Το κυρίαρχο δυτικό κλισέ λέει ότι οι τρομοκράτες δεν θα κερδίσουν γιατί δεν θα αλλάξει ο τρόπος ζωής μας. Θα υπερασπιστούμε την “ανοιχτή κοινωνία” και δεν θα ηττηθούμε από το φόβο για τα τυφλά φονικά χτυπήματα. Η αλήθεια είναι πως οι τρομοκράτες έχουν ήδη κερδίσει. Ο τρόπος ζωής μας δεν αλλάζει δραματικά γιατί πολύ απλά, όσο και να αλλάξει, δεν μπορούμε να προστατευθούμε από εγκληματίες έτοιμους να πεθάνουν αφού μας σκοτώσουν. Οσα μέτρα ασφαλείας και να παρθούν, όσο και να συνεργαστούν οι μυστικές υπηρεσίες διαφόρων χωρών, ακόμη και αν υπάρχει παντού και πάντα μια κάμερα σε λειτουργία, ο παράλογος θάνατος θα παραμονεύει, όσο υπάρχουν τζιχαντιστές έτοιμοι να σκορπίσουν τη φρίκη στο μετρό, στο αεροδρόμιο, στο δρόμο, στη γειτονιά, από τη Σουηδία μέχρι τη Ρωσία, από την Τουρκία μέχρι την Γαλλία, την Βρετανία, το Βέλγιο, την Γερμανία.
Δεν αλλάζει ο τρόπος ζωής μας, αλλάζει ο τρόπος ύπαρξής μας. Σκεφτόμαστε αλλιώς, αισθανόμαστε αλλιώς, είμαστε αλλιώς. Πριν ταξιδέψεις στην Κωνσταντινούπολη θα μιλήσεις ή θα ακούσεις για το ρίσκο, αφού τόσα πολύνεκρα χτυπήματα έχουν γίνει εκεί. Κάθε φορά που συζητάς με φίλους στο Παρίσι και στο Λονδίνο δεν ζηλεύεις πια που ζουν σε μια πόλη πιο ευτυχισμένη από τη δική σου γιατί ξέρεις ότι έχουν περάσει δίπλα από τη φρίκη και ίσως αύριο ξαναπεράσουν. Μπορεί να συμβεί και σε σένα. Μπορεί να συμβεί μπροστά στα μάτια σου ή λίγο πιο πέρα, μπορεί να ανησυχήσεις για κάποιον δικό σου, μπορεί από σύμπτωση να μην ήσουν εκεί. Δεν υπάρχει παράδεισος και κανείς δεν είναι ασφαλής πουθενά.
“Je suis” όλοι οι φοβισμένοι Ευρωπαίοι, Αμερικανοί, Ρώσοι που πληρώνουν το τίμημα επιλογών που οι ίδιοι -προσωπικά και συνειδητά- δεν έκαναν και ίσως δεν πολυκαταλαβαίνουν. Κάτι πήγε πολύ άσχημα. Δυτικές πολιτικές (μήπως κυρίως οικονομικές;) ηγεσίες ονόμασαν προσπάθεια εκδημοκρατισμού τις ωμές παρεμβάσεις σε χώρες που δεν έχουν κοινούς κώδικες με τους δικούς μας κρύβοντας μεγάλα συμφέροντα μέσα σε ένα δήθεν υψηλό ιδεώδες. Εμπλεξαν, επιχειρησιακά, σε καταστάσεις αδιέξοδες αφού δεν υπήρχε η δυνατότητα για πολυτείς χερσαίες μάχες χωρίς πολλά φέρετρα. Τελικά, το τζίνι βγήκε από το μπουκάλι και τώρα ο κίνδυνος υπάρχει παντού, ακόμη και σε μια χώρα όπως η Σουηδία που είναι φιλική για πρόσφυγες και μετανάστες, που δεν έχει καμία σχέση με την Μέση Ανατολή, που δεν ανήκει καν στο ΝΑΤΟ. Αλλωστε, η τζιχαντική απειλή δεν αφορά μόνο την Δύση, αφορά πια τους αλλόθρησκους όπου και αν βρίσκονται, όπως διαπιστώσαμε με την αιματοχυσία στην Αίγυπτο την Κυριακή.
Και τι δεν έγινε για να φτάσουμε ως εδώ! Πετρέλαια και όπλα πίσω από διακηρύξεις για αγώνες υπέρ της ανατροπής απολυταρχικών καθεστώτων. Τι τραγική ειρωνεία που τώρα διολισθαίνουν οι δικές μας κοινωνίες στον πολιτικό αυταρχισμό. Νομιμοποιείται κάθε πολιτική ασφάλειας, ακόμη και τα πιο ακραία μέτρα, ακόμη και το γρύλισμα του Τραμπ ακούγεται διαφορετικά όταν στρέφεται εναντίον του ISIS.
Απανθρωποποιούμαστε όλο και περισσότερο. Οι Ευρωπαίοι κλαίνε όλο και λιγότερο για τα θύματα, τα μνημεία δεν φωτίζονται πια στα χρώματα μιας ξένης σημαίας και οι συγκεντρώσεις αλληλεγγύης έξω από την πρεσβεία της χώρας που χτυπήθηκε λιγοστεύουν. Αλλωστε πόσο αποτροπιασμό να αντέξουμε; Να πονέσουμε περισσότερο για τα θύματα των τζιχαντιστών ή για τα παιδιά του Ασαντ που πνίγηκαν στα χημικά;
Είναι τόσο άρρωστο όλο αυτό. Υποκρισία, ανευθυνότητα και τοξική υπεκφυγή. Οι ηγεσίες της Δύσης κάνουν πως δεν ξέρουν τίποτα για το φόνο, πλένουν τα χέρια τους και αντιμετωπίζουν την έξαρση της ισλαμικής τρομοκρατίας κάπως σαν φυσικό φαινόμενο, όπως άλλωστε και το χάος στην Μέση Ανατολή. Σαν να ήρθε και να μας βρήκε, σαν να μην πήγαμε εμείς εκεί.
Είμαστε όλοι τόσο ένοχοι για την αμεριμνησία που προηγήθηκε, για την συλλογική τύφλωση που επέτρεψε τη δημιουργία του αχόραταγου τζιχαντικού τέρατος, ώστε δεν μπορούμε καν να το συζητήσουμε. Κάθε φορά το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τη νέα αιματοχυσία κρατάει λιγότερο. Θέλουμε να το ξεχάσουμε, να μείνει μακριά από εμάς, να συνεχίσουμε “κανονικά”. Βιώνουμε πια, διαφορετικά, και τον θάνατο. Πένθος επιφανειακό, δάκρυα από υποχρέωση, οδύνη ρηχή και σύντομη.
Οχι, δεν αλλάζει ο τρόπος ζωής μας. Αλλάζει αυτό που είμαστε και αυτό που ξέρουμε για τον εαυτό μας, τη ζωή και τον άλλο. Κάπως έτσι πεθαίνουμε πολλές φορές προσπαθώντας να διώξουμε την ανυπόφορη σκέψη ότι θα μπορούσαμε να είμαστε εκεί που σκάει η βόμβα, εκεί που χτυπάει το φονικό φορτηγό, χαρούμενοι ή λυπημένοι, βιαστικοί και αγχωμένοι ή κουρασμένοι, προβληματισμένοι ή ερωτευμένοι – και λίγα λεπτά μετά νεκροί.