Στην απίστευτη διαδοχή χαράς και λύπης που η ζωή είναι γεμάτη ,λίγες μέρες μετα τα καλοκαιρινά πανηγύρια από γάμους και βαφτίσια ανιψιών , πένθος για τρεις ανθρώπους που με σημάδεψαν ουσιαστικά και έφυγαν ταυτόχρονα σχεδόν
Ο κυρ Χριστος, Γιανναράς ,Δάσκαλος γεμάτος πάθος ,μια μεγάλη έμπνευση στη φοιτητική μας ζωή . Κάθισε δίπλα μου να μου διδάξει μαζί με τους Ρώσους θεολόγους το Αγ. Σέργιου του Παρισιού (Ευδοκιμωφ Φλορόφσκι, Σμεμαν, Λοσκι) και τον άγνωστο μου τότε Καστοριαδη ( τον διαβάζαμε στην ΠΑΣΠ ως Καρνταν-το νόημα του Σοσιαλισμού) .
Για όλη την τότε ιατροπαρεα των φίλων (Δημήτρης και Αθηνά Λινού, Γρηγορίου, Αντωναράκης, Καρκανιάς Βγντζας , Αδαμίδης , Καραγιάννης, ο αδελφός μου και πολλοί άλλοι νέοι αβανταδόροι ) σήμανε μια μεγάλη στροφή ,μια αναζήτηση ανανέωσης της πίστης μας απ τον πιετισμό, με την επιστροφή στην παράδοση, στα μοναστήρια του Αγ. Όρους και στην «μυστική» θεολογία και τους υστεροβυζαντινούς πατέρες (Καβάσιλα, Συμεών. Παλαμά κ.α) Ακόμα , μια απελευθέρωση του πολιτικού από τον συντηρητισμό της αδράνειας και υποταγής με την θεολογία της απελευθέρωσης , με στρατευμένο χριστιανισμό ,σε μια χώρα που έβραζε μεταχουντικά στην προσμονή της κοινωνικής και πολιτικής Αλλαγής .Μια συγκλονιστική ελευθέρια ενός νέου ήθους ,μια δέσμευση ζωής στο πνευματικό, στην αναζήτηση Α-ληθειας σχέσεων ,στους ανοιχτούς ορίζοντες έξω από καταφύγια ιδεών , για ένα υπαρξισμό που ήταν ανθρωπισμός, ένα Χάιντεγκερ που συναντούσε τον Αρεοπαγίτη, ένα Καμύ πιο κολασμένο από τον Ντοστογιέφσκι
Έκφραζε μια ελληνικότητα πέρα από τον ραγιαδισμό ,στην συνέχεια της γενιάς του 30 , επικεφαλής ριζοσπαστών θεολόγων του 60 (Νέλλας, Μαινας, Γοντικάκης, Καψάνης )που μπορούσε να συνομιλεί με την ατομοκεντρική Δύση της ratio, ορθόδοξα, ισότιμα και με επάρκεια απο τον Αυγουστίνο και τον Ακινατη μέχρι τον Καντ και τον Νίτσε ,χωρίς να ισοπεδώνεται από τους εκάστοτε φωταδιστές μεταπράτες εξ Εσπερίας .Τον παρακολουθούσα όλη την ζωή του, τις πολλαπλές αναζητήσεις και παρα τις έντονες διαφωνίες μου σε πολλές απόψεις του για την πολιτισμική και πολιτική παρακμή (Finis Graeciae) Πως αλλιώς με τέτοιο δάσκαλο ?
Ο Νίκος Σπυρόπουλος την ίδια εποχή μαζί με την εξαιρετική κυρία Μερόπη ήταν οι κρίσιμοι άνθρωποι, την δύσκολη στιγμή των μεγάλων αποφάσεων ζωής , οι Δάσκαλοι που με ενέπνευσαν και με έστρεψαν στην άγνωστη τότε Ορθοδοντική, την ειδικότητα των λίγων ,των δικών μας. Χωρίς ιδιοτέλεια, με επιστημονική βαρύτητα και σοβαρότητα δίκαιοι και αυστηροί, σε μια νέα περίοδο αναβάθμισης της Οδοντιατρικής με την μετακίνηση της σχολής στο Γουδί ,σε μια απαίτηση διεθνούς αξιοπιστίας και εγκυρότητας Γύρω τους , μια ομάδα από νέους γιατρούς ,ένα διαρκές εργαστήριο γνώσης ,μια συνεχής αναζήτηση βελτίωσης και προσφοράς στα παιδιά ,η ευλογιά μιας «τέχνης» που πέρα από επάγγελμα ήταν μια διαρκής αναζήτηση της ομορφιάς και σαν εσωτερικής διεργασίας, σαν ασκητική στις προσωπογναθικές ανωμαλίες που όλο και περισσότερο τις καταλαβαίναμε
Ταυτόχρονα ήταν ο ρεαλιστής στα φουντωμένα μου μυαλά, ο οδηγός στις υπερβολές μου , ο επαγγελματίας απέναντι στον ερασιτέχνη ,ο μετρημένος και ταπεινός απέναντι στο αλαζονικό της νεότητας μου ,ο γλυκύς στις αδυναμίες του. που είχε αποδεχθεί .Η ευτυχία να έχεις για δουλειά κάτι που διαρκώς σε ευχαριστεί και σε γοητεύει, που ποτέ δεν τελειώνει και πάντα σε εκπλήττει, ένα διαρκές σχολείο αισθητικής και λειτουργικής, η μόνιμη διεκδικηση της σχέσης μορφής και περιεχομένου. Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο?
Ο πρωτεξάδελφος Στέφανος Γ. Δημόπουλος , ο μεγαλύτερος από όλα τα ξαδέλφια ,ήταν ο Δάσκαλος στην σχέση μου με την γη, με το χώμα ,η έμπνευση κάθε καλοκαιριού ,η σωματική εμπειρία ,στο χωριό στα Καλάβρυτα της Επανάστασης , τα αλόγα χωρίς σέλλα, τα πρόβατα στις πλάγιες του Χελμού για βοσκή, το ποτάμι της Λιβερζας που πλέναμε ντομάτες και τυρί ,η συκιά που ανεβαίναμε στην αυλή ,η θεία που έψηνε ψωμί στα «καημένα «τα ξύλα του ξυλοφουρνου
Κι ακόμα οι αλαφροΐσκιωτες διηγήσεις, κουβέντες για φαντάσματα και στοιχειά γύρω από το τζάκι το βραδύ χωρίς άλλο φως, το πανήγυρι στου Φίλια που μου έδειξε τον πατέρα μου να κρατά τον παππού μου στον τσάμικο ,οι Γύφτοι και το παζάρι, τα Μαζέϊκα και το κλίμα του Παυσανία. Το όριο μια χειμωνιάτικης ζωής στην πόλη, στην Κυψέλη της ραγδαίας αστικοποίησης και οικιστικής ανάπτυξης και μιας ακίνητης ζωής αιώνων στην αγροτική αυθεντικότητα. Και πάντα στην ενήλικη ζωή μας ,ο πιο σοβαρός ,ο πιο υπεύθυνος και ταυτόχρονα ο πιο μετριοπαθής -ένας διαρκής μεσολαβητής θαλεγες- ανάμεσα στις δυο γενιές. Έφυγε όρθιος όπως ήθελε , περήφανος ,αγέραστος, ωραίος πάντα, χωρίς την ταπείνωση της ανημποριάς.
Η ταυτόχρονη απώλεια των τριών και η κατάδυση σε ένα πένθος -όχι διαλυτικό, αλλά έναυσμα μιας ευρύτερης αυτογνωσίας αλλά και της Αναφοράς, στους δικούς μου Γκρέκο, σε τρεις τόσο ανόμοιους Δάσκαλους ζωής. Τι σήμαναν αυτοί ,οι τόσο διαφορετικοί, σε μένα, τι εντυπωμα άφησαν πάνω μου ,τι προσδιόρισε από αυτούς τις αποφάσεις μου , ένα δρόμο γεμάτο διαρκή αναζήτηση ,πείσμα , αντιφάσεις ,ήττες και νίκες ,επιμονές και εμμονές πάθη και λάθη ,όλα ανθρώπινα πολύ ανθρώπινα. μοναδικά και τόσο κοινά .
Ίσως το πένθος μαζί με τον έρωτα είναι οι σημαντικότερες εσωτερικές διεργασίες όπου η οδύνη μπορεί να συναντήσει την χαρά βαθαίνοντας την εμπειρία, την επίγνωση φωτίζοντας το επέκεινα, αναδύοντας νέα νοήματα φωτίζοντας διαφορετικά τις παλιές μνήμες . Ο εκάστοτε απολογισμός μαθητείας μπορεί να σημαίνει και μια νέα αναχώρηση για νέους τόπους ,άλλους τρόπους, πείνα και δίψα εις Εαυτόν, στο κελί του καθενός ,στο ρόδο του κανενός . Τα υπόλοιπα σιωπή