Το 2012 θα μπορούσε να είναι η χρονιά της Ευρώπης. Τελικά, δεν χάθηκε για την Ευρώπη. Και δεν είναι διόλου λίγο.
Επί δώδεκα μήνες, από Γιούρογκρουπ σε Διασκέψεις Κορυφής, από το ελληνικό ως το κυπριακό, περνώντας από το (ανομολόγητο) πανευρωπαϊκό Μνημόνιο, από τελευταία ευκαιρία σε τελευταία ευκαιρία και από πλάνο σωτηρίας σε βήματα χωρίς πλάνο, η Ευρωπαϊκή Ένωση πολέμησε και πολεμά με την κρίση και με τον εαυτό της. Το αποτέλεσμα μπορεί κανείς να το αντιληφθεί με δύο τρόπους: είτε εστιάζοντας στις καθυστερήσεις, τις δολιχοδρομήσεις, τις αναβολές, τις ημιτέλειες –φαινόμενα υπαρκτά και διαρκή, που έχουν ένα εύκολο όνομα: Γερμανία και ένα μακρύ επώνυμο: «Τρόπος Λειτουργίας της Ένωσης»-, είτε αντιλαμβανόμενος πόσος δρόμος διανύθηκε όχι μόνο μέσα σε αντικειμενικά αντίξοες συνθήκες, όχι μόνο σε πείσμα των εθνικιστικών αντανακλαστικών (που κάθε άλλο παρά εξαφανίστηκαν, το αντίθετο, η κρίση τα ενίσχυσε), αλλά και χωρίς διαθέσιμα εργαλεία και λαμπρές προσωπικότητες. Θεωρώ, αντίθετα από ό,τι πολλοί ισχυρίζονται σήμερα, ότι ακριβώς αυτή η έλλειψη ειδικών θεσμών και μεγάλων ηγετών, όχι μόνο δεν σκιάζει, αλλά αναδεικνύει τη δύναμη επιβίωσης, δηλαδή, σε τελική ανάλυση, την πολιτική δυναμική μιας ατελούς αλλά πάντα επίκαιρης Ένωσης –που αφορά βέβαια, αυτό είναι πράγματι ένα μεγάλο πρόβλημα, όλο και λιγότερο τους λαούς.
Πάρτε τις δύο μεγάλες θεσμικές κατακτήσεις της χρονιάς: εξαιρώ το μάλλον διακοσμητικό και επιβεβαιωτικό «Δημοσιονομικό Σύμφωνο» και αναφέρομαι στη θέση σε εφαρμογή του «Μόνιμου Μηχανισμού Βοήθειας» (ESM) και στη στήριξη του ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μέσω ιδίως των ΟΜΤ (Outright Monetary Transactions). Και οι δύο αποτέλεσαν την κορωνίδα πολλών αποσπασματικών μέτρων που πήγαιναν στην ίδια κατεύθυνση: ο ESM των εθνικών σχεδίων σωτηρίας και του προσωρινού μηχανισμού, οι ΟΜΤ των συνεχών εξόδων της ΕΚΤ από τη δημοσιονομική (και τη «συνταγματική») ορθοδοξία, προκειμένου να δημιουργηθούν μηχανισμοί αποσυμπίεσης για το κοινό νόμισμα και τις χώρες σε δυσκολία. Και οι δύο, ωστόσο, σταμάτησαν προς το παρόν στα μισά του δρόμου: ο ESM δεν απέκτησε τα κεφάλαια που είναι αναγκαία, ούτε το πολιτικό πιλοτάρισμα χωρίς το οποίο κινδυνεύει να μείνει περισσότερο ένα ταμείο-σύμβολο, παρά ένα ταμείο άμεσης παρέμβασης. Οι δε ΟΜΤ εξαγγέλθηκαν, αλλά δεν έπεισαν, προς το παρόν, ούτε καν την Ισπανία για την οποία δημιουργήθηκαν, να τις χρησιμοποιήσει (αποθάρρυναν, όμως, τις ορέξεις των Αγορών και αυτό έχει τεράστια σημασία).
Το ίδιο ισχύει και για τις δύο μεγάλες εξελίξεις με τις οποίες κλείνει η χρονιά: την Τραπεζική Ένωση και το σχέδιο Δημοσιονομικής (και στο όχι πολύ βάθος) Πολιτικής Ένωσης. Η Τραπεζική Ένωση εξαγγέλθηκε το καλοκαίρι, συγκεκριμενοποιήθηκε το φθινόπωρο και, αφού πέρασε από χίλια (κυρίως γερμανικά και εγγλέζικα) κύματα, εγκρίθηκε επισήμως την περασμένη εβδομάδα, παίρνοντας όμως, στην ουσία, αναβολή: θα αρχίσει να ισχύει το 2014 και η κοινή εποπτεία δεν θα αφορά όλες τις τράπεζες, αλλά μόνο τις πιο μεγάλες (βέβαια, με μια χαρακτηριστικά ανοικτή σε κάθε ερμηνεία πρόβλεψη, η αρμοδιότητα της ΕΚΤ θα μπορεί να εκταθεί και στις υπόλοιπες). Η σημασία της θεσμοποίησης μειώνεται, αλλά δεν αναιρείται από το «νέρωμα» της ουσίας. Ίσως για τον αντίθετο λόγο, δηλαδή για να μη «νερώσει» υπερβολικά το σχέδιο, αλλά και ως «αντάλλαγμα» για να προχωρήσει η Τραπεζική Ένωση (η Ευρώπη δεν είναι έτοιμη να εγκαταλείψει ούτε τα ένα προς ένα βήματα, ούτε τους συμβιβασμούς για να υπάρξουν), δεν μπήκε καν χρονοδιάγραμμα στο φιλόδοξο σχέδιο Βαν Ρομπάι (με υπαγόρευση Μέρκελ) για κοινό προϋπολογισμό και Υπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης και για κοινή, σε δεύτερη φάση, ανάληψη χρέους και οικονομικής πολιτικής. Ωστόσο το σχέδιο αποσύρθηκε προσωρινά, δεν πέθανε –η «ομοσπονδιοποίηση», με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ωριμάζει κάθε μέρα σε θεσμούς και πνεύματα. Του χρόνου τέτοια εποχή, ιδίως αν η κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση σταθεροποιηθεί, είναι πολύ πιθανό να συζητάμε γι’ αυτήν.