Περί «ελληνικής εξαίρεσης»

Γιώργος Σιακαντάρης 11 Μαρ 2012

Πολλοί στην Ελλάδα αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη έχουν ώς σήμερα μιλήσει για το τεράστιο πρόβλημα που προκύπτει με τις σχετικές για τα εργασιακά και το κοινωνικό κράτος απαιτήσεις της τρόικας. Απαιτήσεις που αντιτίθενται στον πυρήνα αυτού που ονομάστηκε κοινωνική Ευρώπη. Πολλοί επίσης έχουν κάνει κριτική στον οικονομικό πυρήνα των προτάσεων αυτών, η μονομέρεια των οποίων στη μείωση των δαπανών στραγγαλίζει όχι μόνο το κοινωνικό κράτος και την κοινωνική δικαιοσύνη αλλά και την ίδια την οικονομία την οποία υποτίθεται θέλουν οι δανειστές μας να ανορθώσουν.

Στην Ελλάδα οι συντεχνίες, ο λαϊκισμός και ο κρατισμός έχουν καταδυναστεύσει το παραγωγικό της μοντέλο. Είναι σίγουρο πως η χώρα δεν μπορούσε το 2009 να συνεχίσει, με το πρωτογενές έλλειμμά της να ξεπερνά τα 17 δισ. ευρώ. Η χώρα δεν μπορούσε να συνεχίσει να καταναλώνει χωρίς να παράγει και χωρίς να εξάγει. Γιατί μεγαλύτερο πρόβλημα από το χρέος και τα δημοσιονομικά ελλείμματα είναι το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών. Από την ανάγκη όμως να αλλάξουμε το παραγωγικό μας μοντέλο μέχρι την κατεδάφιση των βάσεων του όποιου κοινωνικού κράτους, η απόσταση είναι τόσο μεγάλη όσο από τη δημοκρατία ώς τον ολοκληρωτισμό των άκρων.

Η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, η αφυδάτωση των εισοδημάτων, η απίσχνανση του όποιου κοινωνικού κράτους, η εγκατάλειψη των ασθενέστερων στρωμάτων – τη στιγμή μάλιστα που οι σημερινές κοινωνίες του ρίσκου κάνουν ακόμη πιο επιτακτική την προστασία τους – απειλούν ολόκληρο το οικοδόμημα της Ευρώπης και την ίδια τη δημοκρατία της.

Τελευταία, όμως, έχει ανοίξει μια ακόμη πιο επικίνδυνη συζήτηση για το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης. Αυτή αφορά τα κριτήρια για τη συμπερίληψη μιας χώρας σ’ αυτήν. Ετσι, όλο και πιο συχνά ακούγονται φωνές υπέρ της δήθεν ελληνικής εξαίρεσης. Σύμφωνα με αυτόν το μύθο, υπάρχει ένας ιδεώδης τύπος βάσει του οποίου άλλα κράτη ανταποκρινόμενα σ’ αυτόν ανήκουν στην Ευρώπη, ενώ όσα δεν ανταποκρίνονται βρίσκονται εκτός. Σύμφωνα με τις θεωρίες ταύτισης και εξαίρεσης, η Ευρώπη αποτελεί έναν ενιαίο πολιτισμικά και κοινωνικά χώρο, το βασικό συστατικό του οποίου είναι η ενότητα, κάτω από ένα ενιαίο πνεύμα, των ξεχωριστών μελών της. Αυτή η συντηρητική θεώρηση, με την προκρούστεια λογική που τη διέπει, πετσοκόβει ό,τι δεν χωρεί σ’ αυτό το κρεβάτι.

Το διαφωτιστικό πρόταγμα της ενιαίας Ευρώπης δεν είχε καμιά σχέση με αυτή τη θεώρηση. Η Ευρώπη, όπως υποστηρίζει ο Τσβετάν Τοντόροφ, είναι μία και πολλές ταυτόχρονα. Ηδη ο Χιουμ έβλεπε την ευρωπαϊκή ταυτότητα όχι ως κοινό γνώρισμα που το μοιράζονται όλοι, αλλά ως πολλαπλότητα διαφορετικών ατόμων, αλλά και πολιτισμών, θρησκειών, γλωσσών και κοινωνικών σημασιών.

Η Ευρώπη δεν είναι η ταύτιση των τμημάτων της, αλλά η μεταξύ τους επικοινωνία. Γεωγραφικοί, εμπορικοί και πολιτισμικοί λόγοι έκαναν αυτή την ήπειρο ανοικτή στην επικοινωνία. Οσο στην Ευρώπη υπήρχαν μόνο γεωγραφικές διευκολύνσεις αυτή η επικοινωνία δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί, γιατί την εμπόδιζαν οι θρησκευτικοί και εθνοτικοί διαχωρισμοί. Από τη στιγμή όμως της Βιομηχανικής Επανάστασης και της ανόδου της αστικής τάξης έγινε δυνατή η επικοινωνία των ευρωπαϊκών λαών. Ολες οι εξελίξεις στηρίχτηκαν στο κοινό πρόταγμα του Διαφωτισμού, στην προτεραιότητα του αυτόνομου και αυτοτελούς ατόμου έναντι των κρατικών εξουσιών, των εκκλησιαστικών αυθεντιών και των εθνοτικών κοινοτισμών.

Αυτή λοιπόν η επικοινωνία συνέβαλε στη γνώση της διαφορετικότητας των λαών και των πολιτισμών που συνέθεταν τον ενιαίο χώρο της Ευρώπης. Δεν είναι όμως η ενότητα που αποτελεί την ουσία της, αλλά η πολλαπλότητα, ο σεβασμός της διαφορετικότητας, η δημοκρατία και βεβαίως βάση της παραμένει η αυτονομία του ατόμου. Ο Βολταίρος στις φιλοσοφικές του Επιστολές έγραφε, «αν υπήρχε στην Αγγλία μία μόνο θρησκεία, ο δεσποτισμός της θα ήταν εμφανής, αν υπήρχαν δύο, αυτές θα αλληλοσπαράζονταν. Αυτές όμως είναι τριάντα, γι’ αυτό ζουν ειρηνικά και ευτυχισμένα». Οι συντηρητικές απόψεις που θεωρούν πως η Ελλάδα δεν είναι ευρωπαϊκή χώρα ποτέ δεν θα καταλάβουν τον Βολταίρο. Γιατί σε τελική ανάλυση, η ιστορία της Ευρώπης δεν είναι η ιστορία των διαφορετικών εθνών που ζουν σ’ αυτήν, αλλά εκείνη η διαδικασία ενοποίησης που, με άξονα τη δημοκρατία, διατηρεί τον πλουραλισμό της.

Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ πολιτικών επιστημών. (Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Οι μεγάλες απουσίες», από τις εκδ. Πόλις).