“Η πείρα μου εδίδαξε ότι οι Έλληνες σαν πολίτες είναι ασταθείς και ευμετάβλητοι. Ψηφίζουν κατά τρόπο τόσο απερίσκεπτο, ώστε αυτοί κυρίως να είναι υπεύθυνοι για την αστάθεια που χαρακτηρίζει την πολιτική μας ζωή.
Μετακινούνται από κόμμα σε κόμμα όχι για λόγους ουσιαστικούς και συγκεκριμένους, όσο για να έχουν την ικανοποίηση της αλλαγής. Και δεν ανέχονται για μακρό χρόνο το ίδιο καθεστώς, γιατί η σταθερότητα τους προκαλεί πλήξη και αναζητούν συγκινήσεις δια της αλλαγής…
Οι Έλληνες δεν καταλαβαίνουν ότι για να έχουν ομαλή δημοκρατική ζωή πρέπει να αποκτήσουν κόμματα με σταθερή γραμμή και δύναμη: κόμματα δηλαδή μακρόβια”.
Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σε ιδιόχειρο σημείωμά του για την επίσπευση των εκλογών του 1977 και τη σημασία του τελικού τους αποτελέσματος για την πολιτική πορεία της χώρας.
44 χρόνια μετά, φαίνεται ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει.
Η πρόσφατη εμπειρία
Σε συνέχεια των συνταρακτικών…. εκλογών του 2012 και των διπλών του 2015, οι περσινές ευρωεκλογές, και αργότερα οι εθνικές, σήμαναν εκ νέου την ριζική αλλαγή του εκλογικού χάρτη. Για τέσσερα κόμματα, επήλθε το πολιτικό τέλος. Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων και Ανεξάρτητοι Έλληνες, με ποσοστά 1,52%, 1,45% και 0,80% αντίστοιχα στις ευρωεκλογές, εξαφανίστηκαν από τον εκλογικό χάρτη, με την ΕΚ να μειώνει περαιτέρω το πανελλήνιο ποσοστό της στις εθνικές εκλογές. Η Χρυσή Αυγή από το 9,39% των ευρωεκλογών του 2014, κατήλθε στο 4,87% το 2019 για να λάβει το ευκαταφρόνητο 2,93% στις εθνικές της 7ης Ιουλίου και να μείνει εκτός κοινοβουλευτικού….. νυμφώνος. Στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου, η ΝΔ αγγίζει το 40%, + 12% από τον Σεπτέμβριο 2015.
Με μικρότερες αλλαγές, ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει μόλις 4% της δύναμής του, παρόλη την συγκλονιστική και καθόλου βαρετή διακυβέρνησή του. Το ΠΑΣΟΚ/ ΚΙΝΑΛ αυξάνει κατά τι την δύναμή του, ενώ το ΚΚΕ στα ποσοστά του και τους απέθαντους ψηφοφόρους του.
Περίπου 7% μοιράζονται δύο νέα κόμματα, η Ελληνική Λύση και το ΜέΡΑ25. Κόμματα χωρίς οργανωτική δομή, με προγραμματική ατζέντα την αλληλογραφία με τα θεία και μία κάποια γενική αντίδραση, αντίστοιχα. πρόγραμμα, και μονοθεματική πολιτική ατζέντα την άρνηση της καθεστηκίας πολιτικής ζωής.
Μετά τις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου, η κυβερνώσα πλέον η ΝΔ φαίνεται να ζει τα δικά της διλήμματα. Από την μία, ο κομματικός σχηματισμός. Μπετοναρισμένος στις αέναες φατρίες Καραμανλικών, φιλελευθέρων και λαϊκοδεξιών. Διαχωρισμός ο οποίος ισχύει από την εποχή ένταξης στους κόλπους της των Μητσοτάκη και Βαρδινογιάννη το 1977 και έχει αναδείξει διαδοχικές ηγεσίες, ανάλογα με τις εκλογικές συγκυρίες και το κοινό. Η από το 2015 ηγετική φιλελεύθερη ομάδα είναι μακράν μειοψηφούσα στα κομματικά όργανα. Έχει όμως κερδίσει την πλειοψηφία χάρη στην δημιουργία θέσεων Αντιπροέδρων, στην μία εκ των οποίων διορίζεται- δεν εκλέγεται, διορίζεται- έτερος προεδρικός υποψήφιος. Και στην ψήφο μη κομματικών ψηφοφόρων, οι οποίοι βλέπουν σε αυτήν την προσδοκώμενη εξόντωση του Σύριζα και μία κάποια προοπτική κυβερνησιμότητας της παράταξης.
Σαν σε παράλληλο σύμπαν, την σύνθεση της μονοκομματικής κυβέρνησης θα ζήλευε και η οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα. Πρωτοκλασάτοι υπουργοί προέρχονται από ένα ευρύτατο πολιτικό φάσμα, εκτός κομματικών νυμφώνων. Πρώην Κνίτες συνυπάρχουν με Πασόκους, κεντρώους του Ποταμιού, με την αγορά να υπερεκπροσωπείται, και όλοι αυτοί σε αγαστή συνύπαρξη με πρωτοκλασάτα στελέχη των γηγενών κομματικών τάσεων: Kαραμανλή jr, Βορίδη, Άδωνι, κτλ.
Ένα όχι ιδιαίτερο ομοιογενές κυβερνητικό σχήμα, στο οποίο καλούνται να συνυπάρξουν και να δώσουν σαφές μεταρρυθμιστικό στίγμα υπουργοί χωρίς προηγούμενη σύγκλιση και κοινή αντίληψη των μεταρρυθμίσεων και των προτεραιοτήτων που απαιτούν οι καιροί. Δεν είναι λίγες οι φορές που έρχονται σε σύγκρουση και με την συντηρητική, μην κρυβόμαστε, κομματική βάση και κοινοβουλευτική σύνθεση της ΝΔ. Η κυβέρνηση της ΝΔ στηρίζεται σε ένα συνονθύλευμα συμμαχιών για να επιβιώσει, σε ένα όχι φιλικά προσκείμενο κόμμα, όταν ο πατέρας Μητσοτάκης κυριαρχούσε στο κόμμα και για 3 περίπου χρόνια και στην κυβέρνηση, με μία ομοιογενή και δεμένη ομάδα φιλελευθέρων, με συγκεκριμένη στόχευση.
Η κυβέρνηση χρειάστηκε να διαχειρισθεί δύο κρίσεις: το μεταναστευτικό και τον Κορωνοϊό. Παλινωδίες στο μεταναστευτικό, κανείς δεν ξεχνάει την πρόταση για τον, αλά tetris, θαλάσσιο χάρτη, τις κωλοτούμπες με το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής (κατάργηση, επανίδρυση), και τις αέναες διαπραγματεύσεις με την περιφερειακή αυτοδιοίκηση, ελλείψει συναίνεσης και προγραμματισμούς, για τις τοποθεσίες που θα έμπαιναν οι δομές. Η ιατρικά…. επιτυχής διαχείριση του Κορωνοϊού, με το απόλυτο lockdown, δεν κατάφερε να αποκρύψει την έλλειψη ελάχιστου σχεδιασμού, προγραμματισμού και ύπαρξης σεναρίων για την επόμενη ημέρα στον τουρισμό, την οικονομία, τα εργασιακά. Η μη προώθηση ενός θεσμικού πλαισίου, μακροπρόθεσμου και φιλικού προς τους επενδυτές και η δημιουργία ενός επιτελικού κράτους στο Μαξίμου δεν πιστώνονται στις επιτυχίες της κυβέρνησης.
Στον ευρύτερο χώρο της κεντροαριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταφέρει από το 2012 μέχρι σήμερα, να καταστεί ένα αμάγαλμα παλαιοπασόκων, (πρώην) προοδευτικών αριστερών, ανένταχτων αριστεριστών και κινηματιών, οικολόγων και λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων. Μόνη συγκολλητική δύναμη της συμμαχίας; H επιθυμία για την επάνοδο στην κυβέρνηση. Ποια προγραμματική βάση, ποια πολιτική σύγκλιση μπορεί να έχει η σύμπλευση των μεταρρυθμιστών Ραγκούση και Ξενογιαννακοπούλου με τους Δημαρίτες ή τον Σπίρτζη και τον Πολλάκη; Ο άλλοτε πανίσχυρος Ηγέτης φαίνεται να παλινωδεί ανάμεσα, από την μία, στις κομματικές υποχρεώσεις και αριστερές, αγωνιστικές καταβολές και, από την άλλη, την άλωση του σοσιαλιστικού κέντρου και του πολιτικού πραγματισμού.
Προφανώς στο μάθημα κατάληψης του πολιτικού Κέντρου από τον Ανδρέα και την δύσκολη αλλά απαραίτητη ωρίμανση που ακολούθησε τις διαγραφές του 1975 απουσίαζε. Ο Σπίρτζης σε άρθρο του αναφέρει ότι κυβερνώσα Αριστερά δεν υπάρχει χωρίς τον Αλέξη Τσίπρα. Και οι αρχές της Αριστεράς;
Μικρά κόμματα. Η «κοινοβουλευτική» εκπροσώπηση των παραπάνω κομμάτων ήταν σχεδόν αποκλειστικό αποτέλεσμα της κρίσης και της αντίδρασης της κοινωνίας απέναντι στα προ κρίσης συστημικά κόμματα, σε ένα ασταθές πολιτικά και δυσοίωνα οικονομικά πλαίσιο. Κόμματα ως επί το πλείστων αρχηγικά και, τα περισσότερα, με μονοθεματική πολιτική ατζέντα. Με την φωτεινή εξαίρεση του Ποταμιού, και αναφέρομαι στα κόμματα της περασμένης κοινοβουλευτικής θητείας των οποίων μπορούμε να κρίνουμε την κοινοβουλευτική παρουσία και το στελεχιακό δυναμικό, κανένα άλλο κόμμα δεν κατάφερε να αναπτύξει θετικό και παραγωγικό κοινοβουλευτικό έργο με ευρείες πολιτικές παρεμβάσεις σε θέματα οικονομίας, κοινωνίας ή εξωτερικής πολιτικής. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος περιοριζόταν σε προσωπικές αντεγκλήσεις μεταξύ των αρχηγών, ένδεια εποικοδομητικής κριτικής και προτάσεων, καθώς και έλλειψη ελάχιστης συναίνεσης για τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που απαιτούσαν οι συγκυρίες. Δυστυχώς, όλα τα μικρά κόμματα αποτέλεσαν εφαλτήρια για μετεγγραφές στο Champion League της επανεκλογής, ελλείψει εσωκομματικής προγραμματικής σύγκλισης και δημοκρατίας.
Δυστυχώς, η χώρα δεν αποκόμισε τίποτα από τα μνημόνια: oι μεταρρυθμίσεις δεν εφαρμόζονται, οι κυβερνήσεις περιμένουν άρρηκτα δεμένες με την δημόσια διοίκηση, η αγορά παραμένει κλειστή, τα κόμματα αδυνατούν να συγκλίνουν ακόμα και στα βασικά.
Η επόμενη ημέρα
Μετά από 10 χρόνια μνημονίων, το βασικό διακύβευμα ποιο είναι; Να εφαρμοσθούν βασικές μεταρρυθμίσεις, για την απελευθέρωση και τον πολιτικό εκσυγχρονισμό του κράτους:
1.Πάγιο εκλογικό σύστημα. Σταθερό. Το οποίο δεν θα μπορεί να αλλάζει ούτε με απλή ούτε με ενισχυμένη πλειοψηφία, αλλά θα είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο. Ένα εκλογικό σύστημα το οποίο δεν θα δίνει απόλυτη πλειοψηφία στο 36%, αλλά θα επιδιώκει προγραμματικές συγκλίσεις, διάλογο μεταξύ εταίρων, όπου η εκάστοτε πλειοψηφία θα προκύπτει από προγραμματικές συναινέσεις. Καμία χώρα δεν ήξερε να κυβερνάται από κυβερνήσεις συνασπισμού, πριν το κάνει για πρώτη φορά.
2.Ανεξαρτησία δημόσιας διοίκησης- κυβέρνησης. Οι γενικοί διευθυντές/ γραμματείς, επί θητεία, προέρχονται από την επετηρίδα, είναι δημόσιοι λειτουργοί, με σαφείς αρμοδιότητες διοίκησης και εφαρμογής των πολιτικών στους τομείς τους. Αποτελούν τους καθ? ύλην αρμόδιους για την διεύθυνση των υπουργείων και των υπηρεσιών. Ο εκάστοτε υπουργός δε μπορεί να τους αντικαταστήσει, απλά αποτελεί τον πολιτικό τους υπόλογο, προσαρμόζοντας μόνο τις πολιτικές ανάλογα με τις κυβερνητικές προτεραιότητες. Οι θέσεις δε θα είναι αποτέλεσμα μικροκομματικών συνδιαλλαγών.
3.Καθιέρωση της τετραετίας, σε συγκεκριμένη ημερομηνία, π.χ. τελευταία Κυριακή του Σεπτεμβρίου. Πρόωρες εκλογές θα γίνονται μόνο αν μία κυβέρνηση καταψηφιστεί. Έτσι, η στρατηγική των κομμάτων δεν θα έρμαιο της …. δημοσκοπικής τους πορείας. Τα κόμματα θα αξιολογούνται βάσει των στόχων που πέτυχαν σε συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο, βάσει των προγραμματικών τους σχεδιασμών, χωρίς να έχουν το άγχος μικροκομματικών σχεδιασμών και … εκλογικών εκπλήξεων κατά το δοκούν.
Εάν επιθυμούμε η χώρα να καταστεί μία ευνομούμενη δυτικού τύπου χώρα, πρέπει τα ίδια τα συστατικά στοιχεία της δημοκρατίας, δηλαδή τα κόμματα, να εκσυγχρονιστούν: Πρέπει να παράγουν πολιτική, να προσφέρουν όραμα και προοπτική βάσει ενός κοστολογημένου σχεδίου και χρονικού πλαισίου. Αν θέλουν να στηρίζονται σε πολίτες, και όχι πελάτες, παλιό σύνθημα της Δράσης, οφείλουν να στηρίζονται σε δημοκρατική δομή, εσωκομματικό διάλογο και πάγια οργανωτική δομή. Τα μέλη οφείλουν να έχουν άποψη, να ερωτούνται για πάγιες πολιτικές αποφάσεις, και να γίνονται κοινωνοί της πλειοψηφούσας άποψης.
Μόνο μέσω του σεβασμού της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας, όχι απαραίτητα της θολής σύγκλισης, θυσίας για μία κάποια συναίνεση, αναδεικνύεται ένα ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα και μία σαφής προγραμματική στόχευση. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να γίνουν άμεσα αντιληπτά από τους πολίτες, τους ψηφοφόρους, τις κοινωνικές ομάδες στις οποίες κάθε κόμμα επιλέγει να στοχεύσει, με αποτέλεσμα ο κάθε ένας να ψηφίζει βάσει άποψης, και όχι βάσει τοπικού ή προσωπικού συμφέροντος.
Δημοκρατικά οργανωμένα κόμματα, με σαφή ιδεολογικά στίγματα και καθαρό πολιτικό λόγο μπορούν να λειτουργήσουν ως πρότυπα για μία σύγχρονη αστική δημοκρατία, κόμματα τα οποία θα (εκ)παιδεύουν τους πολίτες, θα λειτουργούν σαν πρότυπα. Σε επόμενο στάδιο, οι πολιτικές, σε επίπεδο κοινοβουλίου ή κοινωνίας, θα επιτυγχάνονται βάσει προγραμματικού διαλόγου, σεβασμού της πλειοψηφίας / μειοψηφίας, όπως προκύπτει από την κάλπη.
Η κυβέρνηση, λόγου χάρη, δεν θα είναι μία τακτικίστικη συγκόλληση μεταξύ Αριστεράς- λαϊκής δεξιάς, «θου κύριε φυλακήν τω στόματί μου», ή μία τρικομματική συνεύρεσή, για να μην αναλάβει ο «κακός», «δαιμόνιος» αντίπαλος. Επιλογές, οι οποίες όχι μόνο δεν ευδοκίμησαν, αλλά απέφεραν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, αφού μόνο συγκολλητικό στοιχείο ήταν το κοινό μέτωπο στον αντίπαλο.
Η διακυβέρνηση οφείλει να προκύπτει μέσα από σύγκλιση, με θετικό πρόσημο, όχι συγκυριακή. Αν θέλουμε να εκσυγχρονίσουμε την πολιτική, αν θέλουμε οι πολίτες να επιστρέψουν στην πολιτική, αν θέλουμε ένα σύγχρονο κράτος, με προοδευτικό πρόσημο και βάσει ενός σύγχρονου αναπτυξιακού μοντέλου, πρέπει να μάθουμε πολιτικά.
Η εμπειρία 44 ετών αλλά και οι απαιτήσεις για την επόμενη ημέρα καταλήγουν σε ένα βασικό συμπέρασμα: Το πολιτικό σύστημα χρειάζεται ένα κόμμα του προοδευτικού κέντρου. Ένα κόμμα που θα κάνει σημαία τις μεταρρυθμίσεις και δε θα διστάζει, με την θετική του κοινοβουλευτική του ψήφο και τις προγραμματικές του προτάσεις, να εκτονώνει την πόλωση μεταξύ της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς.
Ένα κόμμα, με δημοκρατικές αρχές, ή αρχές της δημοκρατίας, που θα διαπραγματεύεται πολιτικά με όμορους χώρους, επιδιώκοντας συναινέσεις εκεί που πρέπει και συγκρούσεις απέναντι σε καθεστώες αντιλήψεις. Ένα κόμμα που θα ηγείται της προσπάθειες οι Έλληνες να γίνουν πολίτες, να επανέλθουν στην πολιτική, θετικά και με άποψη.
Έτσι το πολιτικό σύστημα θα αποκτήσει την απαραίτητη σταθερότητα, και θα μπορέσει να εφαρμόσει τις κρίσιμες αλλαγές που χρειάζεται η χώρα.
Το αντέχουμε; το θέλουμε;