Πριν λίγες μέρες είχα μια συναυλία στο Εμπόριο (ένα χωριό δώδεκα χιλιόμετρα έξω από την Πτολεμαΐδα) πάνω στο δασώδες βουνό Μουρίκι. Εκεί γνώρισα νέους φίλους πολύ κοντά στη μουσική και με φιλότεχνες δράσεις, με κορύφωση το δώρο που έλαβα. Έναν δίσκο (cd) τού γυναικείου φωνητικού συγκροτήματος «Περιπλανώμενες Πλειάδες» που παρήγαγαν και επιμελήθηκαν οι ίδιες το 2013.
Ακούγοντας το υλικό τού δίσκου πρέπει να πω πως εντυπωσιάστηκα από πολλές πλευρές και σκέφτηκα πως το θέμα μιας τέτοιας ποιότητας μουσικού παραδοσιακού ήχου «χωράει» στα Σχολιάκια μου και με «σπρώχνει» το ίδιο το θέμα να στραφώ και να γράψω σχετικά με μουσική (θέμα που ομολογώ πως με ενδιαφέρει περισσότερο).
Το φωνητικό συγκρότημα αποτελείται από έξι γυναικείες φωνές, ενώ το υλικό έχει να κάνει με τα πολυφωνικά τραγούδια τής Ηπείρου όπως κι από τις περιοχές τής Νότιας Αλβανίας, όπου σε παλαιές εποχές τα μοιρολόγια, τα τραγούδια του γάμου, της χαράς, της λύπης, του ξενιτεμού, του θανάτου, της γέννησης, της εργασίας και άλλα πολλά θέματα, υπήρχαν μέσα στην καθημερινότητα των ανθρώπων, αποτυπώνοντας την ίδια τη ζωή στον δικό τους ενεστώτα χρόνο.
Επιμένω να γκρινιάζω πάνω στο θέμα της δισκογραφίας και θα το κάνω πάλι.
Πρέπει να πω πως στις μέρες που ζούμε, η παραγωγή ενός δίσκου, από μόνη της είναι ένα, έστω μικρό, γεγονός! Έχει πολλή σημασία να σκεφτεί κανείς πως σε μια ανύπαρκτη σήμερα δισκογραφική αγορά, δίχως καταστήματα δίσκων, εταιρίες παραγωγής, σε ένα κακομαθημένο δισκογραφικό περιβάλλον που στήριξε επί δεκαετίες τη συντριπτική πλειοψηφία των παραγωγών πάνω σε σαθρές βάσεις, οι σημερινές προσπάθειες όσων επιχειρούν από μόνοι τους να χρηματοδοτήσουν την παραγωγή της δισκογραφίας τους, σκοντάφτουν σε ποικίλα εμπόδια, τις περισσότερες φορές ανυπέρβλητα. Δεν είναι λίγοι οι συνθέτες-τραγουδιστές που επιχειρούν να παράγουν δισκογραφία, με αποτέλεσμα να καταβάλουν σημαντικά ποσά, προκειμένου να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Οι δίσκοι αυτοί δεν υπάρχουν παρά μόνο στις δισκοθήκες του οικείου περιβάλλοντος ή έστω σε κάποιους φιλικούς ραδιοφωνητζήδες… Α, ναι. Ίσως τους συναντήσει κανείς και στο διαδίκτυο ώστε να απολαύσει ένα τρίλεπτο δόξης λαμπρό…
Το γεγονός είναι πως οι δίσκοι πάνω στην παραδοσιακή ελληνική μουσική, είχαν έως τώρα μια δική τους πορεία. Πάντα έβρισκαν τρόπους παραγωγής είτε μέσα από Πολιτιστικούς Συλλόγους, Σωματεία, Δήμους, Μουσικά εργαστήρια Πανεπιστημίων, ακόμα και τραπεζικές χορηγίες, αλλά και παθιασμένους ιδιώτες ταγμένους σε τέτοιες δημιουργικές κατευθύνσεις. Όλα ετούτα, είναι δείγματα μιας επιμονής, κόπου και διάδοσης μιας τόσο γοητευτικής Παράδοσης. Βέβαια όταν αναφέρομαι στην «Παράδοση» επιμένω να συμπεριλαμβάνεται μέσα στην αλυσίδα του χρόνου και η λαϊκή πλευρά τού παλαιού ήχου της πόλης, δηλαδή η περίοδος των πρώτων δειγμάτων της αστυφιλίας, ιδιαίτερα από τη Μικρασιατική τραγωδία και τις μεταφορές ελληνικών πληθυσμών στην ενδοχώρα (κυρίως από τον Πόντο, τη Μαύρη Θάλασσα και τα παράλια τής Μικράς Ασίας κλπ). Απότοκος αυτών των μεταναστεύσεων, το Σμυρναίικο, το Ρεμπέτικο, καθώς και τα ποικιλόμορφα μουσικά παρακλάδια του, που απασχολούν κάθε νεότερη γενιά, ακόμα και σήμερα. Εξ’ άλλου πάντα οι μεταναστεύσεις και οι ξεριζωμοί πληθυσμών, επηρέαζαν καταλυτικά το τραγούδι.
Ας επανέλθω όμως στις Πλειάδες και στον δίσκο που άκουσα πρόσφατα. Τα τραγούδια που περιέχονται είναι πολύ οικεία και επικρατούν ως μουσικό ύφος πολύ έντονα στα χωριά, στις κωμοπόλεις και στην ευρύτερη περιοχή τής Ηπείρου. Μουσικά ιδιώματα κοινά με τις νότιες γεωγραφικές περιοχές της Αλβανίας, συναντάμε μουσικούς κώδικες θαρρείς γνώριμους μιας κοινής ψυχής… Αυτά τα δημοφιλή τραγούδια που τα έχουμε γνωρίσει με τη φωνητική τραχύτητα που τα διακρίνει, τα ακούμε εδώ, από δουλεμένες (εξασκημένες) φωνές και καταφανώς «ερωτευμένες» με το μουσικό αυτό υλικό. Γι αυτό και η μελέτη εις βάθος των μελισμάτων από τις Πλειάδες, των πάνω-κάτω διαστημάτων που χαρακτηρίζουν τη φωνητική ποικιλότητα τέτοιων τραγουδιών. Ο μουσικός «τρόπος» σε αυτό το μουσικό πεντατονικό ιδίωμα είναι χαρακτηριστικός και καταχωρήθηκε στη συνείδηση από τους παππούληδες με τα κλαρίνα (καθώς και άλλα πνευστά όργανα), με βιολιά, ούτια και κρουστά. Αυτός ο παλαιός ήχος της Ηπείρου είναι μια ισχυρή μνήμη που συμπεριλαμβάνει όλα τα ρεύματα της ιστορίας που περιπλανήθηκαν στα βουνά, τα ποτάμια, τις πεδιάδες, ανάμεσα σε ζώντες και ψυχές ανθρώπων…
Ανέτρεξα σε πληροφορίες του διαδικτύου για να μάθω για τις Πλειάδες τής Μυθολογίας. Εκεί βρήκα πως ήταν κόρες του τιτάνα Άτλαντα και της Πλειόνης, αδελφές της Καλυψώς και των Υάδων. Οι αρχαίοι Έλληνες τους αφιέρωσαν τον ομώνυμο αστερισμό, που στα νεότερα χρόνια έγινε γνωστός ως Πούλια. Γεννήθηκαν στο όρος Κυλλήνη και θεωρούνταν θεότητες του βουνού.
Από αυτές τις θεότητες τής αρχαίας ρίζας και παράδοσης, πήραν το όνομά τους οι Πλειάδες ως φωνητικό σύνολο και το αποτύπωμα που άφησαν με τον εξαιρετικό τους δίσκο καταγράφουν και διασώζουν τον ήχο που συνόδεψε χαρές, πανηγύρια, γάμους, μοιρολόγια και γενικά ό,τι απασχόλησε τους ανθρώπους τού τόπου και των περιπλανήσεων γενεών και γενεών… Με αυτή την έννοια, η παρουσία των Πλειάδων ως φωνητικού συγκροτήματος, μάς «ενώνει» με ένα παρελθόν που πάντα, θα πρέπει να επικοινωνούμε και να θυμόμαστε.
Και για πληροφορείες πατείστε: www.pleiades.org.gr – info@pleiades.org.gr