Περί ρεαλισμού και της «Συμμαχίας του Νότου»

Μαριλένα Κοππά 17 Μαϊ 2013

Η «συμμαχία του Νότου» αντιμετωπίζεται, συχνά, με συγκατάβαση: την έχουν αποκαλέσει «ένα ακόμα ψέμα» για να βγάλουμε το καλοκαίρι», μια ουτοπική αναζήτηση χωρίς ανταπόκριση ή, ακόμα πιο μηδενιστικά, μια αδιέξοδη αφήγηση που έχει σκοπό να υπερβεί τις εσωκομματικές αντιθέσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ. Εκ των πραγμάτων, η ιδέα χρήζει αποτίμησης.

.

Η ιδέα είναι τόσο αυτονόητη, που είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς για την πατρότητα της: ίσως γεννήθηκε την ίδια μέρα με τον όρο PIGS. Την έχουν ήδη υιοθετήσει πολιτικοί εκφραστές της σοσιαλδημοκρατίας, όπως ο Νίκος Μουζέλης. Ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Βαγγέλης Βενιζέλος, δήλωσε ότι ανέλαβε τον Οκτώβριο του 2012  – από κοινού με νότιους ομολόγους του – πρωτοβουλία για την προώθηση μιας αναπτυξιακής αντιπρότασης στην υφιστάμενη πολιτική λιτότητας. Εάν κατατέθηκε αυτή η πρόταση, εμείς δεν το γνωρίζουμε. Αντίθετα, είδαμε την αντιπρόταση εφτά σημείων του Rubalcaba του ισπανικού σοσιαλιστικού κόμματος (PSOE), με στόχο την επιστροφή σε ανάπτυξη σε ρυθμούς 3% το έτος, έως το 2018: αν και η πρόταση αυτή δεν έχει ως σημείο αφετηρίας μια «συμμαχία του νότου», η αναφορά του σ’ ένα «χρυσό κανόνα», που υιοθετεί την αρχή ότι οι δαπάνες για έρευνα και παιδεία δεν θα προσμετρούνται στο έλλειμμα, αποτελεί έμμεση αντιδιαστολή με το «χρυσό κανόνα» ελλειμμάτων της Μέρκελ.

.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και ο επιμελητής του προγράμματος της ΝΔ, Μάξιμος Χαρακόπουλος, υιοθέτησε προεκλογικά την συγκεκριμένη ιδέα, λέγοντας μάλιστα ότι ο κ. Σαμαράς είχε ήδη δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ένα παρόμοιο εγχείρημα. Μετεκλογικά, η προτεραιότητα ήταν «η ανάκτηση της αξιοπιστίας». Συνεπώς, το ερώτημα δεν είναι η «αυθεντικότητα» της ιδέας, αλλά η αξιοπιστία του φορέα που την εκφέρει.

.

Η αποτίμηση «της συμμαχίας» ως στρατηγήματος ή στρατηγικής, αφορά τελικά μια αξιολόγηση στόχων και, μόνο σε δεύτερο επίπεδο, «τακτικών επιλογών». Χωράνε πολλά στρατηγήματα σε μια στρατηγική, αλλά όχι το αντίθετο. Ως προς τους στόχους, η αποτίμηση προϋποθέτει μια εκτίμηση περί αντίληψης της πραγματικότητας.

.

Μια διαπίστωση αποτελεί κοινό τόπο: η εφαρμοζόμενη πολιτική του μνημονίου οδηγεί στην ύφεση, με απώλεια έως σήμερα άνω του 20% του ΑΕΠ και με 27% ανεργία στην Ελλάδα. Εδώ όλοι συμφωνούν, αν και υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν ότι εάν είχαμε εφαρμόσει «καλύτερα» το πρόγραμμα, θα είχαμε λιγότερο πόνο. Αυτό δεν τεκμαίρεται από τ’ ανάλογα αποτελέσματα της ίδιας πολιτικής στην Πορτογαλία και την Ισπανία. Για να το πούμε απλά, ο ρυθμός απώλειας θέσεων εργασίας είναι τέτοιος, που κάθε χρόνος εφαρμογής της υφιστάμενης πολιτικής, προϋποθέτει δύο ή τρία χρόνια υγιούς ανάπτυξης για την αναπλήρωσή τους. Η αποδοχή της στρατηγικής υπό αυτό το πρίσμα, όχι ως εξαναγκασμό, αλλά επί της αρχής, σημαίνει ότι αποδεχόμαστε κυνικά ότι πρέπει να χαθεί μια γενιά.

.

Η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι έχουμε πετύχει προσαρμογή κατά τα 2/3, έχουμε εξασφαλίσει πρωτογενές πλεόνασμα, θα ανταμειφτούμε με νέο «κούρεμα» και άρα, έως το τέλος του 2013 (άντε το 2014), το πρόγραμμα «θα βγει». Πρόκειται άλλωστε για μονόδρομο δεδομένων των εναλλακτικών (μη) επιλογών. Στη βάση αυτής της αντίληψης, δεν υπάρχει περίπτωση συμμαχίας του Νότου, αφού όσοι προσβλέπουν σε μια «ειδική μεταχείριση» βρίσκονται αντιμέτωποι με το δίλημμα του φυλακισμένου: δεν ομολογούν την αποτυχία του προγράμματος προκειμένου να διατηρήσουν την εύνοιά του, δηλαδή το πολυπόθητο κούρεμα μετά τις γερμανικές εκλογές.

.

Όμως, αυτή η οπτική παραβλέπει το γεγονός ότι μόνο μια συνολική και συντονισμένη αντίδραση των φυλακισμένων, όπως αυτή που προτείνει το ισπανικό PSOE, έχει δυνατότητες να μας βγάλει από το δίλημμα. Για να το πούμε απλά: η λειτουργία της συνταγής της «εσωτερικής υποτίμησης» οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη μείωση των δημοσίων επενδύσεων, εσωτερική παύση πληρωμών, αύξηση λειτουργικών ελλειμμάτων των ταμείων και εμβάθυνση της κρίσης στην πραγματική οικονομία.

.

Σε κάθε περίπτωση, μια συμμαχία του νότου δε σημαίνει απαραίτητα ολική ρήξη με τις βασικές επιλογές της εξωτερικής μας πολιτικής κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Καταρχήν, οι ΗΠΑ και όχι η Ρωσία είναι αυτή τη στιγμή η μεγάλη δύναμη που επιθυμεί μια αλλαγή ρότας από την πολιτική της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής και της ύφεσης. Η Ουάσιγκτον φοβάται τις επιπτώσεις της ευρωπαϊκής κρίσης στις προοπτικές ανάκαμψης της αμερικανικής οικονομίας. Μπορεί κανείς να απορρίψει «επί της αρχής» τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των δεδομένων αντιφάσεων στις Ευρω-Ατλαντικές σχέσεις;

.

Δεύτερον, ο γαλλογερμανικός άξονας δεν είναι αρραγής. Στη Γαλλία, το κείμενο που διέρρευσε πρόσφατα στη Le Monde και υπέγραφαν επιφανή στελέχη του PS, δεν δημιούργησε τριβές μόνο μεταξύ κυβέρνησης και κομματικής βάσης, αλλά και διαφωνίες εντός του Υπουργικού Συμβουλίου. Τελικά, το ερώτημα είναι απλό: μπορεί η Γαλλία να ελπίζει στη διατήρηση της οικονομικής της συνοχής με την εξακολούθηση μιας περιοριστικής πολιτικής, που απαντά σε ένα πρόβλημα που δεν έχουμε, δηλαδή την τιθάσευση του πληθωρισμού; Στο μεταξύ, Letta και Rajoy προειδοποιούν τη Merkel ότι τα χρονικά περιθώρια για τραπεζική ένωση και πολιτικές ανάπτυξης, στενεύουν. Μπορεί κανείς να απορρίψει «επί της αρχής» τη δυνατότητα εκμετάλλευσης αυτών των δεδομένων αντιφάσεων στις τάξεις των λαϊκών κομμάτων;

.

Φυσικά, ένα ζήτημα αρχής είναι η ετοιμότητα να βγει κανείς (ή όχι) από το Ευρώ, «εάν χρειαστεί». Το φόβητρο της εξόδου δεν είναι ελληνικό ή κυπριακό φαινόμενο. Το κόστος που θα είχε μια τέτοια επιλογή για όσους εξαρτώνται από τη μισθωτή εργασία, είναι δεδομένο, ακόμα και για όσους ευαγγελίζονται το «πάγωμα» ή την «αναστολή» του μνημονίου. Συνεπώς, εάν η στρατηγική εσωτερικής υποτίμησης είναι αδιέξοδη, όπως επίσης και η έξοδος από το Ευρώ, στην πραγματικότητα η «συμμαχία του Νότου» είναι ο πραγματικός μονόδρομος.