασία, καθώς στόχος του ίδιου είναι να στηθούν νέες κάλπες, στις αρχές Ιουλίου. Είπε επίσης ότι τήρησε την υπόσχεσή του για εξάντληση της τετραετίας. Μάλλον επρόκειτο για αστείο καθώς ήταν κοινό μυστικό ότι είχε αποφασίσει να πάει σε εκλογές στις 9 Απριλίου, οι οποίες αναβλήθηκαν λόγω της τραγωδίας των Τεμπών. Εξάλλου εξάντληση τετραετίας θα είχαμε αν οι κάλπες στηνόντουσαν μετά την 7η Ιουλίου. Τέλος, ο εθνικός λόγος που θα επικαλεστεί ενώπιον της Προέδρου της Δημοκρατίας, για να ζητήσει διάλυση της Βουλής, θα είναι για ακόμη μία φορά εντελώς προσχηματικός προκειμένου να μην εξαναγκαστεί σε παραίτηση της κυβέρνησης.

Τα ατοπήματα

Παρόλο που θα μπορούσαμε να σταθούμε σε όλα αυτά τα θεσμικά ατοπήματα στα οποία υπέπεσε, μέσα σε μόλις μία μέρα, ο κατά τ’ άλλα θεσμικός πρωθυπουργός, ας μείνουμε μόνο στην από τώρα απόφασή του να οδηγήσει τη χώρα σε διπλές εκλογές, πριν καν δει τα αποτελέσματα της πρώτης κάλπης. Είναι άραγε τόσο σίγουρος ότι θα έχει την πολιτική ηγεμονία που θα του επιτρέπει να το κάνει απλά και μόνο επειδή αυτό συμφέρει τους σχεδιασμούς της Ν.Δ. και του ίδιου;

Η αυτοδυναμία

Είναι αλήθεια ότι ο Μητσοτάκης έχει πει, σε όλους τους τόνους, ότι το μόνο που «δέχεται» ως εκλογικό αποτέλεσμα είναι η αυτοδυναμία της Ν.Δ. Σε αυτό το πλαίσιο, από την πρώτη στιγμή, είχε ξεκαθαρίσει ότι οι εκλογές της απλής αναλογικής θα λειτουργήσουν στην ουσία σαν επίσημη «δημοσκόπηση», θα «καούν» και στη συνέχεια θα πάμε στις επόμενες με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής. Σε αυτές ήταν σίγουρος ότι όχι μόνο η Ν.Δ. θα ερχόταν και πάλι πρώτο κόμμα, αλλά και ότι θα συγκέντρωνε τέτοιο ποσοστό που θα της έδινε αυτοδυναμία.

Τα σενάρια

Ωστόσο, αυτή τη στιγμή, ακόμα και οι πιο φιλικές προς την κυβέρνηση εκτιμήσεις λένε ότι η πιθανότητα αυτοδυναμίας είναι μικρή και ως εκ τούτου να μην αποκλείουμε το σενάριο της κυβέρνησης συνεργασίας. Ο Μητσοτάκης βέβαια επιμένει ότι η αυτοδυναμία είναι ακόμα εφικτή, αλλά θα ήταν πολιτικά ανόητο να μην συζητά, έστω και με τους στενούς του συνεργάτες, το ενδεχόμενο της συγκυβέρνησης. Άλλωστε, ο ίδιος ήταν που για πολλούς μήνες τη μία επανάφερε και την άλλη απέσυρε από τη δημόσια συζήτηση τη συγκεκριμένη «υπόθεση εργασίας».

Οι προϋποθέσεις

Πότε στην πραγματικότητα ο πρωθυπουργός σταμάτησε κάθε αναφορά σε συγκυβέρνηση; Όταν ο Ανδρουλάκης έθεσε τον όρο ο επικεφαλής της όποιος κυβέρνησης συνεργασίας να είναι ένα τρίτο πρόσωπο, κοινής αποδοχής, αυτό που ειρωνικά τα «γαλάζια» στελέχη και τα φιλικά τους ΜΜΕ αποκαλούν «ο άγνωστος Χ». Προσέξτε όμως. Αυτός ο όρος ακολουθεί δύο προϋποθέσεις: Η μία λέει ότι η όποια συνεργασία θα εξαρτηθεί από τα ποσοστά που θα συγκεντρώσουν τα κόμματα, με τον ίδιο τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να έχει βάλει ως πήχη για το δικό του κόμμα «ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό». Η άλλη προϋπόθεση αφορά την προγραμματική συμφωνία, που λόγω της χρονικής πίεσης δεν θα είναι αποτέλεσμα πολύμηνων συζητήσεων, αλλά θα πρέπει να γίνει πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα και με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Θα είναι δηλαδή σύνθεση θέσεων και όχι κατά λέξη το πρόγραμμα του ενός ή του άλλου.

Το ναρκοπέδιο

Με λίγα λόγια, αυτό που λέει η πλευρά του ΠΑΣΟΚ είναι ότι κυβέρνηση συνεργασίας, είτε με τη Ν.Δ. είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ, θα προκύψει -αν προκύψει- επειδή, μέσω των εκλογών, θα διαμορφωθεί ένα καινούργιο πολιτικό σκηνικό και θα έχουν τεθεί διαφορετικές προτεραιότητες, τις οποίες μόνο κάποιο πολιτικό πρόσωπο, αποδεκτό και από τα δύο μέρη, θα μπορέσει και να τις εκφράσει και να τις συνθέσει. Εξάλλου, τα περί συνταγματικών και θεσμικών κολλημάτων στην πρόταση Ανδρουλάκη δεν ισχύουν. Το αν η χώρα μπορεί πολιτικά να αντέξει κάτι τέτοιο είναι διαφορετικό ζήτημα που σηκώνει συζήτηση αλλά αυτή θα πρέπει να γίνει χωρίς κάποιοι να επιδιώκουν τη «δολοφονία χαρακτήρα» του προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε είναι πιθανό η συγκεκριμένη συζήτηση να είναι ήδη ναρκοθετημένη, αφού επί της ουσίας κανείς δεν φαίνεται να επιδιώκει τη συνεργασία.