Εν αρχή, η άγνοια κινδύνου παράγει αδράνεια, η οποία περιπλέκει, οξύνει και πολλαπλασιάζει τα προβλήματα. Επειτα από ένα σημείο, όταν πια ο κίνδυνος έχει διογκωθεί δραματικά, γίνεται αντιληπτός. Συμβαίνει, τότε, η αντίληψη του κινδύνου να παράγει τρόμο ικανό να παραλύσει τη βούληση για δράση μετά λόγου. Πολλοί εκτιμούν ότι η χώρα φτάνει σε αυτό το σημείο-παγίδα: Να βρεθούμε σαν τους εγκλωβισμένους σε μία αίθουσα πλημμυρισμένη από βενζίνη, όπου έντρομοι όλοι αναρωτιούνται όχι αν, αλλά πότε θα βρεθεί ο ανόητος που θα ανάψει τσιγάρο και θα πετάξει το σπίρτο στο δάπεδο…
Υπάρχουν εξελίξεις που υπερβαίνουν τις δυνάμεις μας. Πλάι στην εμφανή αδυναμία της Ευρώπης να αντιμετωπίσει προβλήματα που προϋποθέτουν αμοιβαιότητα (η υπερχρέωση της ευρωπαϊκής οικονομίας που δεν την αφήνει να ξεφύγει από τα επίπεδα της ύφεσης και το προσφυγικό) και μας επηρεάζουν άμεσα κι έμμεσα, υπάρχουν και οι συγκρούσεις των ισχυρών για το «δέον γενέσθαι» στην Ελλάδα. Συμφωνούν σε ένα σημείο: Οτι πρέπει να μειωθεί ο ελληνικός κίνδυνος για τις άλλες οικονομίες και να πληρώσουμε τα χρέη μας. Δεν θέτουν ούτε ποτέ θα έθεταν ως προαπαιτούμενο τη μεγέθυνση της οικονομίας μας, την απορρόφηση της ανεργίας.
Αυτό είναι το κύριο μεταξύ των πολλών που μπορούμε να κάνουμε εμείς και που, αν δεν το κάνουμε, κανείς δεν θα το κάνει για εμάς. Σχηματικό έστω, χρήσιμο ίσως να αναλογιστούμε το εξής: Γιατί στη 10ετία 1990 μπορέσαμε να δεχτούμε σχεδόν ένα εκατομμύριο μετανάστες από την Αλβανία, την Πολωνία και άλλες χώρες χωρίς αφόρητους κραδασμούς, ενώ τώρα δυσκολευόμαστε να αντέξουμε 45.000 και τρέμουμε την προοπτική των 70.000 προσφύγων; Γιατί, μεταξύ άλλων, στη 10ετία 1990 η οικονομία έτρεχε με ρυθμούς 4% ετησίως, ενώ τώρα βιώνουμε ύφεση επί οκτώ συναπτά έτη – με όλα όσα αυτό συνεπάγεται, επιφέρει και προκαλεί στην κοινωνία.
Βλάπτει ο εφησυχασμός. Εχει χαθεί πάνω από το 25% του ΑΕΠ της χώρας, αλλά είναι λάθος να νομίσουμε ότι πιάσαμε πάτο, ότι το ΑΕΠ δεν γίνεται να μειωθεί περαιτέρω. Κι όμως γίνεται, γιατί η παραγωγική βάση της οικονομίας είναι ισχνή, ισχνότατη – σχεδόν το 90% του ΑΕΠ αντιπροσωπεύει κατανάλωση (ιδιωτική/ δημόσια), ενώ η παραγωγή γενικά και ειδικά η παραγωγή μέσων παραγωγής ασθμαίνουν είτε καταρρέουν. Αν δεν πάρουμε μέτρα οικοδόμησης ενός νέου, βιώσιμου, παραγωγικού οικονομικού μοντέλου, το ΑΕΠ θα βυθιστεί χαμηλότερα – κάποια μοντέλα του ΔΝΤ δείχνουν ότι υπάρχει περιθώριο να μειωθεί στα 165 από τα 180 δισ. ευρώ που είναι σήμερα.
Βλάπτει και κάθε προσπάθεια εξωραϊσμού της κατάστασης. Ο περιορισμός της μείωσης του ΑΕΠ στο 0,7% πέρσι, έγινε εφικτός λόγω εκτάκτων δράσεων one off – δηλαδή μη επαναλαμβανομένων δαπανών άμυνας και ΕΣΠΑ που έγιναν την τελευταία στιγμή. Η συγκράτηση της ανεργίας που εμφανίζεται στα επίσημα στοιχεία δεν οφείλεται σε νέες θέσεις εργασίας, όσο στην «εξαγωγή» ανέργων. Συγκρατείται ο αριθμός των ανέργων γιατί πολλοί άνεργοι επιλέγουν τον δρόμο της ξενιτιάς, φεύγουν από τις λίστες των ανέργων φεύγοντας από τη χώρα. Και η μεσαία τάξη (μεγάλο μέρος από αυτούς που έως τώρα στήριζαν το μέρος της κοινωνίας που είχε πιο βάναυσα πληγεί από την κρίση…) συνθλίβεται.
Κι όμως, η Ελλάδα δεν είναι φτωχή. Επειτα από 8 συναπτά έτη ύφεσης, παραμένει μία από τις πλουσιότερες χώρες, κατατάσσεται στην 38η θέση παγκοσμίως. Το πρόβλημα είναι η αποδιάρθρωση της παραγωγικής της βάσης και η ανεργία. Η χώρα θα πλημμυρίζει από βενζίνη όσο δεν αντιμετωπίζεται η ανεργία. Ή θα κάνουμε (αν μπορούμε…) μια φιλόδοξη προσπάθεια επανεκκίνησης σε πνεύμα εθνικής συνεννόησης, με κεντρικό στόχο την αντιμετώπισή της. Ή θα περιμένουμε τον μοιραίο ανόητο, που θα πετάξει το σπίρτο…
ΥΓ.: Οτι η ανοησία είναι απειλητική, επιβεβαιώνεται αυτές τις μέρες, με αφορμή την αξίωση να παραιτηθεί ο κ. Γ. Μουζάλας. Βεβαίως, θα συμφωνούσα, είναι κάπως αταίριαστο να βρίσκονται στην ίδια κυβέρνηση ένας υπουργός που χρησιμοποιεί ελικόπτερο της πολεμικής αεροπορίας για να διανύσει αποστάσεις ολίγων χιλιομέτρων (για παράδειγμα, από το Πεντάγωνο στο Σχιστό…) και ένας υπουργός που κυκλοφορεί μέρα νύχτα στις λάσπες της Ειδομένης και του κάθε Ελληνικού για να κάνει το χρέος του. Αλλά, όταν φτάνουμε στο σημείο ο υπουργός που καθυστέρησε την έγκαιρη δημιουργία hotspots, αρνούμενος να παραχωρήσει άχρηστα στρατόπεδα, να απαιτεί να εκδιωχθεί εκείνος ο υπουργός που πίεζε για την προετοιμασία της χώρας (στη βάση σχεδίου έτοιμου από τον Σεπτέμβριο) και, αυτή η απαίτησή του, να τίθεται στα σοβαρά προς συζήτηση, η ανοησία γίνεται ιδιάζουσα έως επικίνδυνη. Στις επόμενες μέρες θα φανεί αν είναι (και) ανίκητη.