Θέτουν κάποιοι το θέμα της ενδεχόμενης αλλαγής του εκλογικού νόμου και μου ζητούν να καταδικάσω ή να συμφωνήσω με την πρόθεση που κάποιοι βουλευτές της ΝΔ, αλλά και πολίτες; εξέφρασαν. Θα το πράξω για λόγους συνέπειας.
Η κυβέρνηση είχε την ευκαιρία στην αρχή της θητείας της να επανορθώσει μία σκοπίμως υστερόβουλη πράξη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος προτίμησε την ακυβερνησία της χώρας με την απλή αναλογική. Γνώριζε φυσικά ότι η συγκυβέρνηση είτε είναι βραχύβια και αδύναμη είτε επιτυγχάνεται με ένα κόμμα (π.χ. ΑΝΕΛ) το οποίο προσβλέπει στην υπουργοποίηση των βουλευτών του και μόνον (8 από τους 9 βουλευτές των ΑΝΕΛ είχαν γίνει υπουργοί).
Αντί να επαναφέρει τον νόμο, με τον οποίο εξελέγησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, προτίμησε έναν αναλογικότερο νόμο, ο οποίος θα οδηγούσε ενδεχομένως σε κυβερνήσεις συνεργασίας. Και επειδή σε όλες τις χώρες της ΕΕ (Γερμανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ολλανδία, Αυστρία, Σουηδία, Ελλάδα κ.α.) πρωθυπουργός αναλαμβάνει ο αρχηγός του πρώτου κόμματος (π.χ. κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ 2012-2015 με πρωθυπουργό τον Α. Σαμαρά, κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ 2015-2019 με πρωθυπουργό τον Α. Τσίπρα), θα θεωρούσαμε απολύτως θεμιτό να υπάρξει συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, εφ' όσον θα συνεχίσει να είναι πρώτο κόμμα η ΝΔ, με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εάν οι πολίτες αναδείκνυαν πρώτο κόμμα τον ΣΥΡΙΖΑ, θα ήταν αναμενόμενη μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ. Σημειωτέον, ότι συγκυβέρνηση ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ είναι αδύνατη, λόγω των θεμελιωδών διαφορών σε όλα σχεδόν τα φλέγοντα θέματα (άμυνα, μεταναστευτικό, παιδεία, επενδύσεις κ.λπ.).
Όμως, η δήλωση του Ν. Ανδρουλάκη και η συνεχιζόμενη επιμονή του ότι "δεν θα κάνουμε πρωθυπουργό ούτε τον Μητσοτάκη ούτε τον Τσίπρα ακόμη και αν είναι πρώτο κόμμα είτε η ΝΔ είτε ο ΣΥΡΙΖΑ", αλλάζει εντελώς τα δεδομένα. Διότι μία συγκυβέρνηση είτε ΝΔ - ΠΑΣΟΚ είτε ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ με έναν τεχνοκράτη πρωθυπουργό, θα είναι αφ' ενός μεν επισφαλής, αφ' ετέρου δεν αδύναμη να λάβει γρήγορες και θαρραλέες αποφάσεις για τα φλέγοντα θέματα, που αντιμετωπίζει η χώρα.
Επομένως, η κυβερνητική πλειοψηφία έχει δύο επιλογές:
(1) να επιμείνει στον υπό αυτής ψηφισθέντα εκλογικό νόμο, δείχνοντας συνέπεια στην κατηγορηματική δήλωση του πρωθυπουργού, και
(2) να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, επαναφέροντας εκείνον με τον οποίο διεξήχθησαν οι εκλογές το 5/2012, 6/2012, 2012, 1/2015, 9/2015 και 7/2019.
Η δική μου άποψη τάσσεται με την λύση (1). Οι πολίτες ας αντιληφθούν ότι έχουν δύο επιλογές: είτε να υπάρξει (μετά τις δεύτερες εκλογές) μία ισχυρή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, είτε ν;α υπάρξει συγκυβέρνηση κάποιου συνδυασμού κομμάτων (π.χ. ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-ΜΕΡΑ25 με την ψήφο ανοχής του ΚΚΕ και του Βελόπουλου) με πρωθυπουργό εξωκοινοβουλευτικό. Πριν συμβεί αυτό, θα πρέπει να αναλογισθούμε το βραχύβιο της θητείας τέτοιων κυβερνήσεων με πρωθυπουργούς τους Τζανετάκη, Ζολώτα, Παπαδήμο, όπως και το γεγονός ότι κάθε απόφαση, που έπρεπε να ληφθεί έπρεπε να περάσει από όλους τους αρχηγούς των συγκυβερνώντων κομμάτων.
Όμως, ο κυρίαρχος λαός αποφασίζει για την τύχη του και έχει το δικαίωμα είτε να ψηφίσει, ώστε να συνεχισθεί η σημερινή επιτυχής πορεία της χώρας, είτε να διακινδυνεύσει να πέσει η χώρα στα βράχια.