Ίσως θυμάστε ότι στη δυστοπική κοινωνία του μυθιστορήματος του Ρέι Μπράντμπερι, «Φαρενάιτ 451» το περπάτημα στην πόλη ήταν μια ύποπτη δραστηριότητα. Μια δραστηριότητα που μπορούσε να οδηγήσει στη σύλληψη του πεζού, αφού η απροθυμία του να μετακινείται με τα αεριωθούμενα αυτοκίνητα, αποτελούσε απόδειξη της κλίσης του για παρατήρηση, περισυλλογή και ενδοσκόπηση. Πράγματα δηλαδή τα οποία οι Αρχές, της καταπιεστικής κοινωνίας – για ευνόητους λόγους – απέτρεπαν.
Φυσικά, στη δημοκρατία στην οποία έχουμε την τύχη να ζούμε, δεν υπάρχουν σχετικές απαγορεύσεις, και κανείς δεν διατρέχει τον κίνδυνο να συλληφθεί, επειδή αγαπά να τριγυρνά, άσκοπα, στους δρόμους της πόλης. Διατρέχει όμως άλλους, διόλου αμελητέους κινδύνους. Να βρεθεί, αίφνης, κάτω από τις ρόδες του ασυνείδητου, ο οποίος παραβιάζει τον κόκκινο σηματοδότη, ή να γκρεμοτσακιστεί, αν απορροφημένος από τις σκέψεις του δεν αντιληφθεί, εγκαίρως, την ύπουλα ανασηκωμένη πλάκα, ή την ενεδρεύουσα λακκούβα στα κακοσχεδιασμένα και κακοσυντηρημένα πεζοδρόμια της πρωτεύουσας. Έτσι, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι αν και χωρίς απαγορεύσεις και καταστολή, ο πολίτης αποθαρρύνεται να απολαμβάνει τα αγαθά της δημοκρατικής, αλλά εν τούτοις αριστοκρατικής τέχνης του περπατήματος.
Τι χάνει λοιπόν ο πολίτης που αποθαρρύνεται να περπατήσει; Πέρα από τα προφανή οφέλη, όπως π.χ. ο έλεγχος του βάρους και της αρτηριακής πίεσης, το περπάτημα και μάλιστα το άσκοπο – επιμένω σε αυτό – ευνοεί έναν ιδιαίτερο, και κάπως χαοτικό θα έλεγα, τρόπο σκέψης. Έναν τρόπο σκέψης που είναι πολύ αποτελεσματικός, όταν ο συστηματικός τρόπος σκέψης αποτυγχάνει.
Για να γίνω πειστικότερος θα μπορούσα να επικαλεστώ τον Στηβ Τζομπς ο οποίος συχνά έλεγε ότι οι πιο παραγωγικές ιδέες του, του είχαν έρθει, ενώ περπατούσε. Ή τον Αβραάμ Λίνκολν, ο οποίος συνήθιζε να παίρνει τις αποφάσεις του για τον Εμφύλιο Πόλεμο, κατά τη διάρκεια, μακρών μοναχικών περιπάτων.
Αρκεί όμως και η δική σας εμπειρία. Πόσες φορές στ’ αλήθεια δεν έχετε ανακαλύψει ότι το πρόβλημα που σπάγατε το κεφάλι σας να λύσετε, λύθηκε ως διά μαγείας όταν εγκαταλείψατε το σπίτι σας ή το γραφείο σας, για μια βόλτα σε ένα πάρκο ή στον δρόμο. Πολύ απλά κατά τη μετακίνησή σας από το γραφείο στον δρόμο, τίθεται σε λειτουργία ένας διαφορετικός μηχανισμός σκέψης, από τον μηχανισμό της εντατικής και εστιασμένης στη λύση του προβλήματος, σκέψης: Εσείς μπορεί να βαδίζετε αμέριμνοι, να παρατηρείτε τους περαστικούς, τα μαγαζιά ή να διασκεδάζετε με την ποικιλία των συναλλαγών που διεξάγονται κάθε ώρα και στιγμή στην πόλη: Τον άνθρωπο που χειρονομεί αστεία, καθώς μιλά στο κινητό του τηλέφωνο. Τον μανάβη που διαλαλεί με ευρηματικότητα την πραμάτειά του. Όμως το μυαλό σας δεν κοιμάται. Ανασυντάσσει τις δυνάμεις του για να επιτεθεί ξανά και να αλώσει το κάστρο του άλυτου προβλήματος, δοκιμάζοντας άλλα μονοπάτια από αυτά που χρησιμοποίησε στον εστιασμένο τρόπο σκέψης. Και στο τέλος, τα καταφέρνει.
Αν ωστόσο περιόριζα τα οφέλη του περπατήματος στην επίλυση των προβλημάτων που μας απασχολούν, θα το αδικούσα καθώς θα το υποβίβαζα σε μια εντελώς χρησιμοθηρική δραστηριότητα. Αντιθέτως όταν περπατούμε, άσκοπα, στην πόλη ή στην ύπαιθρο συμβαίνει κάτι απίστευτα θαυμαστό: Τα χρώματα, οι ήχοι, οι οσμές και τα αναπάντεχα περιστατικά που υποπίπτουν στην αντίληψή μας, μας καλούν να επαναπροσλαμβάνουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει. Ακόμη περισσότερο, μας ωθούν να τον ανασυνθέτουμε, με τον αυθαίρετο και δημιουργικό τρόπο που κάνουν τα παιδιά και οι καλλιτέχνες.
Να λοιπόν γιατί χαρακτήρισα το περπάτημα τέχνη και μάλιστα τέχνη δημοκρατική, καθώς είναι εύκολη και προσιτή από όλα τα βαλάντια και τις ηλικίες. Αλλά και τέχνη αριστοκρατική, αφού η εκπλήρωση του ιδεώδους της, το να αφήνεται δηλαδή κανείς ανοικτός σε όλες τις εκδοχές του κόσμου που απλώνεται γύρω του, δεν είναι κάτι που θα αυξήσει τον τραπεζικό λογαριασμό του, ή θα βελτιώσει την επαγγελματική και κοινωνική θέση του…
Θα θυμάστε όμως, πως είμαι βιολόγος. Κλείνοντας λοιπόν, μπαίνω στον πειρασμό να διακινδυνεύσω, πρώτον ένα ερώτημα και δεύτερον να υποβάλλω μια πρόταση. Ας ξεκινήσω με την υπόθεση: Ο μακρινός μας πρόγονος χωρίς την τροφή, της οποίας την αναζήτηση διευκόλυνε η δίποδη βάδιση, δεν θα είχε επιβιώσει. Χωρίς όμως την περιέργεια, που τον ωθούσε να τριγυρνά άσκοπα, απομακρυνόμενος ολοένα περισσότερο από την εστία του, θα είχε φτάσει ως εδώ;
Κι ας συνεχίσω με την πρόταση: Μια καλή λοιπόν ιδέα για περπάτημα είναι μια βόλτα στον αρχαιολογικό χώρο του Λυκείου του Αριστοτέλη της περίφημης περιπατητικής σχολής. Η είσοδος του αρχαιολογικού χώρου, ο οποίος αποκαλύφθηκε το 1996, βρίσκεται επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, δίπλα στο Σαρόγλειο Μέγαρο.