Των εννοιών αυτών έχει γίνει υπέρμετρη κατάχρηση τον τελευταίο καιρό. Κυρίως γιατί χρησιμοποιούνται με έντονο συναισθηματισμό, χωρίς να προσεγγίζεται λογικά το πραγματικό τους περιεχόμενο. Ας προσπαθήσουμε να τις εντάξουμε λοιπόν στην πραγματικότητα που ζούμε. Η ΕΕ, στην οποία ανήκουμε από το 1981 και στην οποία θέλουμε να παραμείνουμε, αποτελεί από τη φύση της οργανωτικό μόρφωμα προ-ομοσπονδιακού χαρακτήρα, όπου η κυριαρχία είναι οικειοθελώς μερικώς εκχωρημένη στα κοινά όργανα και η άσκησή της επιμερισμένη στα κράτη-μέλη κατά τον λόγο του ειδικού βάρους του καθενός εξ αυτών.
Τούτο σημαίνει εκλαϊκευτικά για την Ελλάδα ότι συμμετέχει με το 2% στη διαχείριση του ευρώ, ενώ θα μπορούσε να ασκήσει το 100% της κυριαρχίας στη διαχείριση της δραχμής. Προφανώς, η χώρα έχει επιλέξει ότι είναι λυσιτελέστερο για το εθνικό της συμφέρον να συνδιαχειρίζεται, έστω και μειοψηφικά, ένα από τα ισχυρότερα νομίσματα του κόσμου, παρά να διαχειρίζεται κατ’ αποκλειστικότητα ένα απολύτως αδύναμο νόμισμα. Υποστηρίζω μάλιστα ότι το εθνικό συμφέρον απαιτεί να προχωρήσουμε και σε περαιτέρω εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας, ούτως ώστε να φθάσουμε σε μια πραγματικά οικονομική και όχι μόνο νομισματική ένωση.
Υπερηφάνεια και αξιοπρέπεια υπάρχουν, μόνον όταν μπορείς να διαχειρίζεσαι τα του οίκου σου με ίδιες δυνάμεις. Οταν έχεις απλωμένο το χέρι για δανεικά, δεν μπορείς να είσαι ούτε υπερήφανος ούτε αξιοπρεπής. Στη δυσάρεστη αυτή θέση βρεθήκαμε το 2010 και πολύ φοβάμαι ότι, αν δεν προσέξουμε, θα βρεθούμε πάλι το 2015. Μόλις αρχίσαμε να κατανοούμε ότι το τρισκατάρατο Μνημόνιο, που το λέμε τώρα Συμβόλαιο, περιέχει απλώς τους όρους της δανειακής σύμβασης. Μια τέτοια σύμβαση έχει δύο μόνον όρους: τον χρόνο αποπληρωμής και το επιτόκιο. Μόνο που το τελευταίο υπολογίζεται ανάλογα με το ρίσκο που εμφανίζει ο δανειολήπτης.
Οταν λοιπόν το ρίσκο της Ελλάδας δικαιολογεί διψήφιο επιτόκιο και κάποιοι τη δανείζουν με 2% (είναι άραγε τοκογλύφοι;), έχουν φυσιολογικά το δικαίωμα να συζητήσουν και να απαιτήσουν όρους που -κατά τη γνώμη τους- διασφαλίζουν, κατά το δυνατό, το κεφάλαιό τους. Μόνος, επομένως, δρόμος για την έξοδο από το Μνημόνιο και την ανάκτηση της υπερηφάνειας και της αξιοπρέπειας είναι η αποκατάσταση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της χώρας και η επάνοδός της στις αγορές. Αλλος τρόπος δεν υπάρχει. Ας ελπίσουμε ότι οι απλές αυτές αλήθειες θα γίνουν κτήμα των πολιτικών δυνάμεων του τόπου και των πολιτών και ότι όλοι μαζί θα βαδίσουμε τον δύσκολο αλλά έντιμο δρόμο της εθνικής ανασυγκρότησης πάνω σε στέρεες βάσεις και όχι σε ιδεολογήματα, που μπορεί να φαντάζουν ηρωικά, προετοιμάζουν όμως πολύ χειρότερες μέρες.