Και τώρα που (και) η Δικαιοσύνη μίλησε και αθώωσε τον Κώστα Βαξεβάνη, έφυγε από πάνω μου ένα βάρος καθώς, έχοντας γλυτώσει από το πολιτικο – δημοσιογραφικό τσίρκο που θα ξεχυνόταν ακάθεκτο με σύνθημα «Λευτεριά στον Κώστα», ελπίζω να ασχοληθούμε τώρα λίγο πιο σοβαρά με τα υπαρκτά προβλήματα που βρίσκονται ενώπιόν μας.
.
Στο μεταξύ, οπλισμένος κι εγώ… «με τη νομολογία» του Μονομελούς, την οποία και επικαλείται ο αθωωθείς Βαξεβάνης και θεωρώντας ότι… ανοίγουν νέοι δρόμοι για τη «μαχόμενη δημοσιογραφία» (!!), μπορώ, χωρίς φόβο πλέον, να πω κι εγώ τη γνώμη μου γι’ αυτήν την… πολύκροτη υπόθεση!…
.
Στα σοβαρά, λοιπόν, ήταν απαράδεκτη όλη αυτή η κινητοποίηση της κρατικής μηχανής για τη σύλληψη και παραπομπή σε δίκη του Βαξεβάνη και για μια ακόμη φορά, όποιος κι αν έθεσε σε κίνηση το μηχανισμό δίωξης, εκτέθηκε. Όχι με την αθώωση, αλλά με την κινητοποίηση του μηχανισμού για τη σύλληψη και παραπομπή του δημοσιογράφου σε δίκη.
.
Και για να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά, η απόφαση του Μονομελούς δεν ήταν η πρώτη, ούτε και είναι η μόνη. Ακόμη και πριν από τη δικτατορία, πολύ περισσότερο μάλιστα μετά, έχουν υπάρξει αποφάσεις δικαστηρίων με τις οποίες αναγνωρίζεται ότι αποστολή του Τύπου είναι η προάσπιση του Δημόσιου συμφέροντος, ακόμη και αν κατά την άσκηση αυτού του δικαιώματος ενδεχομένως να πλήττεται το ατομικό συμφέρον.
.
Ωστόσο, το πρόβλημα που μας αφορά ως δημοσιογράφους δεν είναι στενά νομικό. Είναι ξεκάθαρα δεοντολογικό. Γιατί ο Κώστας Βαξεβάνης δημοσιεύοντας, έτσι όπως τον δημοσίευσε, κατάλογο με ονόματα Ελλήνων καταθετών σε ξένη Τράπεζα, όχι μόνο δεν προασπίστηκε το Δημόσιο συμφέρον και το δικαίωμα του πολίτη στην πλήρη και έγκυρη ενημέρωση, όπως επιβάλλει η δημοσιογραφική δεοντολογία, αλλά αντίθετα, προκάλεσε τεράστια σύγχυση, καθώς ο πολίτης δεν γνωρίζει ποιοι από αυτούς τους δύο χιλιάδες καταθέτες έχουν παρανομήσει και ποιοι όχι. Για να μην επαναλάβω κι εγώ το αυτονόητο, ότι δεν σου φταίνε σε τίποτα άνθρωποι καθ’ όλα νόμιμοι να διασύρονται ως έχοντες διαπράξει το … ατιμωτικότερο αδίκημα των ημερών που ζούμε: τη φοροκλοπή και το ξέπλυμα μαύρου χρήματος!
.
Βασικός κανόνας της δημοσιογραφικής δεοντολογίας είναι η δημοσίευση στοιχείων και πληροφοριών μετά από πλήρη έρευνα ως προς την ακρίβεια των στοιχείων και των πληροφοριών.
.
Και βέβαια, «ακρίβεια των στοιχείων και των πληροφοριών» στην προκειμένη περίπτωση, δεν σημαίνει δημοσιεύω χύμα δύο χιλιάδες ονόματα και ψάξτε εσείς μετά να βρείτε ποιοι από αυτούς τους καταθέτες είναι νόμιμοι και ποιοι παράνομοι. Ακρίβεια στοιχείων και πληροφοριών σημαίνει:
.
*Αυτοί κι αυτοί δεν έχουν πληρώσει φόρους, αυτοί έβγαλαν παράνομα τα χρήματα έξω, αυτοί φοροδιαφεύγουν γιατί οι καταθέσεις τους δεν αντιστοιχούν στα όσα έχουν δηλώσει ως έσοδα στην εφορία, κ.λπ., κ.λπ. …
.
Αυτή θα ήταν έγκυρη ενημέρωση των πολιτών και με αυτόν τον τρόπο ο δημοσιογράφος θα υπηρετούσε το Δημόσιο συμφέρον. Και σ’ αυτήν την περίπτωση, το μόνο ιδιωτικό συμφέρον που θα ζημιωνόταν θα ήταν εκείνων που θα είχαν κάθε λόγο να κρυφτούν.
.
Ο Βαξεβάνης, όμως, δεν διέθετε τέτοια στοιχεία, ούτε καν αναπόδεικτες πληροφορίες. Και δεν μπορούσε να διαθέτει παρά μόνο αν ο κατάλογος προερχόταν από υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για τέτοιους ελέγχους.
.
Προχώρησε όμως στη δημοσίευση εκμεταλλευόμενος το θόρυβο που έχει προκληθεί από την απίστευτη ιστορία με την περιβόητη «λίστα Λαγκάρντ» και με το απαράδεκτο για υπεύθυνο δημοσιογράφο επιχείρημα, «εγώ μάζεψα το στικάκι που ο Βενιζέλος είχε πετάξει στην τουαλέτα»!!
.
Έτσι, λοιπόν; Δουλειά του δημοσιογράφου είναι να βάζει το χέρι του στα … απόβλητα και να μας δείχνει ό,τι μάζεψε; Μήπως να καθαρίσουμε λίγο αυτά που πιάσαμε, να πετάξουμε το βρώμικο και να κρατήσουμε το καθαρό; Βέβαια, αυτό χρειάζεται και λίγη δουλίτσα και δεν είναι και ηρωικό, όπως είναι το, «εγώ έβαλα το χέρι μου στα …»!
.
Το αποτέλεσμα μετά από τόσες ημέρες συζητήσεων, αντεγκλήσεων, ηρωικών αγώνων κατά των … «γερμανοτσολιάδων», η κοινή γνώμη βρίσκεται στο ίδιο σημείο που βρισκόταν και προ Βαξεβάνη. Αγνοεί. Οι μόνοι που νοιώθουν «δικαιωμένοι» είναι όσοι και προ δημοσίευσης ήταν βέβαιοι ότι «όλοι κλέφτες είναι», «τους κρύβουν γιατί όλοι τα πιάνουν» και διάφορα τέτοια αυτοϊκανοποιητικά.
.
Αμφιβάλει κανείς ότι αν δεν υπήρχε η κινητοποίηση της αστυνομίας, η σύλληψη και η παραπομπή του Βαξεβάνη σε δίκη, η «υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ» θα εκφυλιζόταν, καθώς με αυτήν τίποτα δεν αποδεικνυόταν;
.
Το κλίμα που επικράτησε μετά το δημοσίευμα, το περιγράφει με τον πιο εύγλωττο τρόπο ο Νίκος Ζαχαριάδης, στη στήλη του στην «Athens Voice»:
.
«…Τίποτα λοιπόν δεν άλλαξε με τη δημοσιοποίηση των ονομάτων, όπως ελπίζαμε (;) Η γκρίζα περιοχή της αμφιβολίας, όπου επιτρέπεται να φυτρώσουν όλες οι συνωμοσίες και όλες οι αυθαίρετες βεβαιότητες, παραμένει. Οι συνήθειές μας δεν θα διαταραχθούν. Όσοι γνωρίζουμε θα είναι «ένοχοι στην καρδιά μας», δηλαδή ένοχοι χωρίς αποδείξεις, άρα και χωρίς ευθύνη. Έτσι θα εξακολουθούμε να πιστεύουμε ο καθένας ό,τι θέλει για τους άλλους χωρίς τον φόβο ότι μπορεί να αποδειχθεί πως κάνει λάθος.
.
Δηλαδή: Οι δημοσιογράφοι θα συνεχίσουν να αλληλοκατηγορούνται με πολιτικούς στα social media για off shore, τα μικρολαμόγια θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν σαν δικαιολογία ότι οι άλλοι κάνουν μεγαλύτερες λαμογιές και όλοι μαζί θα περιμένουμε σε λίγο καιρό, την επόμενη λίστα που θα σκάσει από μια άλλη τράπεζα, προκειμένου να διαπομπεύσουμε και να κουτσομπολέψουμε λίγο ακόμα, αυτούς που λατρεύουμε να μισούμε: Τους άλλους.»
.
Όλα αυτά, μαζί και με όσα συμβαίνουν στο χώρο της ΕΡΤ, ήρθαν να επικαλύψουν την πολιτική επικαιρότητα, τη στιγμή που ακόμη δεν έχει διασφαλιστεί η εκταμίευση των χρημάτων που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και ο φόβος κατάρρευσης της κυβέρνησης κάνει ακόμη πιο πιθανό το ενδεχόμενο ενός πολιτικού αδιεξόδου, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται.
.
Τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα, με την άρνηση της ΔΗΜΑΡ να ψηφίσει τα πακέτο των εργασιακών, τις ανεξαρτητοποιήσεις βουλευτών και από τα τρία κόμματα της κυβερνητικής συνεργασίας, τις διαλυτικές διαδικασίες στο χώρο του ΠΑΣΟΚ και την ευθεία αμφισβήτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου από στελέχη του κόμματος και η απουσία οποιασδήποτε εναλλακτικής λύσης, κάνουν ακόμη πιο εμφανές το πολιτικό αδιέξοδο που μπορεί να προκύψει αν δεν επικρατήσει, έστω και στο παραπέντε, ένα ισχυρότερο αίσθημα ευθύνης.
.
Επιτέλους θα πρέπει να γίνει αντιληπτό, ιδιαίτερα από εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που παραμερίζοντας ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές, ανέλαβαν την ευθύνη να εφαρμόσουν τις πολιτικές που είναι αναγκαίες για να βγει η χώρα το συντομότερο δυνατό και με ασφάλεια από την κρίση, ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για την άσκηση προσωπικών πολιτικών.
.
Πρώτον, γιατί οι ίδιες οι πολιτικές δυνάμεις – και σ’ αυτές δεν περιλαμβάνονται μόνο οι ηγεσίες και τα ηγετικά στελέχη, αλλά και οι βουλευτές, ακόμη κι εκείνοι που αποχωρούν ή δείχνουν διάθεση αποχώρησης από τις γραμμές των κομμάτων τους – έχουν απολέσει κάθε ίχνος αξιοπιστίας που πιθανόν να διέθεταν πριν από την κρίση.
.
Δεύτερο, γιατί οι ίδιοι οι πολίτες έχουν εξαντλήσει κάθε περιθώριο ανοχής που διέθεταν απέναντι σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις – κι αυτό μπορεί να το διαπιστώσει εύκολα οποιοσδήποτε διαβάσει με δεύτερη ανάγνωση τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, από τα οποία προκύπτει σαφώς η δυσπιστία με την οποία αντιμετωπίζονται όλα τα κόμματα, πέρα από συγκυριακές ανακατατάξεις στην όποια σειρά προτίμησης.
.
Και τρίτο και το σοβαρότερο, γιατί αποτυχία της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στην απαίτηση των πολιτών να ανοίξει επιτέλους ένας δρόμος για να βγει η Ελλάδα από την κρίση, θα έχει καταστροφικές συνέπειες, ακριβώς γιατί δεν υπάρχουν δυνάμεις που να μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των στιγμών, κι αυτές που πιθανόν καραδοκούν για να επωφεληθούν (!) αποτελούν το χειρότερο δυνατό σενάριο.
.
Ας μη βαυκαλίζεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ότι αποτελεί πρώτη δύναμη. Γιατί όσο κι αν διαφωνούν τα στελέχη του για το αν είναι σε θέση να αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες – αν είναι δυνατόν!… – το ερώτημα:
.
– Με ποιες δυνάμεις θα αναλάβει επιτέλους η πανσπερμία του ΣΥΡΙΖΑ αυτές τις ευθύνες διακυβέρνησης; … παραμένει αναπάντητο.
.
Όχι μόνο γιατί οι διαφωνίες στο εσωτερικό του και μεγάλες είναι και δεν καλύπτονται ακόμη και μπροστά στο ενδεχόμενο να αναλάβουν την κυβέρνηση – ίσα- ίσα που ένα τέτοιο ενδεχόμενο, πέραν των πρώην σκληρών πασοκικών δυνάμεων, οι πιο αριστερές συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ δεν το θέλουν – αλλά και γιατί το κόμμα αυτό έχει κόψει κάθε γέφυρα διαλόγου και συνεννόησης με κάθε άλλη πολιτική δύναμη που θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελέσει «κυβερνητικό εταίρο»…
.
Και ώσπου να τα βρουν ο Λαφαζάνης με τον Παπαδημούλη και τον Μητρόπουλο και τον Πάντζα και δεν ξέρω ποιον άλλον (έχει χαθεί από το προσκήνιο κι αυτός ο Νταβανέλος), η αμφιβολία θα δίνει τη θέση της στη βεβαιότητα ότι «δεν μπορούν τα παλικάρια» – όπως θα έλεγε κι ο Άγγελος Αναστασιάδης αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν απλώς μια ποδοσφαιρική ομάδα! Που όμως δεν είναι, γιατί είναι πολιτικό κόμμα.
.
Με την ευκαιρία της τελευταίας αντιδικίας μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και κυβερνητικού εκπροσώπου, που κατηγόρησε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι συντάχθηκε με την πρόταση νόμου του ΚΚΕ για την κατάργηση του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης, διάβασα με προσοχή την απάντηση του κόμματος, στην οποία και διατυπώνεται συνοπτικά η «θέση» του έναντι του Μνημονίου και την έξοδο από την κρίση.
.
Λέει ο ΣΥΡΙΖΑ:
.
«Η μόνη ρεαλιστική και αξιοπρεπής πρόταση εξόδου της χώρας από την κρίση, με όρθια την κοινωνία, είναι αυτή που έχει προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής σε Ελλάδα και Ευρώπη, ευρωπαϊκή ρύθμιση για το χρέος, διαγραφή μεγάλου μέρους του και αποπληρωμή του υπολοίπου με ρήτρα ανάπτυξης, δημόσιος έλεγχος του τραπεζικού συστήματος και αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ και της ΕΤΕΠ.»
.
.
Πολύ ωραία και πολύ σοφά όλα αυτά! Υπάρχουν, όμως, κάποιες απορίες. Όπως:
.
– Πώς θα την κάνουμε αυτήν την ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής; Θα πούμε δεν εφαρμόζουμε όλα αυτά που μας ζητάτε, εσείς όμως να μας δώσετε τα χρήματα που χρειάζεται η οικονομία μας;
.
– Κι αν μας πουν, εντάξει, μην εφαρμόσετε αυτά που σας ζητάμε, αλλά μην περιμένετε από εμάς χρήματα, τι κάνουμε; Υποθέτω ότι απαντάμε εθνικά υπερήφανοι, μη μας δίνετε, εμείς θα τυπώσουμε δικό μας νόμισμα;
.
– Κι εντάξει, πες ότι ανατρέπουμε τη μνημονιακή πολιτική στην Ελλάδα… Στην Ευρώπη, με την οποία συνδέει (ο ΣΥΡΙΖΑ) την ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής, πώς την ανατρέπουμε; Όσο κι αν είμαστε βέβαιοι για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής μας, αυτή η διαδικασία ανατροπής στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πάρει λίγο χρόνο… Και στο μεταξύ, τι κάνουμε; Συνεχίζουμε εθνικά υπερήφανοι να τυπώνουμε το πληθωριστικό μας νόμισμα;
.
– Ζητάμε ακόμη, λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, να υπάρξει «ευρωπαϊκή ρύθμιση» για το χρέος και προσθέτει μάλιστα, έτσι για να μεγαλώσει ο λογαριασμός, να διαγραφεί μεγάλο μέρος του χρέους (μας)…
.
– Πότε όμως θα ζητήσουμε την «ευρωπαϊκή ρύθμιση» και τη διαγραφή «μεγάλου μέρους του χρέους» (πόσο μεγάλου, άραγε; Δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε από τώρα, γιατί στους Ευρωπαίους αρέσει η ακρίβεια…); Πριν να ανατρέψουμε τη μνημονιακή πολιτική, ή μετά; Κι αν μας πουν, συγγνώμη παλικάρια (νάτος πάλι ο Αναστασιάδης) αλλά δεν συμφωνούμε, τι κάνουμε; Υποθέτω ότι συνεχίζουμε εθνικά υπερήφανοι να τυπώνουμε το πληθωριστικό εθνικό μας νόμισμα…
.
– Το υπόλοιπο του χρέους, λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, θα το αποπληρώσουμε με «ρήτρα ανάπτυξης». Μάλιστα! Κι αυτή την ανάπτυξη ποιος θα την χρηματοδοτήσει; Οι Ευρωπαίοι που θα τους έχουμε φεσώσει, χωρίς μάλιστα να αναλαμβάνουμε και οποιαδήποτε ευθύνη από τη στιγμή που θα έχουμε «ανατρέψει το μνημόνιο»;
.
– Κι αυτόν τον δημόσιο έλεγχο του τραπεζικού συστήματος, σε ποιες ακριβώς Τράπεζες θα τον εφαρμόσουμε από τη στιγμή που το «σύστημα», οι Τράπεζες δηλαδή, θα έχει καταρρεύσει; Ή θα το σώσουμε κι αυτό τυπώνοντας, εθνικά υπερήφανοι πάντα, το εθνικό μας νόμισμα;
.
– Η τελευταία, όμως, πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι στην κυριολεξία, «όλα τα λεφτά», καθώς προτείνει «αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ και της ΕΤΕΠ»! Ποιες είναι αυτές; Μα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων! Με λίγα λόγια, όπως το καταλαβαίνω κι εγώ ο αδαής, συναρτά την εφαρμογή της πολιτικής (;) του από την πλήρη ανατροπή ολόκληρου του σημερινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος!!…
.
Δεν λέω, φιλόδοξο σχέδιο! Αλλά μέχρι τότε, ποιος θα έχει επιζήσει στην Ελλάδα για να το δει και να το χαρεί;
.
Με αυτά και μ’ εκείνα, δεν απομένει παρά να ομολογήσω δημόσια ότι η μόνη σοβαρή κουβέντα που έχω ακούσει από αυτό το χώρο είναι …του Λαφαζάνη, όταν παραδέχτηκε ότι δεν είναι έτοιμοι να κυβερνήσουν!!
.
Πόσο σοβαρή είναι η κατάστασή μου;