Προσπαθώ να καταλάβω – όπως ασφαλώς και πολλοί άλλοι – τι ακριβώς έχει κατά νου η Πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά, με την εμμονή της να ορίζει ως «κόκκινη γραμμή» για τα εθνικά μας κυριαρχικά δικαιώματα τα 12 μίλια.
Ουδείς αμφισβητεί ότι αποτελεί δικαίωμα μας η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, η ίδια άλλωστε, σε μια τελευταία δήλωση, λέει καθαρά ότι η χώρα μας «έχει δυνητικά το δικαίωμα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να εξελίξει τα χωρικά της ύδατα».
Αυτό ακριβώς λέει και η κυβέρνηση. Πρόσφατα ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, απαντώντας στην επίθεση που δέχτηκε – και από την κυρία Γεννηματά – για τη δήλωση του ότι κόκκινη γραμμή είναι τα εθνικά χωρικά ύδατα, δηλαδή τα 6 μίλια, τόνιζε το αυτονόητο, ότι η Ελλάδα «διατηρεί μονομερώς το κυριαρχικό της δικαίωμα ανά πάσα στιγμή και με βάση το διεθνές δίκαιο, να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα έως τα 12 μίλια».
Και με αυτό, ο κ. Γεραπετρίτης δεν είπε τίποτε λιγότερο ή περισσότερο από αυτό που όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις ως τώρα λένε, προσθέτοντας και το αυτονόητο, ότι το πότε και πώς θα ασκήσει η χώρα μας αυτό το δικαίωμα, θα το επιλέξει η ίδια, με βάση και τα γενικότερα εθνικά συμφέροντα.
Η διαφορά ωστόσο με την κυρία Γεννηματά, δεν είναι στο ότι η Ελλάδα έχει αυτό το δικαίωμα. Η διαφορά, που προκαλεί και σύγχυση, βρίσκεται στο ότι η πρόεδρος του Κιν.Αλ. απορρίπτει τα 6 μίλια ως την εθνική «κόκκινη γραμμή» και ορίζει τα 12 μίλια, τα οποία, σύμφωνα με τα λόγια της: «Το Oruc Rei δεν πρέπει να περάσει, τελεία και παύλα»!
Δηλαδή; Πώς, με ποιόν τρόπο, το τουρκικό ερευνητικό δεν πρέπει να τα περάσει, «τελεία και παύλα»; Γιατί δεν προχωράει τη σκέψη της, να μας πει και πώς το εννοεί αυτό το «τελεία και παύλα»;
Γιατί αυτό, δεν είναι κάτι που μπορεί να το λέει ο καθένας μας, αναλόγως και με το πόσο του κόβει, για να δείξει στην παρέα του και πόσο εθνικά αδιάλλακτος είναι.
Η κυρία Γεννηματά είναι πολιτικός αρχηγός, του τρίτου σε δύναμη κόμματος στη Βουλή, ό,τι λέει απευθύνεται στους πολίτες και μάλιστα ορίζει για τον εαυτό της και το κόμμα της τον ρόλο μας υπεύθυνης αντιπολίτευσης, τον οποίο δεν μπορεί να παίξει ο «εν πολλαίς αμαρτίες περιπεσών» Σύριζα.
Στην ίδια δήλωση της, στο ραδιοφωνικό σταθμό Real fm, η Φώφη Γεννηματά είχε πει και ότι, «διπλωματικά και επιχειρησιακά θα έπρεπε η κυβέρνηση να μην αφήσει το Oruc Reis να περάσει μέσα από τα 12 ναυτικά μίλια», χωρίς όμως και πάλι να ξεκαθαρίζει και το πώς θα μπορούσε η κυβέρνηση να το έχει πετύχει αυτό.
Γιατί διπλωματικά, η κυβέρνηση έχει μεν ανοίξει την βεντάλια των ενεργειών και επαφών της προς πάσα κατεύθυνση, για πρώτη φορά σε τέτοιο εύρος, έχει πετύχει την πλήρη αποδοκιμασία των τουρκικών ενεργειών ως απειλή για την ειρήνη στην περιοχή της Μεσογείου, έχει μπει στο τραπέζι ακόμη και η λήψη κυρώσεων, αλλά μέτρα τέτοια που να αποτρέπουν το τουρκικό σκάφος «να περάσει τα 12 μίλια», όπως το ζητάει από την ελληνική κυβέρνηση η κυρία Γεννηματά, ούτε υπάρχουν ούτε και θα μπορούσαν να υπάρξουν, από τη στιγμή που τα 12 μίλια είναι διεθνή ύδατα και όχι τα εθνικά μας σύνορα, που παραμένουν στα 6 μίλια.
Από την άλλη, «επιχειρησιακά», όπως λέει η κυρία Γεννηματά, πώς θα μπορούσε η κυβέρνηση να εμποδίσει το τουρκικό ερευνητικό, που για να μη ξεχνιόμαστε, συνοδεύεται και από τουρκικά πολεμικά σκάφη, να πλεύσει στα διεθνή ύδατα των 12 μιλίων;
Μόνο παρατάσσοντας τα δικά μας πολεμικά και ανοίγοντας πυρ εναντίον των τουρκικών, αν αυτά συνέχιζαν την πορεία τους, θα «τα εμπόδιζε να περάσουν τα 12 μίλια»! Αυτό συνεπάγεται το «τελεία και παύλα»! Σε απλά ελληνικά, σύγκρουση. Και με ευθύνη της Ελλάδας!
Αν έχει κάτι άλλο υπόψη της η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, όφειλε να μας το πει και να μην αφήνει τα λόγια της να μας οδηγούν σε υποθέσεις και εκτιμήσεις που μπορεί και να την αδικούν!
Η ίδια πάντως, με αυτά που δηλώνει δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ακριβώς τη διαφορά μεταξύ του κατηγορώ την κυβέρνηση γιατί δεν έχει ακόμη ορίσει τα 12 μίλια ως χωρικά ύδατα – όπως προτείνει συνεχώς ο Τσίπρας, δεχόμενος και γι? αυτό κριτική από δικούς του, όπως ο Σωτήρης Βαλντέν, που χαρακτήρισε την πρόταση του «ανεύθυνη και δημαγωγική» - και άλλο να ορίζει η ίδια, αυθαίρετα, τα 12 μίλια ως τον χώρο που πρέπει ακόμη και «επιχειρησιακά» να προασπίσει η κυβέρνηση, ωσάν να είναι αυτά τα χωρικά μας ύδατα.
Και αυτό είναι πρόβλημα. Γιατί οι πολιτικοί αρχηγοί με αυτά που λένε δεν απευθύνονται μόνο στον αντίπαλο τους, στην κυβέρνηση, τον πρωθυπουργό, εν προκειμένω. Απευθύνονται και σ? εμάς, ώστε να μπορούμε να συγκρίνουμε τις προτάσεις τους με τις ενέργειες της κυβέρνησης και να καταλάβουμε τι συμβαίνει.
Πιστεύει πραγματικά η κυρία Γεννηματά, πιστεύουν πραγματικά τα στελέχη του κόμματος της, ότι οι παρεμβάσεις της μας έχουν βοηθήσουμε να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει σ? αυτή την κρίση που εξελίσσεται στο Αιγαίο;
Κι ακόμη περισσότερο, πιστεύει άραγε η πρόεδρος του Κιν.Αλ. ότι με αυτά που λέει, αποκτά αξιοπιστία η άλλη εμμονή της, για «σύγκλιση του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών»;
Ποιος θα συνεννοηθεί με ποιον σ? αυτό το Συμβούλιο; Ας αφήσουμε τον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η ίδια η κυρία Γεννηματά, μπορεί, επί παραδείγματι, να συμφωνήσει με τον κ. Κουτσούμπα, ο οποίος βλέπει τη λύση κάθε προβλήματος στην έξοδο της χώρας από το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ενωση; Ή με τον Βελόπουλο, που ζητάει σε κάθε ευκαιρία «να τους βυθίσουμε»;
Ασφαλώς και είναι αναγκαία η ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών από την κυβέρνηση και θα πρέπει να εγκαλείται ο πρωθυπουργός όταν δεν το κάνει, αυτό όμως δεν δικαιολογεί και πάλι την κυρία Γεννηματά να τον εγκαλεί με εκείνο το βαρύγδουπο, ότι «δεν του έχει δώσει κανείς λευκή επιταγή»!
Ουδείς πρωθυπουργός που διαθέτει ασφαλή πλειοψηφία στη Βουλή κι έχει και μια μεγάλη λαϊκή συγκατάθεση χρειάζεται «λευκή επιταγή». Πολύ περισσότερο αν με αυτό υπονοείται ότι οι αποφάσεις του πρέπει να έχουν και τη συγκατάθεση της αντιπολίτευσης, οπότε μάλλον μιλάμε για … συγκυβέρνηση! Πράγμα το οποίο, όμως, κι ευτυχώς, δεν προέκυψε από τις τελευταίες εκλογές!
Συνεχή έλεγχο στη Βουλή, αλλά και δημόσια, κριτική, προτάσεις εμπεριστατωμένες, χρειάζεται μια κυβέρνηση, όπως και απαιτείται να κάνει μια υπεύθυνη αντιπολίτευση, για να μην αναλώνεται σε λόγια και κινήσεις που όχι μόνο δεν συμβάλουν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, αλλά και προκαλούν σύγχυση και απορία, όταν δεν αντιμετωπίζονται από αδιαφορία και συχνά προκαλούν έως και καγχασμούς.
Αυτό, άλλωστε, είναι που βλέπουμε, ακόμη και 15 μήνες μετά τις εκλογές, να αποτυπώνεται με μοναδική σταθερότητα σε όλες τις έρευνες κοινής γνώμης όλων των εταιριών.
Δεν φταίει ο γιαλός. Το πώς αρμενίζουν πρέπει να ξαναδούν όσοι θέλουν πραγματικά να έχει απήχηση ο λόγος τους.