Όλοι οι συμμετέχοντες στην πενταμερή διάσκεψη για το Κυπριακό, που αρχίζει σήμερα στη Γενεύη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ με τη συμμετοχή του ΓΓ του, έχουν ήδη δηλώσει ότι «κρατούν μικρό καλάθι». Στην ουσία δηλαδή ο πήχης των προσδοκιών έχει πέσει στο κατώτατο σημείο, καθώς η μόνη έννοια που έχουν οι διαφορετικές πλευρές είναι να μη χρεωθούν οι ίδιες το (προ)διαγραφόμενο ναυάγιο.
Το ναυάγιο αυτό, αν επιβεβαιωθεί τελικά, δεν θα είναι το πρώτο, όπως καλά γνωρίζουμε. Είναι ωστόσο η πρώτη φορά που η τουρκοκυπριακή και τουρκική πλευρά προσέρχονται στις συζητήσεις αμφισβητώντας ανοιχτά τις πάγιες θέσεις της διεθνούς κοινότητας για λύση στο πλαίσιο της διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας. Τη θέση τους αυτή την εδράζουν στην αποτυχία να βρεθεί βιώσιμη ομοσπονδιακή λύση επί 5 σχεδόν δεκαετίες, αποτυχία στην οποία η συμμετοχή της άλλης πλευράς ήταν καθοριστική.
Υπάρχουν κάποια, μικρά έστω, περιθώρια για να βρεθεί κοινή βάση-αφετηρία επανεκκίνησης του διαλόγου; Θα έλεγε κανείς ότι από τη στιγμή που χάθηκαν οι ευκαιρίες όταν Τουρκοκύπριοι ηγέτες ήταν ο Ταλάτ και ο Ακιντζί, δεν είναι δυνατόν να περιμένει κανείς παράθυρο αισιοδοξίας τώρα με τον Ερσίν Τατάρ. Ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε ότι στην τελευταία ελπιδοφόρα διαπραγμάτευση στο Κραν Μοντανά, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ήταν αυτός που υπαναχώρησε σε μια διαφαινόμενη ρεαλιστική λύση.
Η επαναλαμβανόμενη αλήθεια, ότι ο συμβιβασμός που φαίνεται κάθε φορά εφικτός είναι πολύ πιο επώδυνος από τον προηγούμενο που απερρίφθη, θα ισχύσει και αυτή τη φορά, αν πρόκειται φυσικά να επιτευχθεί κάποιος συμβιβασμός. Ας επιδιώξει τουλάχιστον η ελληνική πλευρά να εξασφαλίσει ένα κοινό μανδύα (μια κρατική οντότητα και μια ιθαγένεια) που θα περιβάλλει τις δύο ξεχωριστές διοικητικά κοινότητες. Είναι η μόνη πιθανότητα για να μην πλημμυρίσει η «γαλάζια πατρίδα» του Ερντογάν το 40% της Κυπριακής Δημοκρατίας.